Ανεβάζει στροφές το εμβληματικό έργο αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (CO₂) στον Πρίνο, με τη διεξαγωγή του market test που θα καταδείξει το ενδιαφέρον της αγοράς να προγραμματίζεται για τον Σεπτέμβριο.
Όπως ανακοίνωσε η Country Manager και Managing Director της Energean, Κ. Σάρδη στο ετήσιο συνέδριο της ΕΑΓΜΕ, η έναρξη της Δοκιμής Αγοράς θα ανοίξει τον δρόμο για την κατασκευή της πρώτης γεωλογικής αποθήκης CO₂ στη χώρα το 2026, υπό την προϋπόθεση ύπαρξης επαρκούς συμμετοχής και σαφούς ρυθμιστικού πλαισίου.
Η Energean, σύμφωνα με την κα Σάρδη, έχει ολοκληρώσει τις τεχνικές μελέτες ενώ το επενδυτικό ενδιαφέρον των emitters είναι μεγάλο, καθώς η εταιρεία έχει ήδη υπογράψει 15 επιστολές πρόθεσης συνεργασίας (Letters of Intent) με ενδιαφερόμενους από τη βιομηχανία, διεθνείς και εγχώριους.
Ο αριθμός είναι ενδεικτικός του ζωηρού ενδιαφέροντος των βιομηχανιών να αποθηκεύσουν τις εκπομπές CO2 σε υγροποιημένη μορφή στον Πρίνο, αποφεύγοντας σημαντικά κόστη και προστατεύοντας το περιβάλλον.
Από τους κύριους υποψήφιους χρήστες είναι οι εγχώριες τσιμεντοβιομηχανίες, με δεδομένο ότι η ΤΙΤΑΝ και η ΗΡΑΚΛΗΣ (Holcim) έχουν στα σκαριά project δέσμευσης των εκπομπών τους, στα εργοστάσιά τους στο Καμάρι Βοιωτίας και στο Μηλάκι Ευβοίας, αντίστοιχα. Eπιπλέον, ο ΔΕΣΦΑ σχεδιάζει την κατασκευή του πρώτου δικτύου μεταφοράς CO2 που θα δεσμεύουν βιομηχανίες.
Το έργο αποτελεί την πρώτη απόπειρα εφαρμογής της τεχνολογίας CCS (Carbon Capture and Storage) και τη μεγαλύτερη βιομηχανική επένδυση στη χώρα (επένδυση που αγγίζει το 1 δισ. ευρώ) ενώ φιλοδοξεί να συμβάλει καθοριστικά στην ενεργειακή μετάβαση και την επίτευξη των εθνικών και ευρωπαϊκών κλιματικών στόχων.
Η ανάπτυξη της τεχνολογίας CCS μπορεί να παράσχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις ελληνικές βιομηχανίες, δημιουργώντας έτσι ευκαιρίες απασχόλησης και προσελκύοντας χρηματοδότηση από την ΕE.
Εν αναμονή του ρυθμιστικού πλαισίου
Η εξέλιξη αυτή βάζει την ελληνική αγορά δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα (CCS) σε κομβικό σημείο, καθώς επιχειρείται η μετάβαση από την τεχνική προετοιμασία στην εμπορική υλοποίηση. Η εγχώρια αγορά εξακολουθεί να έρχεται αντιμέτωπη με προκλήσεις και ανοιχτά μέτωπα, με τις ρυθμιστικές εκκρεμότητες να αποτελούν βασικό τροχοπέδη.
Από την πλευρά της, η ΕΔΕΥΕΠ, αρμόδια αρχή για τον υπόγειο αποθηκευτικό σχεδιασμό, προχωρά στην ολοκλήρωση ενός πλήρους ρυθμιστικού πλαισίου για την αγορά αποθήκευσης CO₂, όπως ανέφερε ο Ευθύμιος Ταρτάρας, Επικεφαλής Γεωεπιστημών. Το σχέδιο κανονισμού βρίσκεται σε φάση διαβούλευσης με στόχο την ενεργοποίησή του έως το τέλος του 2025.
Το πλαίσιο αναμένεται να ρυθμίζει κρίσιμα ζητήματα, όπως την κατανομή της χωρητικότητας, τα χρονοδιαγράμματα χρήσης, αλλά και την παροχή κρατικών ενισχύσεων μέσω μηχανισμών όπως τα Contracts for Difference (CfDs), κατά τα πρότυπα Ολλανδίας και Δανίας.
Στο ίδιο πλαίσιο, εξετάζεται και η δυνατότητα διασυνοριακής εξαγωγής CO₂ για αποθήκευση σε τρίτες χώρες, με την Αίγυπτο να αποτελεί βασική επιλογή, στο πλαίσιο διακρατικής συμφωνίας Ελλάδας-Αιγύπτου.
Το project CO₂ στον Πρίνο αποτελεί ένα crash test για τη δυναμική της χώρας να ενεργοποιήσει την εγχώρια αλυσίδα αξίας CCS. Εφόσον υπάρξει επαρκής συμμετοχή στο market test και θεσμική ωρίμανση, το έργο μπορεί να μετατραπεί σε υπόδειγμα για την ευρύτερη ανάπτυξη υποδομών μηδενικού άνθρακα στη χώρα.
Η Ελλάδα, μέσω του συγκεκριμένου έργου, φιλοδοξεί να αποκτήσει ρόλο-κλειδί στον αναπτυσσόμενο τομέα της αποθήκευσης άνθρακα, προσφέροντας λύσεις όχι μόνο για την εγχώρια αγορά αλλά και για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Για αυτό άλλωστε και το project έχει ήδη χαρακτηριστεί ως έργο κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος (PCI).
Η αρχική γεωτρητική καμπάνια και οι δοκιμές των πηγαδιών που χρηματοδοτούνται από το RRF, έχουν προγραμματιστεί για το 2026. Στη συνέχεια θα προχωρήσει η κατασκευή του αγωγού και του τερματικού στο οποίο θα ελλιμενίζονται τα πλοία μεταφοράς υγροποιημένου CO2. Ο προγραμματισμός του έργου είναι να μπορεί να δεχθεί ποσότητες CO2 από το 2027, έχοντας λάβει Άδεια Λειτουργίας έναν χρόνο νωρίτερα, ενώ από το 2030 θα λειτουργεί με την πλήρη δυναμικότητα των 3 εκατ. τόνων CO2 τον χρόνο.
Η επένδυση είναι μια από τις μεγαλύτερες στην ιστορία της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας & Θράκης και, πιθανότατα, η μεγαλύτερη στην ιστορία του νομού Καβάλας και με αυτήν αναμένεται να δημιουργηθεί ένας νέος κύκλος βιώσιμης ανάπτυξης που θα ενισχύσει τις τοπικές οικονομίες αλλά και τη γεωπολιτική θέση της περιοχής.
Στη φάση κατασκευής, το έργο αναμένεται να δώσει ώθηση στην τοπική οικονομία, δημιουργώντας εξειδικευμένες θέσεις εργασίας και αξιοποιώντας εγχώρια τεχνογνωσία, με την καθημερινή απασχόληση περίπου 200 εργαζομένων.