Η Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση στην Ελλάδα είναι οκτάχρονη, αφού αυτή πλέον περιλαμβάνει εκτός από τα έξι χρόνια του Δημοτικού Σχολείου και δύο χρόνια προσχολικής αγωγής.
Η σημασία αυτής της βαθμίδας στην ψυχοπνευματική ανάπτυξη και στη συνολική ωρίμανση κι εξέλιξη του παιδιού σε όλους τους σημαντικούς τομείς της ζωής, σύμφωνα με τους επιστήμονες και τους ειδικούς όλων των ειδικοτήτων, είναι τεράστια. Στα χρόνια αυτά μπαίνουν οι βάσεις της πνευματικής, της ηθικής και της κοινωνικο-συναισθηματικής συγκρότησης της προσωπικότητας του κάθε ανθρώπου.
Από τα παιδιά προερχόμαστε και τα παιδιά είναι το μέλλον. Τα οκτώ αυτά χρόνια υποχρεωτικής εκπαίδευσης ασκούν τεράστια επίδραση στην ανάπτυξή τους και στην εκδήλωση της συμπεριφοράς αργότερα, στην ενήλικη ζωή. Ο σκοπός είναι μέσα από την εκπαίδευση να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για συναισθηματικά και πνευματικά ώριμους ενήλικες, έτοιμους να συνάψουν υγιείς διαπροσωπικές σχέσεις σε ένα πλαίσιο ισοτιμίας, αμοιβαιότητας και σεβασμού, οι οποίες θα προάγουν συνολικά ένα μοντέλο υγιούς κοινωνικότητας.
Μέσα από τη θεσμοθετημένη υποχρεωτική εκπαίδευση, η Ελλάδα όπως και κάθε χώρα προσδοκά συλλογικά οφέλη από τα παιδιά, όταν αυτά ενηλικιωθούν. Όπως κάθε χώρα, ιστορικά επενδύει στην επιβίωσή της και προσδοκά την υγιή αναπαραγωγή και μετεξέλιξη της κοινωνίας της.
Για παράδειγμα, τα παιδιά που έχουν δεχθεί σωστή εκπαίδευση, θα μπορούν ως αυριανοί πλέον πολίτες να αντιλαμβάνονται ότι τα δικαιώματα εδράζονται πρωτίστως σε υποχρεώσεις κι ανάληψη προσωπικής ευθύνης. Επίσης, με την κριτική ικανότητα που θα έχουν συστηματικά αναπτύξει ήδη μέσα από τη βασική τους εκπαίδευση, θα είναι δια βίου σε ετοιμότητα να αναγνωρίζουν και να αξιοποιούν κάθε ευκαιρία στη ζωή τους ώστε να τη βελτιώνουν διαρκώς, με σεβασμό πάντα στον συνάνθρωπο και στις πανανθρώπινες αξίες.
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα στη βασική εκπαίδευση στην Ελλάδα, θα πρέπει να υπάρξει ένας ριζικός επανασχεδιασμός όλων των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών. Στα νέα προγράμματα η έμφαση πρέπει να δοθεί κατά προτεραιότητα στη σωστή κι ολοκληρωμένη αγωγή των μαθητών.
Τα αναλυτικά προγράμματα του νηπιαγωγείου και του δημοτικού σχολείου θα πρέπει να προβλέπουν και να προτείνουν συγκεκριμένες καθημερινές δραστηριότητες μέσα στις τάξεις για την υγιή κοινωνικο-συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών μέσα στο σχολείο, στην οικογένεια και στην ευρύτερη κοινότητα.
Τα παιδιά, με τη βοήθεια και τη διαμεσολάβηση των ενηλίκων, με σενάρια μάθησης και παιχνίδια θα μαθαίνουν να ενστερνίζονται σταδιακά τις αξίες με κριτικό τρόπο και θα ωριμάζουν σύμφωνα με τα πορίσματα της εξελικτικής ψυχολογίας. Για τον σκοπό αυτό χρειάζεται ένα σχολικό πλαίσιο που θα τους προσφέρει αφενός σταθερότητα και αποδοχή, αλλά ταυτόχρονα θα θέτει και σαφή όρια και κανόνες συμπεριφοράς.
Το σχολείο θα είναι αυτό, το οποίο με βάση τα νέο αναλυτικό πρόγραμμα θα αναλαμβάνει την ευθύνη να διδάξει και κυρίως να ασκήσει τους μαθητές του με βιωματικό τρόπο σε όλες αυτές τις κοινωνικές δεξιότητες για τη ζωή, ώστε να μπορούν να τις εφαρμόζουν και αργότερα δια βίου στην καθημερινότητά τους.
Η μάθηση στη βαθμίδα αυτή θα πρέπει είναι επίσης βιωματική, να στηρίζεται στην εμπειρία των μαθητών και στη δυναμική αλληλεπίδραση μέσα στην ομάδα, όπου οι μαθητές με τη μέθοδο κυρίως των διαθεματικών project θα προχωρούν σε παραγωγή και οικοδόμηση της νέας γνώσης, με έμφαση στα ποιοτικά της χαρακτηριστικά κι όχι στην ποσότητα. Ταυτόχρονα, με σωστό σχεδιασμό κι οργάνωση της σχολικής ζωής συνολικά μέσα σε κάθε σχολική μονάδα, τα οφέλη σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής θα μπορούσαν να επαναπροσδιορίσουν θετικά τη θέση της χώρας μας στο παγκόσμιο ανταγωνιστικό περιβάλλον.
Αυτό που θα μπορούσε πραγματικά σήμερα να κάνει τη διαφορά στο εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας, θα ήταν όχι να ξεκινήσουμε τις αλλαγές από την τριτοβάθμια εκπαίδευση ή το σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων και το Λύκειο, όπως γίνεται όλα τα τελευταία χρόνια όπου κάθε υπουργός τρέχει να προλάβει να αφήσει το στίγμα του.
Αν θέλουμε ολοκληρωμένα αποτελέσματα με διάρκεια, θα πρέπει να ξεκινήσουμε με συνέπεια, σταθερότητα από τη βάση της εκπαίδευσης: από τo νηπιαγωγείο δηλαδή και το δημοτικό σχολείο. Με πλήρη επίγνωση των σημερινών συνθηκών και των αδυναμιών του εκπαιδευτικού μας συστήματος στη βαθμίδα αυτή, θα έλεγα ότι χρειαζόμαστε ριζικές αλλαγές και στους δύο τομείς τόσο της αγωγής όσο και της μάθησης.
Για παράδειγμα, στους τομείς της μαθητικής ζωής και πειθαρχίας αλλά και της ψυχοκινητικής διέγερσης των μαθητών, χρειάζονται ολοταχώς μεγάλα βήματα προς τα πίσω, όπου άκριτα και αβασάνιστα εγκαταλείψαμε πολλές καλές πρακτικές στο πλαίσιο ενός ταχύτατα εξελισσόμενου, όσο και αφελούς πολλές φορές, εκμοντερνισμού και στο χώρο της εκπαίδευσης.
Ταυτόχρονα, όμως, χρειάζεται και η αξιοποίηση των σύγχρονων πορισμάτων της εξελικτικής όσο και της και εκπαιδευτικής ψυχολογίας στο σχεδιασμό της διδακτικής πράξης, με την ένταξη σε αυτή ολοκληρωμένων ψυχολογικών διεργασιών σε κάθε εκπαιδευτική διαδικασία, που θα μετατρέπει τη μάθηση από καταναγκαστική και άχαρη διαδικασία, σε μια χαρούμενη δραστηριότητα για τους μαθητές.
Ο «εκσυγχρονισμός» του εκπαιδευτικού συστήματος που συντελέστηκε από το 1979-80 και μετά στη μεταπολιτευτική Ελλάδα της φιγούρας χωρίς αντίκρισμα και του βολέματος χωρίς κοινωνικό έλεγχο και λογοδοσία, ο οποίος σταδιακά διαμόρφωσε και το σύγχρονο τρόπο κοινωνικής ζωής στη χώρα μας, μας οδήγησαν στις σημερινές στρατιές αγράμματων μαθητών και φοιτητών, χωρίς κίνητρα και αξίες ζωής και στη δημιουργία μιας μαθητικής κοινωνίας στην οποία κυριαρχούν πλέον η βία και η απαξίωση, οι νεανικές συμμορίες και το bullying καθώς και οι χαμηλές επιδόσεις στις πανελλαδικές εξετάσεις και στους διεθνείς διαγωνισμούς PISA.
Οι συνθήκες αυτές, σε συνδυασμό με την έλλειψη ουσιαστικής και διαρκούς επανεκπαίδευσης, παροχής κινήτρων, αλλά και αξιοκρατίας στον κλάδο των εκπαιδευτικών, οδηγούν τους εκπαιδευτικούς μας συστηματικά, τα τελευταία χρόνια, σε απόγνωση κι επαγγελματική εξουθένωση (burn out) λόγω του αυξημένου εργασιακού στρες που αυτοί βιώνουν και αντιμετωπίζουν αβοήθητοι μέσα στα σχολεία τους, όπου χωρίς ουσιαστική υποστήριξη, χωρίς ηθικές αμοιβές και ορατούς στόχους επίτευξης αλλά κυρίως και χωρίς εργαλεία υπέρβασης αυτής της συνεχιζόμενης υποβάθμισης η οποία τους αλλοτριώνει.
Έτσι ουσιαστικά και πρακτικά αβοήθητοι, καλούνται να αντιμετωπίσουν καταστάσεις που τους υπερβαίνουν. Η κρίση αξιών και η υποβάθμιση συνολικά της σχολικής ζωής, είναι φαινόμενα που κυριαρχούν στις μέρες μας σε κάθε δημόσια ή ιδιωτική σχολική μονάδα, ήδη από την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση.
Αξίζει να στρατευτούμε σε αυτή την προσπάθεια και να προσπαθήσουμε για μια ριζική αλλαγή στο εκπαιδευτικό μας σύστημα; Η απάντηση είναι σίγουρα ΝΑΙ. «Αν σκέφτεσαι για έναν χρόνο, φύτεψε έναν σπόρο. Αν σκέφτεσαι για δέκα χρόνια, φύτεψε ένα δέντρο. Αν σκέφτεσαι για 100 χρόνια, δίδαξε ανθρώπους».
*Ο Ανδρέας Ζεργιώτης είναι Διδάκτωρ Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών με Μάστερ στη Σχολική Ψυχολογία.