Από τους Ρωμαίους στο 2025: Η «εμμονή» της Ιταλίας με τον χρυσό αποδίδει καρπούς
Shutterstock
Shutterstock

Από τους Ρωμαίους στο 2025: Η «εμμονή» της Ιταλίας με τον χρυσό αποδίδει καρπούς

Η «αγάπη» της Ιταλίας με τον χρυσό έχει αρχίσει να αποδίδει σημαντικούς καρπούς, ανέφερε την Τετάρτη το Reuters, κάνοντας μια αναδρομή στις σχέσεις της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με το πολύτιμο μέταλλο, την ώρα που η κεντρική τράπεζα της χώρας συγκεντρώνει τεράστιες ποσότητες χρυσού.

Το δημοσίευμα αναφέρει πως τα επίπεδα χρυσού που διακρατά η Ιταλία αντανακλούν δεκαετίες αποφασιστικής προστασίας, μετά την ανασυγκρότηση των αποθεμάτων που λεηλατήθηκαν από τους Ναζί τη δεκαετία του 1940, και μια στάση που την οδήγησε να αντισταθεί στις εκκλήσεις για πώληση κατά τη διάρκεια επαναλαμβανόμενων κρίσεων και καθώς το δημόσιο χρέος της αυξανόταν ραγδαία.


Η Τράπεζα της Ιταλίας διαθέτει σήμερα το τρίτο μεγαλύτερο εθνικό απόθεμα χρυσού στον κόσμο, μετά τις ΗΠΑ και τη Γερμανία. Οι 2.452 μετρικοί τόνοι χρυσού της έχουν αξία περίπου 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων στις τρέχουσες τιμές, περίπου το 13% του εθνικού προϊόντος του 2024, σύμφωνα με υπολογισμούς του Reuters.

Τα λάφυρα του πολέμου σε καιρό ειρήνης

Η αγάπη της Ιταλίας για τον χρυσό χρονολογείται από χιλιετίες πριν, με τους Ετρούσκους να έχουν κατακτήσει την τεχνική της σύντηξης χρυσών χαντρών πολύ πριν από την αρχαία Ρώμη. Υπό τον Ιούλιο Καίσαρα, το χρυσό νόμισμα aureus έγινε ο νομισματικός ακρογωνιαίος λίθος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, και αιώνες αργότερα, το fiorino απέκτησε την ίδια επιρροή στη μεσαιωνική Ευρώπη με αυτή που έχει σήμερα το δολάριο.

Η πιο πρόσφατη πολιτική της χώρας σε σχέση με το χρυσό διαμορφώθηκε από την εμπειρία της κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, όταν οι ναζιστικές δυνάμεις, με τη βοήθεια του φασιστικού καθεστώτος της Ιταλίας, κατάσχεσαν 120 τόνους από τα αποθέματά της. Μέχρι το τέλος του πολέμου, αυτά είχαν μειωθεί σε περίπου 20 τόνους.

Κατά τη διάρκεια του μεταπολεμικού «οικονομικού θαύματος», η Ιταλία έγινε μια οικονομία βασισμένη στις εξαγωγές και είδε μια αύξηση στις εισροές ξένου συναλλάγματος, κυρίως δολαρίων ΗΠΑ. Μέρος αυτών, σύμφωνα με την ιστοσελίδα της Τράπεζας της Ιταλίας, μετατράπηκε σε χρυσό.

Τα αποθέματά της είχαν ανέλθει σε 1.400 τόνους μέχρι το 1960, συμπεριλαμβανομένων των τριών τετάρτων των κατασχεθέντων ράβδων χρυσού που κατάφερε να ανακτήσει το 1958.

Τα οικογενειακά τιμαλφή

Οι πετρελαϊκές κρίσεις της δεκαετίας του 1970 προκάλεσαν περαιτέρω παγκόσμια αβεβαιότητα, η οποία στην Ιταλία οδήγησε σε κοινωνικές αναταραχές και συχνές αλλαγές στην κυβέρνηση, κάτι που θεωρήθηκε επικίνδυνο από τους επενδυτές.

«Η ακραία νομισματική αστάθεια οδήγησε τις κεντρικές τράπεζες των δυτικών χωρών να αγοράσουν χρυσό, το απόλυτο σύμβολο της οικονομικής σταθερότητας», δήλωσε στο Reuters ο Στέφανο Κασέλι, πρύτανης της Σχολής Διοίκησης SDA Bocconi στο Μιλάνο.

Για να αντισταθμίσει τα δημοσιονομικά κενά που άφησε η φυγή κεφαλαίων, η Ρώμη χρησιμοποίησε 41.300 ράβδους από τα αποθέματα χρυσού της ως εγγύηση για ένα δάνειο 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων από την γερμανική Bundesbank το 1976.
Ωστόσο, σε αντίθεση με τη Βρετανία ή την Ισπανία, η Ιταλία αρνήθηκε να πουλήσει χρυσό κατά τη διάρκεια των οικονομικών κρίσεων, διατηρώντας τα αποθέματά της ακόμη και κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους του 2008.

«Ο χρυσός είναι σαν τα ασημικά της οικογένειας, είναι σαν το πολύτιμο ρολόι του παππού, είναι η τελευταία λύση σε περιόδους κρίσης, οποιασδήποτε κρίσης που υπονομεύει την διεθνή εμπιστοσύνη στη χώρα», έγραψε ο Σαλβατόρ Ρόσι, πρώην αναπληρωτής διοικητής της Τράπεζας της Ιταλίας.

Η σύγχρονη εποχή 

Με το χρυσό να εξακολουθεί να θεωρείται ως μέσο ασφαλείας τελευταίας λύσης από πολλές δυτικές χώρες, οι κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο προχωρούν και πάλι σε αποθέματα εν μέσω της αναδιάρθρωσης της παγκόσμιας τάξης.
«Αυτή η ιστορική απόφαση της Τράπεζας της Ιταλίας φαίνεται εντυπωσιακά σύγχρονη», είπε «Επειδή βρισκόμαστε και πάλι στο ίδιο σημείο».

Η Τράπεζα της Ιταλίας διαθέτει σήμερα περίπου 871.713 χρυσά νομίσματα βάρους περίπου 4,1 τόνων στα θησαυροφυλάκια της, τα οποία ονομάζονται «σακριστία» από το δωμάτιο της εκκλησίας όπου φυλάσσονται τα ιερά αντικείμενα.

Ο χρυσός αντιπροσώπευε σχεδόν το 75% των επίσημων αποθεμάτων της Ιταλίας στο τέλος του περασμένου έτους, ένα ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από το 66,5% της Ευρωζώνης, σύμφωνα με στοιχεία του World Gold Council.

Περίπου 1.100 τόνοι είναι αποθηκευμένοι στο θησαυροφυλάκιο κάτω από τα κεντρικά γραφεία της Τράπεζας της Ιταλίας στο Palazzo Koch, σε μικρή απόσταση με τα πόδια από το Κολοσσαίο. Παρόμοια ποσότητα διατηρείται στις ΗΠΑ ενώ μικρότερες ποσότητες διατηρούνται στη Βρετανία και την Ελβετία.

Η Ιταλία παραμένει επίσης ένας από τους κορυφαίους εξαγωγείς χρυσών κοσμημάτων στον κόσμο, με την παραγωγή να συγκεντρώνεται στην Αλεσσάντρια, το Αρέτσο και τη Βιτσέντσα από brands όπως τα Bulgari, Buccellati και Damiani.

Οι εκκλήσεις για πώληση χρυσού με σκοπό τη μείωση του δημόσιου χρέους της Ιταλίας, το οποίο σήμερα υπερβαίνει τα 3 τρισεκατομμύρια ευρώ και αναμένεται να φθάσει το 137,4% του ΑΕΠ το επόμενο έτος, συνεχίζουν να ακούγονται, αλλά δεν έχουν ακόμη αποδώσει καρπούς.

«Η πώληση ακόμη και του μισού του χρυσού που κατέχει η Ιταλία δεν θα έλυνε το πρόβλημα του χρέους της χώρας», δήλωσε ο Τζιάκομο Τσιορίνο, επικεφαλής της ανάλυσης αγοράς στην Banca Patrimoni Sella & C.

Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η πώληση ράβδων χρυσού θα μπορούσε να αποδεσμεύσει κεφάλαια για βασικές δημόσιες υπηρεσίες προς όφελος των πολιτών, αντί να μένουν αδρανείς σε θησαυροφυλάκια.

Ωστόσο, η Τράπεζα της Ιταλίας δεν δείχνει καμία πρόθεση να πουλήσει.

«Σε μια εποχή που ο κόσμος αναδιαμορφώνεται, οι τιμές της αγοράς έχουν φτάσει σε πρωτοφανή πολλαπλάσια και (ψηφιακά περιουσιακά στοιχεία όπως) τα stablecoins και τα κρυπτονομίσματα κερδίζουν έδαφος, οι κεντρικές τράπεζες κατέχουν επί του παρόντος τα πιο περιζήτητα περιουσιακά στοιχεία» είπε ο Κασέλι. «Έχουν δίκιο που δεν τα πωλούν».