Διευρύνεται το χάσμα μεταξύ Γερμανίας-Γαλλίας

Διευρύνεται το χάσμα μεταξύ Γερμανίας-Γαλλίας

Με ικανοποιητικό ρυθμό θα εξακολουθήσει να αναπτύσσεται η γερμανική οικονομία τα δύο επόμενα χρόνια, σύμφωνα με πρόβλεψη της γερμανικής κεντρικής τράπεζας, ενώ την ίδια στιγμή, φαίνεται ότι το χάσμα μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας θα διευρυνθεί.

Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει η «Καθημερινή της Κυριακής» η γαλλική κεντρική τράπεζα προέβη σε υψηλή αρνητική αναθεώρηση του ρυθμού ανάπτυξης της γαλλικής οικονομίας το 2016-2017. Η εσωτερική ζήτηση και η υψηλή απασχόληση θα στηρίξουν το ρυθμό ανάπτυξης της γερμανικής οικονομίας, παρά το γεγονός ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει χαμηλός για μεγαλύτερο διάστημα και προβλέπεται ότι θα φθάσει κοντά στο στόχο του 2% το 2017, δηλαδή ένα χρόνο αργότερα σε σχέση με την προηγούμενη πρόβλεψη. Ο πρόεδρος της Μπούντεσμπανγκ, Γενς Βάϊντμαν, τόνισε ότι οι βασικοί παράγοντες που θα οδηγήσουν στην ανάπτυξη είναι η θετική κατάσταση στην αγορά εργασίας και η σημαντική αύξηση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, «αν και προς το παρόν το εξωτερικό εμπόδιο αντιμετωπίζει  δυσκολίες εξαιτίας της αδύναμης ζήτησης από τις οικονομίες των αναδυόμενων αγορών». Σύμφωνα με τις εξαμηνιαίες προβλέψεις, η γερμανική οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 1,7% το 2015, κατά 1,8% το 2016 και κατά 1,7% το 2017.

Αντιθέτως ο πληθωρισμός θα κυμανθεί πολύ χαμηλότερα από τον στόχο του 2%. Για φέτος αναμένεται να διαμορφωθεί στο 0,2% (από 0,5% που ήταν η προηγούμενη πρόβλεψη), στο 1,1% το 2016 (από 1,8%) για να φτάσει το 2% το 2017 (από 2,2%). Την ίδια στιγμή, η κατάσταση δεν είναι τόσο ρόδινη για τη γαλλική οικονομία. Σύμφωνα με την κεντρική τράπεζα της Γαλλίας, η οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 1,4% το 2016 και κατά 1,6% το 2017, ρυθμός που είναι κατά πολύ χαμηλότερος από το 1,8% και 1,9% που προβλεπόταν πριν από έξι μήνες.

Η θετική επίπτωση που έχουν στην ανάπτυξη η εξασθένηση της ισοτιμίας του ευρώ και η πτώση των τιμών της ενέργειας θα περιοριστεί το επόμενο διάστημα, ενώ και οι τρομοκρατικές επιθέσεις του Νοεμβρίου στο Παρίσι θα μπορούσαν να επιδεινώσουν το κλίμα, περιορίζοντας τις επενδύσεις και την κατανάλωση.