Πίσω από τον ευφάνταστο τίτλο του σημερινού άρθρου δεν είναι παρά η αντιστοιχία των μονάδων του Γενικού Δείκτη με χρονολογίες ορόσημο του ελληνικού έθνους: Τα χαμηλά της αγοράς σημειώθηκαν στις 7 Απριλίου και ήταν στις 1455 μονάδες (2 μονάδες διαφορά από την χρονολογία της πτώσης της Πόλης) ενώ σήμερα ο Γενικός Δείκτης υπερέβη τις 1821 μονάδες οδηγώντας την αγορά προς τις ένδοξες χρονολογίες της δημιουργίας του Ελληνικού Κράτους.
Αν είναι κάτι που εντυπωσιάζει δεν είναι τόσο τα συνεχή υψηλά της αγοράς όσο η ταχύτητα ανάκτησης των χαμένων: Στο πρόσφατο παρελθόν πτώσεις τέτοιας έντασης (-17%) δεν είχαν ανάλογες αντιδράσεις. Συνήθως η αγορά πελαγοδρομούσε για αρκετό καιρό αναζητώντας καταλύτες, ειδήσεις και αφορμές προκειμένου να πάρει πίσω τα χαμένα.
Τώρα τα πράγματα δείχνουν πιο αισιόδοξα και αυτό δεν είναι μόνο απόρροια των επενδυτικών ροών προς το σύνολο των ελληνικών περιουσιακών στοιχείων αλλά αποτέλεσμα μιας σειράς παραγόντων που ξεκινούν από το σταθερό πολιτικό περιβάλλον και καταλήγουν στην ανάκτηση της εμπιστοσύνης με την επίτευξη στόχων στα βασικά οικονομικά μάκρο και μίκρο πεδία.
Οι μεγάλοι χαμένοι της φετινής - ως τώρα - χρονιάς είναι οι οπαδοί της θεωρίας «Όταν οι ξένες αγορές πέφτουν η Ελλάδα ακολουθεί με εντονότερο τρόπο». Κόντρα σε κάθε προγνωστικό, παράδοση και εποχικότητα ο Γενικός Δείκτης έχει καταφέρει να γκρεμίσει χρηματιστηριακά στερεότυπα δεκαετιών καταγράφοντας ένα αυτόνομο - σε μεγάλο βαθμό - ράλι τιμών που δεν πατάει τόσο σε όσα συμβαίνουν εκτός των τειχών αλλά σε θεμελιώδη και προοπτικές.
Παρά τις όποιες αδυναμίες, αστοχίες και καθυστερήσεις η ελληνική οικονομία υπεραποδίδει δημοσιονομικά για μια ακόμη χρονιά και οι εισηγμένες εταιρίες δείχνουν ικανές να κατεβάσουν περισσότερα κέρδη, να μοιράσουν περισσότερα μερίσματα και να υποσχεθούν καλύτερες μελλοντικές επιδόσεις βελτιώνοντας το δυνητικό περιθώριο της αποτίμησης τους. Όσο αυτή θα είναι η κυρίαρχη εικόνα η αγορά θα έχει άμυνες και οι διορθώσεις θα θεωρούνται περισσότερο ευκαιρίες τοποθετήσεων.
Επόμενοι στόχοι; Η πρώτη Ολυμπιάδα (1896), το «Όχι» (1940), μια ωραία στρογγυλή τιμή (2000) ή η χρονολογία γέννησης του κάθε επενδυτή (…1972); Το πότε και σε τι μονάδες δείκτη θα σταματήσει το ράλι δεν μπορεί να το προβλέψει κανείς και θα ήταν ένας λάθος ψυχαναγκασμός να υποκύψει κανείς σε μια συγκεκριμένη τιμή του Γενικού Δείκτη αφήνοντας λεφτά πάνω στο τραπέζι ή χάνοντας μια ευκαιρία να ρευστοποιήσει και να καρπωθεί το ρίσκο που ανέλαβε πριν… την Άλωση ή ακόμα καλύτερα στα χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Ίσως η κατά περίπτωση και τμηματική διασπορά των κινήσεων να είναι πιο ενδεδειγμένη. Και μερικά μετρητά στην άκρη δεν είναι ποτέ μια κακή ιδέα.