Υπονομεύει το επίπεδο σπουδών η «λευκή κόλλα»

Υπονομεύει το επίπεδο σπουδών η «λευκή κόλλα»

Η προτεινόμενη θέσπιση ελάχιστης βάσης εισαγωγής στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα κρίνεται ως θετική. Σε ακαδημαϊκούς όρους είναι προφανές ότι η εισαγωγή σε ένα ανώτατο ίδρυμα με μονοψήφιες επιδόσεις ή και σχεδόν ‘λευκή κόλλα’, θέτει υπό αμφισβήτηση την ύπαρξη του αναγκαίου υποβάθρου των νέο-εισακτέων φοιτητών/τριών και ως εκ τούτου ενδέχεται να υπονομεύσει το επίπεδο σπουδών.     

Κατά την γνώμη μου ένα επιπλέον θετικό στοιχείο του προτεινόμενου πλαισίου είναι η προβλεπόμενη συμμετοχή των ΑΕΙ στην συνδιαμόρφωση της ελάχιστης βάσης εισαγωγής σε αυτά. Σαν θέμα αρχής, κάτι τέτοιο είναι συμβατό σε ένα βαθμό και με το θεσμοθετημένο αυτοδιοίκητο των ΑΕΙ. Επιπροσθέτως, δίνει τη δυνατότητα στο εκάστοτε ανώτατο ίδρυμα να έχει, μέχρι ενός σημείου, λόγο αναφορικά με τον αριθμό των εισακτέων του, αλλά κυρίως να θέσει τα δικά του κριτήρια σχετικά με τις επιδόσεις των μαθητών/τριών, όπως είναι η διεθνής πρακτική.   

Μια άλλη σχετική διάσταση αφορά γενικά τον αριθμό των εισακτέων στα ΑΕΙ της χώρας. Διαχρονικά τα ανώτατα ιδρύματα της χώρας ζητούν από το Υπουργείο Παιδείας να μεριμνήσει για την μείωση του αριθμού των εισακτέων. Η πρόταση αυτή βασίζεται στο ότι η εισροή φοιτητών, και ο εν γένει αριθμός των εγγεγραμμένων, οφείλει να είναι συμβατός με την υπάρχουσα στελέχωση των ιδρυμάτων και τις διαθέσιμες υλικοτεχνικές υποδομές, προκειμένου να διασφαλίζεται η ποιότητα του διδακτικού και ερευνητικού έργου. Δείκτες, όπως η σχέση διδασκομένων-διδασκόντων, στην ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι επιβαρυμένοι και σίγουρα απέχουν σημαντικά από τους αντίστοιχους δείκτες άλλων χωρών και απαιτείται μια διόρθωση προς την κατεύθυνση της σύγκλισης.      

Τέλος, ένας άλλος παράγοντας που επηρεάζει τον αριθμό των φοιτητών/τριών που εγγράφονται στα ΑΕΙ είναι οι μετεγγραφές. Η διαδικασία των μετεγγραφών χρήζει περαιτέρω εξορθολογισμού προκειμένου να μην επιβαρύνει ασύμμετρα συγκεκριμένα ιδρύματα και ταυτόχρονα να διασφαλίζει στο μέτρο του δυνατού την αντιστοίχιση των επιδόσεων των μαθητών με τις βάσεις εισαγωγής των ιδρυμάτων.

Εν κατακλείδι, οι νέες ρυθμίσεις κινούνται προς της σωστή κατεύθυνση, ωστόσο παραμένουν διάφορα ζωτικά ζητήματα που απαιτούν ολιστικές και μεσο-μακροπρόθεσμες παρεμβάσεις.  

*O Κωνσταντίνος Δράκος είναι Αντιπρύτανης Οικονομικού Προγραμματισμού και Υποδομών, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.