Τεχνητή Νοημοσύνη: Οι προοπτικές και τα προβλήματα στην ελληνική επιχειρηματικότητα

Τεχνητή Νοημοσύνη: Οι προοπτικές και τα προβλήματα στην ελληνική επιχειρηματικότητα

Η Τεχνητή Νοημοσύνη αποτελεί ήδη καθοριστικό παράγοντα ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Αυτό είναι το βασικό πόρισμα της μελέτης «Unlocking Greece’s AI Potential 2025», της Amazon Web Services (AWS).

Σύμφωνα με τη μελέτη το 34% των ελληνικών επιχειρήσεων αξιοποιεί πλέον συστηματικά την ΤΝ, έναντι 22% το 2024, σημειώνοντας τη δεύτερη υψηλότερη ετήσια αύξηση στην Ευρώπη. Η μετάβαση είναι ραγδαία, καθώς κάθε οκτώ λεπτά μια νέα ελληνική επιχείρηση ξεκινά να χρησιμοποιεί λύσεις ΤΝ. Πίσω από αυτούς τους αριθμούς, όμως, αναδύεται μια πιο σύνθετη εικόνα, γιατί δίπλα στις προοπτικές ανάπτυξης και καινοτομίας, διαγράφονται σαφώς τα εμπόδια που απειλούν να επιβραδύνουν αυτή την πορεία.

Ένα οικοσύστημα σε άνθηση

Η Ελλάδα βρίσκεται πλέον σε μια περίοδο ψηφιακής ωρίμανσης. Οι νεοφυείς επιχειρήσεις διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο, λειτουργώντας ως μοχλοί καινοτομίας και εξωστρέφειας. Περισσότερες από τις μισές ελληνικές startups (51%) έχουν ήδη εντάξει την Τεχνητή Νοημοσύνη στις δραστηριότητές τους, ενώ ένα εντυπωσιακό 27% προχωρά σε προηγμένες εφαρμογές, όπως ο συνδυασμός πολλαπλών μοντέλων ή η ανάπτυξη δικών τους συστημάτων ΤΝ. Οι επιχειρήσεις αυτές, όπως η WeatherXM, που χρησιμοποιεί blockchain, IoT και AI για υπερτοπικές μετεωρολογικές προβλέψεις, ή η Omilia, η οποία έγινε παγκόσμιος ηγέτης στη Conversational AI, αποδεικνύουν έμπρακτα ότι η ελληνική καινοτομία έχει διεθνές αποτύπωμα.

Το 89% των επιχειρήσεων που ήδη χρησιμοποιούν ΤΝ αναφέρει αύξηση εσόδων με μέσο ρυθμό 18%, ενώ η παραγωγικότητα και η ποιότητα εξυπηρέτησης πελατών βελτιώνονται σημαντικά. Αυτά τα δεδομένα δείχνουν πως η τεχνολογία μπορεί να λειτουργήσει ως πολλαπλασιαστής αξίας, εφόσον συνοδευτεί από στρατηγική και δεξιότητες.

Παρά τη συνολική άνοδο, η έρευνα αναδεικνύει έναν έντονο διαχωρισμό μεταξύ μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων. Οι startups προχωρούν με ταχύτητα, επενδύουν στην έρευνα και λανσάρουν νέα προϊόντα με βάση την ΤΝ. Αντίθετα, οι μεγάλες επιχειρήσεις παραμένουν σε πιο συντηρητικό στάδιο, περιοριζόμενες κυρίως σε εφαρμογές αυτοματοποίησης ή chatbot.

Μόνο το 12% των μεγάλων οργανισμών διαθέτει ολοκληρωμένη στρατηγική για την Τεχνητή Νοημοσύνη, ενώ λιγότερο από το 11% έχει λανσάρει νέο προϊόν βασισμένο σε αυτήν.

Το μεγαλύτερο εμπόδιο η έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων

Το έλλειμμα ψηφιακών δεξιοτήτων αναδεικνύεται ως ο πιο κρίσιμος ανασταλτικός παράγοντας. Μόνο το 18% των επιχειρήσεων διαθέτει εσωτερικά στελέχη με ικανότητες ΤΝ, ενώ το 45% δυσκολεύεται να εντοπίσει ταλέντα στην εγχώρια αγορά. Πάνω από τις μισές εταιρείες (54%) δηλώνουν ότι η έλλειψη εξειδίκευσης περιορίζει την καινοτομία, ενώ σχεδόν οι μισές καταγράφουν αύξηση κόστους λόγω ανεπαρκών ψηφιακών γνώσεων.

Η ανάγκη για αναβάθμιση δεξιοτήτων είναι επείγουσα εφόσον το 45% των νέων θέσεων εργασίας στην Ελλάδα τα επόμενα τρία χρόνια θα απαιτεί γνώσεις ΤΝ. Παρότι το 27% των επιχειρήσεων έχει ήδη προχωρήσει σε προγράμματα κατάρτισης και το ένα τρίτο των εργαζομένων έχει λάβει ψηφιακή εκπαίδευση, η πρόοδος δεν επαρκεί. Οι επιχειρήσεις που επενδύουν στη συνεχή εκπαίδευση διαπιστώνουν απτά οφέλη, όπως ταχύτατη υιοθέτηση και καλύτερη ενσωμάτωση της τεχνολογίας, όμως οι υπόλοιπες κινδυνεύουν να μείνουν πίσω σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο περιβάλλον.

Ρυθμιστική αβεβαιότητα και κόστος συμμόρφωσης

Πέρα από τις δεξιότητες, η ρυθμιστική πολυπλοκότητα και το κόστος συμμόρφωσης συνιστούν σημαντικά εμπόδια. Οι ελληνικές επιχειρήσεις δαπανούν 43 ευρώ από κάθε 100 ευρώ σε τεχνολογικές επενδύσεις για σκοπούς συμμόρφωσης, ποσοστό υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το 81% δηλώνει ότι οι σχετικές δαπάνες έχουν αυξηθεί τα τελευταία τρία χρόνια, ενώ το 74% προβλέπει περαιτέρω αύξηση.

Την ίδια στιγμή, το 67% των επιχειρήσεων παραδέχεται ότι δεν κατανοεί πλήρως τον νέο ευρωπαϊκό νόμο για την ΤΝ, ενώ σχεδόν οι μισές (48%) θεωρούν τη ρυθμιστική αβεβαιότητα βασικό εμπόδιο στην υιοθέτηση της τεχνολογίας. Ιδιαίτερα οι startups δηλώνουν ότι αυτή η ασάφεια έχει οδηγήσει σε καθυστερήσεις ή αλλαγές στρατηγικής.

Σε αυτό το πλαίσιο, η ανάγκη για ξεκάθαρο και φιλικό προς την καινοτομία ρυθμιστικό πλαίσιο καθίσταται επιτακτική. Η απλοποίηση των διαδικασιών συμμόρφωσης και η εναρμόνιση με διεθνή πρότυπα μπορούν να μειώσουν το κόστος και να ενισχύσουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών.

Το ζήτημα του κόστους και της απόδοσης

Για το 39% των ελληνικών επιχειρήσεων, το αρχικό κόστος επένδυσης αποτελεί σημαντικό εμπόδιο, ιδιαίτερα για τις μικρομεσαίες (42%). Παράλληλα, ένα 34% δηλώνει ότι δεν έχει σαφή εικόνα για το ROI (απόδοση επί της επένδυσης) των έργων ΤΝ. Ωστόσο, οι αριθμοί δείχνουν ότι η επένδυση αποδίδει και αυτό επειδή η συντριπτική πλειονότητα όσων έχουν εντάξει ΤΝ στις λειτουργίες τους βλέπει βελτίωση στα έσοδα και στη συνολική αποδοτικότητα. Το στοίχημα είναι να γίνει αυτή η γνώση πιο ευρέως διαθέσιμη και να υποστηριχθεί με χρηματοδοτικά εργαλεία, ώστε οι μικρότερες επιχειρήσεις να μην αποκλειστούν από τον ψηφιακό μετασχηματισμό.

Προοπτικές και δράσεις για το μέλλον

Η μελέτη καταλήγει σε τρεις βασικές κατευθύνσεις πολιτικής. Πρώτον, επιτάχυνση της ψηφιακής κατάρτισης στον ιδιωτικό τομέα μέσω κρατικής χρηματοδότησης και συνεργασίας με εκπαιδευτικούς φορείς. Δεύτερον, δημιουργία σταθερού ρυθμιστικού πλαισίου που να ενθαρρύνει την καινοτομία, μειώνοντας ταυτόχρονα το κόστος συμμόρφωσης. Τρίτον, ενίσχυση της ΤΝ στον δημόσιο τομέα, καθώς το 78% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι θα υιοθετούσε ευκολότερα ΤΝ αν το κράτος ηγείτο στη χρήση της. Χωρίς ανθρώπινο κεφάλαιο, σαφές ρυθμιστικό πλαίσιο και στοχευμένες επενδύσεις, η χώρα κινδυνεύει να χάσει τη δυναμική της.