Σε τροχιά αναπροσαρμογής μπαίνει το πρόγραμμα αποθήκευσης ενέργειας μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς η κυβέρνηση επιχειρεί να διασφαλίσει ότι όλα τα επιδοτούμενα έργα θα έχουν ολοκληρωθεί έως το καλοκαίρι του 2026 – το ορόσημο για δράσεις που χρηματοδοτούνται από το «Ελλάδα 2.0».
Μικρότερο χαρτοφυλάκιο, αυστηρές προθεσμίες
Σύμφωνα με τον νέο σχεδιασμό, η ισχύς των έργων που θα επιδοτηθούν περιορίζεται σε 700 MW, έναντι των 875 MW που προβλεπόταν αρχικά.
Από τους τρεις διαγωνισμούς της ΡΑΑΕΥ είχαν προκριθεί συνολικά περίπου 901 MW, κάτι που σημαίνει ότι αρκετά έργα –κυρίως από τον τρίτο γύρο δημοπρασιών– θα μείνουν εκτός.
Η επιλογή δεν είναι τυχαία καθώς για τα projects αυτά, ισχύος 189 MW σε πρώην λιγνιτικές περιοχές, θεωρείται δύσκολο να προλάβουν τα ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα.
Τελικά, μόλις 50 MW αναμένεται να χρηματοδοτηθούν ενώ τα έργα των δύο πρώτων διαγωνισμών έχουν ήδη λάβει παράταση μέχρι τον Μάρτιο του 2026, με δυνατότητα επιπλέον τριμήνου – αν και με «πέναλτι» στην εγγυητική τους επιστολή.
Επιδότηση με το… κιλό
Παρά τον «κόφτη» στα MW, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας επιχειρεί να κρατήσει αμετάβλητο το κονδύλι των 250 εκατ. ευρώ.
Αν το σχέδιο εγκριθεί από τις Βρυξέλλες, τα έργα που θα προχωρήσουν θα μοιραστούν μεγαλύτερη ενίσχυση ανά εγκατεστημένο μεγαβάτ. Σε διαφορετική περίπτωση, το budget θα περιοριστεί κοντά στα 150 εκατ. ευρώ.
Συνολικά έχουν περάσει στη γραμμή εκκίνησης 32 projects: 12 από τον πρώτο διαγωνισμό, 11 από τον δεύτερο και 9 από τον τρίτο.
Η αρχική επιδότηση είχε οριστεί στα 200.000 ευρώ/MW για τον πρώτο και τον τρίτο γύρο και στα 100.000 ευρώ/MW για τον δεύτερο.
Εναλλακτικές πηγές για όσους μένουν εκτός
Το ΥΠΕΝ διαβεβαιώνει ότι τα έργα που δεν θα χρηματοδοτηθούν μέσω RRF δεν θα μπουν στον «πάγο» καθώς προβλέπεται η αναζήτηση άλλων πόρων, όπως το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων ή άλλα ευρωπαϊκά ταμεία.
Οριστικά εκτός θα μείνουν μόνο όσα έργα παρουσιάζουν ανυπέρβλητες καθυστερήσεις, όπως εκκρεμοδικίες στο ΣτΕ.
Οι μπαταρίες ως «χρυσωρυχείο» για την αγορά
Την ίδια στιγμή, μελέτη του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης αναδεικνύει το «χρυσό» μέλλουν που κρύβει για τους επενδυτές ο κλάδος των μπαταριών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, μια μονάδα 10 MW με διάρκεια αποθήκευσης πέντε ωρών μπορεί να αποφέρει κέρδη άνω των 2 εκατ. ευρώ ετησίως στα πρώτα χρόνια λειτουργίας της.
Με κόστος επένδυσης που κυμαίνεται διεθνώς στα 2,5-5 εκατ. ευρώ, η επένδυση μοιάζει κάτι παραπάνω από ελκυστική.
Συγκεκριμένα, το ΑΠΘ υπολογίζει έσοδα 2,6 εκατ. ευρώ το 2026, τα οποία θα υποχωρήσουν στα 1,8 εκατ. ευρώ το 2028 και θα σταθεροποιηθούν γύρω στα 1,6 εκατ. ευρώ ετησίως μέχρι το 2037.
Η μείωση οφείλεται στο ότι τα κέρδη από εξισορρόπηση και εφεδρεία θα περιοριστούν, καθώς θα ενταχθούν περισσότερες μπαταρίες στο σύστημα. Ωστόσο, το arbitrage –δηλαδή η εκμετάλλευση της διαφοράς τιμών ενέργειας– θα συνεχίσει να προσφέρει σημαντικές αποδόσεις.
Όσοι επενδυτές κινηθούν πρώτοι θα έχουν το μεγαλύτερο προβάδισμα με την αποθήκευση ενέργειας με μπαταρίες να μην αποτελεί απλώς τεχνολογική πρόκληση αλλά και μια από τις πιο προσοδοφόρες επενδυτικές ευκαιρίες της δεκαετίας.
Στο δίλημμα «κόφτης ή κίνητρο», η απάντηση φαίνεται να είναι και τα δύο: λιγότερα έργα, αλλά περισσότερα κέρδη για όσους προλάβουν.
