Οι πανέμορφες Κόρες της αρχαίας Αθήνας, με μορφές αληθινών κοριτσιών

Οι πανέμορφες Κόρες της αρχαίας Αθήνας, με μορφές αληθινών κοριτσιών

Αφιέρωναν οι πλούσιοι Αθηναίοι στη θεά Αθηνά αγάλματα με τα πρόσωπα των θυγατέρων τους; Αν αυτή η υπόθεση εργασίας είναι κοντά στην πραγματικότητα, τότε οι Αθηναίες του 6ου αιώνα π.Χ. ήταν πανέμορφες. Όχι ότι ανάμεσά τους δεν υπήρχαν και ασχημούλες, ή λιγότερο καλοβαλμένες. Πάντως, φορούσαν πολυτελή ρούχα και κοσμήματα, όπως φαίνεται από τις περίφημες Κόρες, οι περισσότερες από τις οποίες εκτίθενται στο Μουσείο Ακρόπολης, στον πρώτο όροφο, στην αίθουσα με το «δάσος των αγαλμάτων».

Η Κόρη αρ, 670 (το όνομα το πήρε από τον αριθμό ευρετηρίου) θα ανοίξει την Παρασκευή στην Αγία Πετρούπολη το Έτος Ελλάδας- Ρωσίας. Είναι μια από τις ωραιότερες και καλύτερα διατηρημένες Κόρες της Ακρόπολης. Βρέθηκε το 1886 στα βορειοδυτικά του Ερεχθείου, μαζί με άλλες «αδελφές» της  και χρονολογείται γύρω στο 520-510 π.Χ. Είναι ντυμένη με καταστόλιστα χρωματιστά ρούχα και εντυπωσιακά κοσμήματα και βαδίζει ανασηκώνοντας τον μακρύ χιτώνα της, μια κίνηση που δεν απαντάται σε άλλες Κόρες.

Στο δεξί χέρι, που δεν σώζεται, ίσως  κρατούσε μια προσφορά της στη θεά Αθηνά. Στο κεφάλι φορά στεφάνη διακοσμημένη με ζωγραφιστά ανθέμια, έλικες και άνθη λωτού, ενώ πρόσθετα μεταλλικά κοσμήματα θα ήταν στερεωμένα  στις οπές που υπάρχουν σήμερα στο άνω τμήμα της κεφαλής της. Στα αυτιά φορά σκουλαρίκια με ζωγραφιστούς ρόδακες και στον αριστερό καρπό βραχιόλι σε σχήμα φιδιού. Στα μαλλιά, τα μάτια, τα ρούχα και τα κοσμήματα διατηρούνται ίχνη των αρχικών χρωμάτων. Αντίθετα με όσα πιστεύαμε μέχρι πρότινος, όλα τα αρχαία γλυπτά ήταν ζωγραφισμένα, συνήθως με ζωηρά χρώματα.

Οι Κόρες,  μαρμάρινα αγάλματα νεαρών κοριτσιών, ήταν το πιο συνηθισμένο αφιέρωμα στο ιερό της Αθηνάς στην Ακρόπολη κατά την Αρχαϊκή Εποχή (6ος αι. - αρχές 5ου αι. π.Χ.). Έχουν ερμηνευτεί ως θεές, ιέρειες, κορίτσια στην υπηρεσία της θεάς ή απλές θνητές. Σύμφωνα με την ειδική στην αρχαία γλυπτική αρχαιολόγο Ισμήνη Τριάντη, «καμία Κόρη δεν ήταν όμοια με μία άλλη. Ο διαφορετικός τρόπος παρουσίασης της κόμης τους και της πτύχωσης των χιτώνων τους, δίνουν στον επισκέπτη την ευκαιρία να θαυμάσει την εξέλιξη της γλυπτικής στην αρχαία Ελλάδα.»

Η κ. Τριάντη περιγράφει τις Κόρες ως απλά αγάλματα.  Στέκονται ίσια, πατώντας σε πλίνθο, και φορούν μακρύ φόρεμα με ιμάτιο ή πέπλο από πάνω. Το ένα πόδι τους είναι τοποθετημένο λίγο πιο μπροστά. Συνήθως φέρουν μπροστά και το δεξί χέρι, που κρατά μια προσφορά για την θεά. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι το χαμόγελό τους, που τους δίνει «ευφρόσυνη όψη»- είναι το λεγόμενο αρχαϊκό μειδίαμα. Μαζί με την πλίνθο είχαν ενσωματωθεί σε κολώνες, και επάνω τους ατένιζαν τον επισκέπτη της αθηναϊκής Ακρόπολης.

Μερικές φέρουν συμβατικά ονόματα, που τους έδωσαν οι αρχαιολόγοι, όπως η «Πεπλοφόρος», επειδή φέρει στους ώμους της ένα κομψό κεντημένο πέπλο, ή η μικρόσωμη «Χιώτισσα», στολισμένη με περίτεχνα ρούχα και κοσμήματα, που έχει συνδεθεί με την τέχνη της Χίου. Έχουμε επίσης την «υψηλόκορμη», την Κόρη με την ιωνική ενδυμασία από τη Νάξο, την Κόρη με το κυδώνι κ.ο.κ.

Υπάρχουν και «επώνυμες» Κόρες, όχι διότι ξέρουμε το δικό τους όνομα. Η κ. Τριάντη αναφέρει πως έχουν «ένα είδος ταυτότητας, όπως είναι η Κόρη του (γλύπτη) Αντήνορα, που την αφιέρωσε στο ιερό της Αθηνάς ο Νέαρχος, όπως αναγράφεται στο επίκρανο της βάσης της. Άλλης μιας Κόρης, της λεγομένης του Ευθυδίκου, σώζεται κυκλική βάση, που γράφει ότι αφιερώθηκε από τον Ευθύδικο, τον γιο του Θαλιάρχου».

Όπως και τα άλλα γλυπτά της Ακρόπολης, έπεσαν θύμα της καταστροφικής μανίας των Περσών το 480 π.Χ. Η απόφαση των Αθηναίων να θάψουν τα συντρίμμια σε μεγάλους λάκκους στάθηκε η αιτία να διατηρηθούν τα ίχνη των χρωμάτων. Μετά τα περσικά, δεν δημιουργήθηκαν άλλα αγάλματα που να τους μοιάζουν. Στις ανασκαφές της Ακρόπολης βρέθηκαν ενδείξεις ότι εκεί βρίσκονταν πάνω από 200 Κόρες διαφόρων μεγεθών, συμπεριλαμβανομένων και των θραυσμάτων τους. Η ανάλογη έκθεση του Μουσείου Ακροπόλεως είναι η  μεγαλύτερη στον κόσμο.

Την Κόρη αρ 670 στήνουν στο Μουσείο Ερμιτάζ η αρχαιολόγος Σταματία Ελευθεράτου και ο συντηρητής Δημήτρης Μαραζιώτης, που ανήκουν στη δύναμη του Μουσείου Ακροπόλεως.

Αντιγόνη Καρατάσου