Για δεκαετίες η Ασία υπήρξε η ατμομηχανή της παγκόσμιας ζήτησης LNG. Το 2025, όμως, το κέντρο βάρους μετακινήθηκε με την ασιατική «όρεξη» να υποχωρεί, ενώ η Ευρώπη ανεβάζει ταχύτητα και καλύπτει σχεδόν σπιθαμή προς σπιθαμή την πτώση της Ανατολής.
Τα τελευταία στοιχεία για την Ευρώπη παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς τον Οκτώβριο οι ασιατικές εισαγωγές μειώθηκαν στα 22,84 εκατ. τόνους από 24,39 εκατ. έναν χρόνο πριν. Την ίδια ώρα, οι ευρωπαϊκές αφίξεις εκτινάχθηκαν στα 10,63 εκατ. τόνους τον μήνα και συνολικά στους πρώτους δέκα μήνες του έτους η Ευρώπη αύξησε τις εισαγωγές της κατά 16,75 εκατ. τόνους σε ετήσια βάση.
Το δίκτυο ευρωπαϊκών τερματικών
Πίσω από τους μεγάλους αυτούς όγκους κρύβεται ένα ταχέως αναπτυσσόμενο ευρωπαϊκό δίκτυο τερματικών. Ποιες είναι σήμερα, λοιπόν, οι ενεργές πύλες του LNG στην Ευρώπη; Στον πυρήνα της ΕΕ λειτουργούν μεγάλοι τερματικοί στην Ισπανία (το ιστορικά μεγαλύτερο cluster της ηπείρου), στη Γαλλία (Montoir, Fos, Dunkirk), στην Ιταλία (Panigaglia, OLT Livorno, Ravenna FSRU), στην Πορτογαλία (Sines), στο Βέλγιο (Zeebrugge), στις Κάτω Χώρες (Gate Rotterdam, Eemshaven FSRUs), στην Πολωνία (Świnoujście), στη Λιθουανία (Klaipėda), στη Φινλανδία (Inkoo FSRU και Hamina), στην Κροατία (Krk FSRU) και στην Ελλάδα (Ρεβυθούσα, με την Αλεξανδρούπολη FSRU να έχει ήδη εισέλθει στο δίκτυο). Εκτός ΕΕ αλλά εντός Ευρώπης, η Βρετανία παραμένει βαρόμετρο με τον τερματικό Isle of Grain, ο οποίος άλλαξε χέρια φέτος, επιβεβαιώνοντας τη στρατηγική του αξία για την ασφάλεια εφοδιασμού του Ηνωμένου Βασιλείου.
Από το 2022 έως το 2024 τέθηκαν σε λειτουργία δώδεκα νέοι σταθμοί και ολοκληρώθηκαν έξι επεκτάσεις, προσθέτοντας περίπου 70 δισ. κ.μ. ετήσιας δυναμικότητας και ανεβάζοντας το σύνολο της ευρωπαϊκής ικανότητας επαναεριοποίησης στα περί τα 250 δισ. κ.μ. τον χρόνο.
Το 2025 η Ευρώπη εμπλουτίστηκε με νέες αφίξεις. Η Γερμανία πρόσθεσε δεύτερη FSRU στο Βίλχελμσχαφεν, η Ιταλία έθεσε σε λειτουργία το Ravenna FSRU, ενώ καταγράφηκαν επεκτάσεις στο λιμάνι του Ζεεμπρούγκε (Βέλγιο) και στο Krk (Κροατία).
Συνολικά, ο ευρωπαϊκός χάρτης LNG του 2025 είναι πιο πυκνός από ποτέ. Η ΕΕ διαθέτει πλέον «ανάσα» δυναμικότητας, αλλά θα χρειαστεί να αποδείξει ότι μπορεί να τη χρησιμοποιήσει αποδοτικά.
Η εκρηκτική προσφορά και ζήτηση
Στην πλευρά της προσφοράς, το παζλ παραμένει σύνθετο. Οι ΗΠΑ, το Κατάρ και η Αυστραλία κρατούν τα σκήπτρα, με τις ΗΠΑ να «ταΐζουν» τους ευρωπαϊκούς τερματικούς όλο και περισσότερο, καθώς η ήπειρος απομακρύνεται από τις ρωσικές ροές μέσω αγωγών χωρίς να έχει ακόμη «σβήσει» εντελώς το ρωσικό LNG. Θυμίζουμε ότι η πλήρης απαγόρευση θα ισχύσει από τις αρχές του 2028.
Το 2024, η ΕΕ εισήγαγε πάνω από 100 δισ. κ.μ. LNG, επιβεβαιώνοντας τη θέση της ως του μεγαλύτερου εισαγωγέα παγκοσμίως. Σε παγκόσμια κλίμακα, το εμπόριο LNG συνέχισε να αυξάνεται και το 2024, με νέες μονάδες υγροποίησης να προετοιμάζονται για είσοδο από το 2026–2027, χρονιά-«κλειδί» για επιπλέον προσφορά.
Γιατί, όμως, η Ευρώπη «τραβά» τόσο LNG φέτος; Πέρα από την ανάγκη υποκατάστασης ρωσικού αερίου, οι αποθήκες χρειάζονται προληπτικά υψηλά αποθέματα ενόψει χειμώνα, ενώ οι βιομηχανίες –όπου δεν έχουν υποκατασταθεί τα καύσιμα– εξακολουθούν να αναζητούν σιγουριά τροφοδοσίας.
Στους πρώτους δέκα μήνες του 2025, οι ευρωπαϊκές εισαγωγές ανήλθαν σε 101,38 εκατ. τόνους, παρά τις δηλώσεις για μόνιμη μείωση κατανάλωσης φυσικού αερίου. Η εικόνα αυτή αντιστρέφει τη στασιμότητα της Ασίας και κρατά τις spot τιμές σταθερά υψηλές, μέχρι να τεθούν σε λειτουργία οι νέες παγκόσμιες ικανότητες υγροποίησης.
Η Ελλάδα σε ρόλο-κλειδί και το ντόμινο... συμφωνιών
Η χώρα έχει ήδη αναβαθμίσει τον ρόλο της στον κλάδο σημαντικά τα τελευταία χρόνια με τα πρόσφατα ενεργειακά deals του Ζαππείου να έρχονται να τον ενισχύσουν ακόμα περισσότερο. Η Ρεβυθούσα παραμένει ο «εγγυητής» του συστήματος, ενώ η είσοδος του FSRU Αλεξανδρούπολης αυξάνει το περιθώριο εισαγωγών και, κυρίως, επανεξαγωγών προς τα Βαλκάνια μέσω του Κάθετου Διαδρόμου. Η προοπτική δεύτερου FSRU στη Θράκη, σε συνδυασμό με τις ενισχύσεις στο δίκτυο συμπίεσης και στις διασυνδέσεις με Βουλγαρία–Ρουμανία, μπορεί να μετατρέψει τις βόρειες πύλες της χώρας σε μόνιμη «στρόφιγγα» για Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη.
Φυσικά, το τελευταίο big deal μεταξύ Aktor, ΔΕΠΑ και Venture Global για την προμήθεια αμερικανικού LNG, 20ετούς διάρκειας συμβολαίου για μέγιστη ποσότητα 4 bcm, έρχεται να επιβεβαιώσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Ελλάδας ως περιφερειακού κόμβου εισαγωγής, μεταφοράς και διανομής LNG στην Ευρώπη.
Για την Ελλάδα, η επόμενη διετία είναι παράθυρο ευκαιρίας καθώς αν οι συνδέσεις προς Βορρά «ανοίξουν» πλήρως και οι προμηθευτές «κλειδώσουν» όγκους, ο ρόλος της ως πύλης LNG στη ΝΑ Ευρώπη παύει να είναι φιλοδοξία και γίνεται κανονικότητα. Μετά το 2028, όταν και αναμένεται να ολοκληρωθεί η απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο, η χώρα φιλοδοξεί να αναλάβει κεντρικό ρόλο στη διανομή νέων ποσοτήτων LNG προς τον Βορρά.
Η Αθήνα μπαίνει στην πιο απαιτητική φάση για να μετατρέψει το αφήγημα σε πράξη και να καταστεί η κύρια πύλη εισόδου αμερικανικού LNG προς τα Βαλκάνια και τη ΝΑ Ευρώπη από το 2028 και μετά. Το μήνυμα της P-TEC, που ολοκληρώθηκε με ισχυρή παρουσία πολιτικών και επιχειρηματικών παραγόντων, ήταν σαφές. Υπάρχει τόσο η βούληση όσο και τα κεφάλαια για ένα νέο ενεργειακό οικοσύστημα στην περιοχή.
Σήμερα, οι ελληνικές εξαγωγές φυσικού αερίου κινούνται γύρω στα 11 bcm ετησίως, εκ των οποίων περίπου 10 bcm μέσω TAP και ~1 bcm από LNG. Με την πλήρη εμπορική λειτουργία του FSRU Αλεξανδρούπολης το 2026 αναμένεται να προστεθεί ακόμη ~1 bcm. Για να αναλάβει, όμως, η Ελλάδα τον ρόλο της βασικής πύλης των ΗΠΑ προς τον Βορρά, θα πρέπει να μπορεί να υποδεχθεί και να διοχετεύσει ροές LNG της τάξης των 16–20 bcm. Αυτό προϋποθέτει περισσότερα FSRU, αναβαθμίσεις στο ελληνικό δίκτυο και, κυρίως, επενδύσεις σε αγωγούς στις γειτονικές βαλκανικές χώρες ώστε ο «Κάθετος Διάδρομος» να λειτουργεί χωρίς bottlenecks.
Σε πολιτικό επίπεδο, η ευρωπαϊκή στροφή είναι εμφανής: η ΕΕ έχει δεσμευθεί για εισαγωγές ενεργειακών προϊόντων από τις ΗΠΑ αξίας 750 δισ. ευρώ την τριετία 2026–2028, ενώ η ενεργή παρουσία της Γενικής Διευθύντριας Ενέργειας, Ντίτε Γιόρκενσεν, στις κρίσιμες συναντήσεις της P-TEC σήμανε στήριξη όχι μόνο στη διαφοροποίηση προμηθειών, αλλά και στις απαιτούμενες υποδομές και συμβάσεις (περιλαμβανομένης της Ουκρανίας).
Το διακύβευμα είναι σαφές: αν οι επενδύσεις και τα συμβόλαια προχωρήσουν συντονισμένα, η Ελλάδα παύει να είναι «διάδρομος ευκαιρίας» και γίνεται μόνιμη ενεργειακή πύλη της ΝΑ Ευρώπης.
