Οι selfies την εποχή της πανδημίας

Οι selfies την εποχή της πανδημίας

Το «Μένουμε Σπίτι» οδήγησε πολλούς να βρουν ευφάνταστους τρόπους για νά χουν ξεχωριστή παρουσία στα social media. Εφόσον δεν μπορούν πια να ανεβάζουν ταξίδια, νυχτερινές εξορμήσεις και ξένοιαστες στιγμές στους δρόμους, οι χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης συμμετέχουν σε δημιουργικές προκλήσεις του διαδικτύου. Μια ιδέα εμπνευσμένη από το περίφημο Rijksmuseum του Άμστερνταμ και τον λογαριασμό του στο Instagram που ονομάζεται Between Art and Quarantine (Μεταξύ Τέχνης και Καραντίνας) – από τις 14 Μαρτίου μετρά περισσότερους από 150.000 ακολούθους - , πυροδότησε άλλα μεγάλα μουσεία και ιδιωτικές συλλογές, όπως το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης (Met) και το Μουσείο Getty στο Λος Άντζελες, να καλέσουν τους διαδικτυακούς φίλους τους με σκοπό να αναδημιουργήσουν από τις συλλογές αγαπημένα έργα τέχνης, κάνοντας «χρήση» των ίδιων  με αντικειμένα καθημερινής χρήσης.

Τα μουσεία, τα οποία παραμένουν κλειστά λόγω της πανδημίας, ξεκίνησαν αυτή την πρωτοβουλία ως ένα μέσο εξωστρέφειας και επικοινωνίας με τους φιλότεχνους, προκειμένου ο κόσμος που μένει σπίτι να απασχοληθεί δημιουργικά, να παίξει και να γελάσει. Το μουσείο Getty, με ανάρτηση στον λογαριασμό του στο Twitter, αναφέρει: «Σας προσκαλούμε να αναπαράξετε ένα έργο τέχνης με αντικείμενα (και ανθρώπους) στο σπίτι σας: 1 Επιλέξτε το αγαπημένο σας έργο τέχνης, 2 Βρείτε τρία αντικείμενα που βρίσκονται στο σπίτι σας, 3 Αναδημιουργήστε το έργο τέχνης με αυτά τα αντικείμενα».

Το κοινό ανταποκρίθηκε με ενθουσιασμό. Εμπνευσμένοι «πλαστογράφοι» από όλο τον κόσμο, μόνοι ή με παρέα τα αγαπημένα τους κατοικίδια, με τα παιδιά τους και με κάθε λογής οικιακά πράγματα, αναπαράστησαν πρόσωπα βγαλμένα από πίνακες του Βερμέερ, του Βαν Γκογκ, του Ρέμπραντ ή του Γιαν Βαν Άικ και άλλων μεγάλων της δυτικής τέχνης. Οι συνήθεις «selfies» από το κινητό, ξαφνικά, απέκτησαν μια εντελώς πρωτόγνωρη διάσταση ως παιγνιώδεις και συχνά, ευρηματικές αυτοπροσωπογραφίες ώστε, παραφράζοντας το μότο γνωστής αλυσίδας παιχνιδιών, «τα έργα τέχνης γίναμε εμείς».

Η πανδημία του κορονοϊού άλλαξε τα δεδομένα της καθημερινότητας εκατομμυρίων ανθρώπων ανά τον κόσμο. Τελούμε μέσα στα σπίτια μας όχι απλώς έγκλειστοι, αλλά υποταγμένοι σε ένα καθεστώς που δεν ελέγχουμε, που δεν γνωρίζουμε και δεν μπορούμε να αναμετρηθούμε μαζί του, καθώς ορίζεται από τη συνθήκη του αγνώστου και της απειλής. Μπορεί σε αυτόν τον άνισο αγώνα η επιστήμη να δείχνει ο μόνος ασφαλής σύμμαχος. Αλλά δεν αρκεί. Πάντοτε η τέχνη, από τα ρωμαϊκά γλυπτά κι αργότερα με τα αυτοπορτραίτα των ζωγράφων της Αναγέννησης, έδινε παρηγοριά στην αγωνία και μια απάντηση στο αίτημα για μια θέση στο πάνθεον της αθανασίας. Και το σπουδαίο χαρακτηριστικό της μεγάλης τέχνης για να θυμηθούμε τον Μάνο Χατζιδάκι, είναι ότι «μπορεί να ξεπηδάει από ένα γεγονός θνητό. Αλλά με τον σχηματισμό της σε έργο αυθύπαρκτο και ολοκληρωμένο ξεπερνάει το γεγονός, το εξαφανίζει, διαπερνάει τον χρόνο και μετατοπίζεται αέναα και αδιάκοπα σε μελλοντικούς καιρούς αλλάζοντας κάθε φορά φυσιογνωμία και ενδύματα. Έτσι που να παρουσιάζεται συνεχώς περίεργα σύγχρονο, απαντώντας ακούραστα στα καινούρια προβλήματα του κάθε χρόνου».

Από την πρώτη ημέρα, χιλιάδες κόσμου ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση των μουσείων, ανεβάζοντας στα social media φωτογραφίες με ευφάνταστες αναπαραστάσεις αριστουργημάτων με «σπιτικά υλικά», κι όσο οι μέρες περνούν, η τάση εξαπλώνεται σε όλο τον κόσμο και ο «ανταγωνισμός» για πρωτοτυπία μεγαλώνει. Αυτό το ξανακοίταγμα της τέχνης, έστω σε μία συνθήκη τραυματική όπως αυτή που ζούμε, μας μαθαίνει να προσέχουμε. Μας μαθαίνει αντί να τραβάμε selfies, να δημιουργούμε αυτοπροσωπογραφίες. Και μαθαίνοντάς μας να κοιτάζουμε ξανά, να διεκδικούμε – και ίσως να κερδίζουμε – έναν νέο τρόπο για να βλέπουμε. Κι όπως ωραία γράφουν οι ίδιοι οι «πρωταγωνιστές» των έργων, «αν δεν μπορείς να δεις τέχνη, γίνε η τέχνη!».

Ο μάστορας της φλαμανδικής τέχνης Jan Van Eyck υπήρξε ένας από τους πρώτους που υπέγραφε τα έργα του, ενώ οι τεχνικές που επινόησε επηρέασαν μεγάλο αριθμό μετέπειτα καλλιτεχνών. Σε αυτήν την αυτοπροσωπογραφία με κόκκινο τουρμπάνι (1433), αναγράφει στο επάνω μέρος, ακριβώς στο κέντρο του ξύλινου πλαισίου, τη φράση με ελληνικούς χαρακτήρες AlC IXH XAN που στα φλαμανδικά σημαίνει «Αν μπορώ». Το κορίτσι δίπλα, «σήκωσε το γάντι» και μας κοιτά με την ίδια αυτοπεποίθηση.

Πολλοί φιλότεχνοι ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα του λογαριασμού στο Instagram @tussenkunstenquarantaine να αναπαραστήσουν σπουδαία έργα τέχνης, χρησιμοποιώντας καθημερινά αντικείμενα του σπιτιού τους. Εδώ τα φρούτα και τα λαχανικά του Nathaniel Bacon με τίτλο «Cookmaid with Still Life of Vegetables and Fruit» (π.1620) γίνονται μια «ακόμη ζωή» και καθόλου νεκρή φύση.