Στην τελική ευθεία έχει μπει η επανεκκίνηση του πετρελαιαγωγού Θεσσαλονίκης–Σκοπίων, ο οποίος, μετά από περισσότερο από μια δεκαετία σιωπής, ετοιμάζεται να επιστρέψει σε λειτουργία έως το τέλος του 2025. Η εξέλιξη έρχεται να καλύψει ένα εμφανές κενό στη διακίνηση καυσίμων στα Βαλκάνια, σε μια περίοδο όπου οι εφοδιαστικές αλυσίδες της περιοχής αναδιατάσσονται και οι ισορροπίες στην αγορά αλλάζουν.
Κομβικός «μοχλός» της επανεκκίνησης είναι η VARDAX, η εταιρεία ιδιοκτησίας και διαχείρισης του έργου, στην οποία η HELLENiQ ENERGY κατέχει το 80% και το Δημόσιο της Βόρειας Μακεδονίας το 20%. Με βάση τις μέχρι τώρα πληροφορίες, η εταιρεία ολοκληρώνει τις τελευταίες τεχνικές δοκιμές, τις αδειοδοτήσεις και τα πρωτόκολλα ασφαλείας, ώστε ο αγωγός να επαναλειτουργήσει ύστερα από 13 χρόνια αδράνειας.
Το πολιτικό σήμα για την επανεκκίνηση δόθηκε από την ηγεσία της Βόρειας Μακεδονίας, που μίλησε για επαναλειτουργία εντός του έτους, ενώ από την πλευρά της HELLENiQ ENERGY επισημαίνεται ότι απομένουν οι τελευταίες εγκρίσεις για να ξεκινήσουν οι ροές.
Το ιστορικό
Ο αγωγός κατασκευάστηκε το 2002 για να συνδέσει τα διυλιστήρια Θεσσαλονίκης με τις εγκαταστάσεις της OKTA στα Σκόπια. Έχει συνολικό μήκος περίπου 213 χιλιομέτρων, εκ των οποίων τα 70 βρίσκονται εντός ελληνικού εδάφους. Μετά τον εκσυγχρονισμό και τους πρόσφατους ελέγχους, μπορεί να μεταφέρει έως 2,5 εκατ. τόνους καυσίμων ετησίως, με βασικό φορτίο το ντίζελ κίνησης στη νέα φάση λειτουργίας του.
Η γεωγραφική διαδρομή του εντός Ελλάδας περνά από τη δυτική περιφέρεια της Θεσσαλονίκης και συνεχίζει προς Κιλκίς και Παιονία, πριν διασχίσει τα σύνορα. Η έμφαση αυτή τη φορά δεν είναι μόνο στην τροφοδοσία της Βόρειας Μακεδονίας, αλλά και στη δυνατότητα δημιουργίας ενός ισχυρότερου δικτύου διανομής προς τα Δυτικά Βαλκάνια.
Εδώ ακριβώς εντοπίζεται και το εμπορικό στοίχημα της HELLENiQ: η αξιοποίηση της OKTA ως κόμβου logistics για την ευρύτερη περιοχή. Η υφιστάμενη παρουσία της EKO σε αγορές όπως η Σερβία, η Βουλγαρία, η Βόρεια Μακεδονία και το Μαυροβούνιο διαμορφώνει μια έτοιμη εμπορική βάση, που μπορεί να υποστηρίξει αυξημένες ροές προϊόντων από τη Θεσσαλονίκη προς βορρά. Η μεταφορά μέσω αγωγού μειώνει το κόστος και τους χρόνους σε σχέση με τις οδικές μεταφορές, βελτιώνοντας την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής εφοδιαστικής αλυσίδας.
Το timing
Το timing της επανεκκίνησης έχει και μια σαφή γεωοικονομική διάσταση. Η σταδιακή αποχώρηση ρωσικών εταιρειών από τμήματα της περιφερειακής αγοράς καυσίμων αφήνει χώρο για νέους «παίκτες» και νέα κανάλια τροφοδοσίας. Σε αυτό το περιβάλλον, η Ελλάδα επιχειρεί να κεφαλαιοποιήσει την εγγύτητα, τις υποδομές και τη διυλιστική της ισχύ, μετατρέποντας μια παλαιότερη επένδυση σε σύγχρονο εργαλείο επιρροής.
O πετρελαιαγωγός Θεσσαλονίκης–Σκοπίων μπορεί να λειτουργήσει ως ένας κρίσιμος άξονας σταθερότητας για την προμήθεια καυσίμων στα Βαλκάνια, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει τον ρόλο της χώρας μας ως περιφερειακού παρόχου και διαμετακομιστικού κόμβου.
To έργο αναμένεται να προσθέσει ακόμα ένα κομμάτι στο παζλ της ελληνικής ενεργειακής παρουσίας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, αυτή τη φορά όχι μέσω ηλεκτρισμού ή φυσικού αερίου, αλλά μέσω της «παραδοσιακής» –και πάντα κρίσιμης– αλυσίδας καυσίμων.
