Φανταστείτε ότι το κράτος σας δίνει κάθε μήνα ένα συγκεκριμένο ποσό χωρίς καμία προϋπόθεση, ως εγγυημένο εισόδημα. Μπορεί η εν λόγω ενέργεια να μοιάζει ριζοσπαστική, όμως αποτελεί μία οικονομική θεωρία που δείχνει να κερδίζει έδαφος ανά τον κόσμο, από την τεχνολογική κοιτίδα της Silicon Valley των ΗΠΑ μέχρι τις Σκανδιναβικές χώρες. Πρόκειται για το «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα».
Σε ένα εκτενές ρεπορτάζ, το αμερικανικό δίκτυο CNBC, παρουσιάζει και αναλύει την ιδέα, σημειώνοντας ότι η συζήτηση είναι πλέον ανοιχτή. Σε ορισμένες χώρες βρίσκεται σε πειραματική φάση η διάθεση χρημάτων άνευ όρων, καθώς οι κυβερνήσεις έρχονται αντιμέτωπες με εργατικό δυναμικό που εξελίσσεται και διαβρωμένα συστήματα ασφάλισης και κοινωνικής πρόνοιας. Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα είναι «μία μεταφορά χρημάτων ίσου ποσού για όλους τους πολίτες μιας χώρας».
Το βασικό εγγυημένο εισόδημα διαφέρει από άλλες κυβερνητικές ενέργειες, όπως οι επιστροφές φόρων ή η διάθεση κοινωνικών επιδομάτων, καθώς όλοι οι πολίτες λαμβάνουν το ίδιο ποσό, χωρίς καμία διάκριση. Τα ποσά μπορούν να δαπανηθούν με οποιοδήποτε τρόπο χωρίς να είναι απαραίτητη η δικαιολόγησή τους.
Σημαντικές φυσιογνωμίες του επιχειρηματικού κόσμου όπως ο CEO της Tesla, Elon Musk και ο CEO του Facebook, Mark Zuckerberg, είναι υπέρμαχοι του βασικού εγγυημένου εισοδήματος. Υποστηρίζουν ότι τα χρήματα αυτά μπορούν να προσφέρουν ευελιξία για εργαζόμενους που χάνουν τις δουλειές τους εξαιτίας της αυτοματοποίησης και των ρομπότ.
Η ιδέα δεν είναι καινούρια. Ο φιλόσοφος Thomas Paine ήταν ο πρώτος που εισήγαγε την έννοια του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος το 1797, στην εργασία του «Αγροτική Δικαιοσύνη». Το 1967 ο Martin Luther King Junior, πρότεινε ένα «εγγυημένο εισόδημα» στο επίπεδο του μέσου εισοδήματος της κοινωνίας για να καταπολεμηθεί η φτώχεια. Ο φιλελεύθερος Milton Friedman ήταν ένας από τους πιο διάσημους υποστηρικτές της ιδέας του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, προτείνοντας έναν αρνητικό φόρο εισοδήματος για την απλοποίηση της κοινωνικής πρόνοιας και τον περιορισμό της γραφειοκρατίας.
Σήμερα η ιδέα αρχίζει να αποτελεί αντικείμενο συζήτησης σε όλο ευρύτερο φάσμα του πολιτικού σύμπαντος. Για παράδειγμα, ο Αμερικανός γερουσιαστής Bernie Sanders το χαρακτήρισε «πολύ σωστή ιδέα» για να αντιμετωπιστεί η εισοδηματική και μισθολογική ανισότητα, ενώ ορισμένοι φιλελεύθεροι υποστηρίζουν ότι αποτελεί μία απλούστερη και πιο αποτελεσματική εναλλακτική του υφιστάμενου συστήματος κοινωνικής πρόνοιας.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, καμία χώρα μέχρι σήμερα δεν έχει εφαρμόσει το καθολικό εγγυημένο εισόδημα ως «βασικό πυλώνα εισοδηματικής στήριξης για τον πληθυσμό που εργάζεται». Αρκετές, ωστόσο, χώρες πειραματίζονται με την ιδέα, εφαρμόζοντας το σε μικρό δείγμα του πληθυσμού. Η Φινλανδία το ξεκίνησε δοκιμαστικά στις αρχές του 2017, δίνοντας 560 ευρώ σε 2.000 άνεργους κάθε μήνα για δύο χρόνια. Οι ερευνητές θα αξιολογήσουν τον αντίκτυπο των χρημάτων αυτών στην πρόθεση των πολιτών να βρουν δουλειά, ενώ η φινλανδική κυβέρνηση ευελπιστεί να περιορίσει τη γραφειοκρατία στο υφιστάμενο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας. Άλλα πειραματικά σχήματα βασικού εισοδήματος εφαρμόζονται στην Ολλανδία, στην Κένυα, στον Καναδά και στις ΗΠΑ.
Ένα από τα βασικά σημεία τριβής, είναι αναμφίβολα το ύψος του ποσού που πρέπει να δοθεί. Τα 560 ευρώ που δίνει η Φινλανδία αντιστοιχούν περίπου στο ύψος του επιδόματος ανεργίας στη χώρα. Αναλυτές στη Φινλανδία εκτιμούν ότι για να δοθεί σε όλους το βασικό εγγυημένο εισόδημα θα πρέπει να μειωθούν άλλα επιδόματα.
Παρ'' όλα αυτά, σε έκθεση του 2017, ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι ενδεχόμενη μείωση των επιδομάτων για την διάθεση βασικού εισοδήματος θα είχε αρνητικό αντίκτυπο στο ποσοστό φτώχειας. «Τα συνολικά ποσοστά φτώχειας μπορούν στην πραγματικότητα να αυξηθούν σημαντικά σε χώρες που διαθέτουν πολύ στοχευμένα συστήματα εισοδηματικής στήριξης», αναφέρει η έκθεση. Σε αυτό το πλαίσιο, ορισμένοι υποστηρίζουν ότι το καθολικό εγγυημένο εισόδημα θα πρέπει να είναι επιπρόσθετο και όχι να αντικαθιστά υφιστάμενα επιδόματα.