Τελευταία ευκαιρία για… επενδυτικό σοκ και επιστροφή στις αγορές

Τελευταία ευκαιρία για… επενδυτικό σοκ και επιστροφή στις αγορές

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Μετά από οκτώ χρόνια οικονομικής κατάρρευσης, δραματικών πολιτικών αλλαγών και τρομακτικών κοινωνικών εξελίξεων, οι Έλληνες θα κληθούν μέσα στο 2019 να επιλέξουν την πολιτική ηγεσία που θα οδηγήσει τη χώρα στη μεταμνημονιακή εποχή με στόχο αφενός να τη βγάλει από την κρίση και αφετέρου να τη θωρακίσει ενόψει των πιθανών διεθνών αναταράξεων.

Ξένοι επενδυτικοί οίκοι υποστηρίζουν πως η Ελλάδα οφείλει να καταφέρει μέσα στο 2019 να προσελκύσει ξένα κεφάλαια ύψους άνω των 10 δισ. ευρώ και να αποκαταστήσει τη σχέση με τις αγορές, έτσι ώστε να μειωθεί το κόστος δανεισμού και να επιστρέψει το ελληνικό δημόσιο σε «επενδυτική βαθμίδα». Σε αντίθετη περίπτωση, προειδοποιούν ότι είναι πιθανό να εξαντληθεί το κεφαλαιακό «μαξιλάρι» των 26 δισ. ευρώ και να αναγκαστούμε ξανά να ζητήσουμε οικονομική βοήθεια από την Ευρώπη το 2020. Πόσο μάλλον, αν μετά τις ευρωεκλογές η Ε.Ε. εισέλθει σε περίοδο έντονων αναταράξεων…

Για να κερδηθεί το στοίχημα της οικονομικής υπέρβασης, η νέα κυβέρνηση που θα προκύψει από τις βουλευτικές εκλογές θα πρέπει να κάνει τα αδύνατα δυνατά για να έρθουν ξένα κεφάλαια και η χώρα να επιστρέψει με βιώσιμο τρόπο στις αγορές χωρίς να εξαντληθεί το κεφαλαιακό μαξιλάρι. Θα πρέπει με άλλα λόγια να αποκαταστήσει πλήρως την επενδυτική εμπιστοσύνη, η οποία κυριολεκτικά διαλύθηκε στα χρόνια των μνημονίων και την ώρα που προσπαθούσε να ανακάμψει δέχθηκε νέο, θανάσιμο αυτή τη φορά, πλήγμα το 2015.

Είναι κοινό μυστικό ότι η Ελλάδα χρειάζεται περισσότερο από ποτέ ένα επενδυτικό σοκ για να ξεπεράσει τη μακροχρόνια ύφεση και να αυξηθούν τα εισοδήματα των πολιτών. Και το χρειάζεται επειγόντως. Την εν λόγω ανάγκη έχουν επισημάνει ανώτεροι παράγοντες της αγοράς, όπως ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, ο πρόεδρος της Eurobank, Νικόλαος Καραμούζης, ο Ευάγγελος Μυτιληναίος, το τμήμα οικονομικών μελετών της Alpha Bank και ο ΣΕΒ.

Τι σημαίνει, λοιπόν, επενδυτικό σοκ; Σε μια χώρα που έχει χάσει πάνω από το 25% του ΑΕΠ το να αναπτύσσεται με 1% ή 2% δεν είναι αρκετό καθώς έτσι θα χρειαστούν περίπου δύο δεκαετίες αδιάλειπτης οικονομικής ανάπτυξης για να φτάσουμε στα προ κρίσης επίπεδα. Ενδεικτικό της αργής ανάπτυξης είναι το γεγονός ότι τα τελευταία 2 χρόνια το ΑΕΠ έχει μεγεθυνθεί σωρευτικά κατά μόλις 3,1%, ενώ μόνο στο πρώτο τρίμηνο του 2011 συρρικνώθηκε κατά 10,2%.

Την ίδια ώρα, η Ελλάδα είναι από τις λίγες χώρες που η κατανάλωση «ευθύνεται» για το 70% του ΑΕΠ που σημαίνει ότι με την αποταμίευση να βρίσκεται σε αρνητικά επίπεδα είναι πολύ δύσκολο να ανακάμψει η οικονομική δραστηριότητα χωρίς μεγάλες εισροές ξένων κεφαλαίων. Σύμφωνα, μάλιστα, με την Citi, η κατανάλωση αυξάνεται με ρυθμό μόλις 1% και άρα δεν αναμένεται να δώσει ώθηση στο ΑΕΠ, ενώ οι επενδύσεις θα μειωθούν στο σύνολο του 2018 κατά 10%, αντί να αυξηθούν κατά 50%.

Μόνο στον τουρισμό, ο οποίος προσφέρει περίπου το 19% του ΑΕΠ, η χώρα χρειάζεται σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς επενδύσεις ύψους 6 δισ. ευρώ ετησίως, με στόχο τα έσοδα του κλάδου να φτάσουν στα 20 δισ. ευρώ μέχρι το 2021, από 14,5 δισ. ευρώ το 2017.

Όσον αφορά την πλήρη επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές, η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να καταρτίσει ένα οργανωμένο πλάνο με σταδιακές εξόδους και τελικό προορισμό την έκδοση 10ετούς ομολόγου έτσι ώστε να «χτίσει» μία βιώσιμη καμπύλη επιτοκίων. Ο βασικός παράγοντας που θα καθορίσει την «επιστροφή» στα ραντάρ των μακροπρόθεσμων επενδυτών είναι η εφαρμογή φιλικών προς την επιχειρηματικότητα πολιτικών. Μπορεί να έχει γίνει σχεδόν… κλισέ όμως θεωρείται απαραίτητη η επιτάχυνση των προγραμματισμένων ιδιωτικοποιήσεων, η ενίσχυση της εμπιστοσύνης στο θεσμικό πλαίσιο και η διαμόρφωση σταθερού επιχειρηματικού κλίματος.

Αυτό που ζητούν σήμερα οι επενδυτές για να τοποθετηθούν στη χώρα μας είναι η ταχεία επίλυση διενέξεων, η ύπαρξη σταθερού φορολογικού περιβάλλοντος, η αποτελεσματική και γρήγορη ολοκλήρωση των διαδικασιών αδειοδότησης στο πλαίσιο της διευκόλυνσης της έναρξης επιχειρηματικής δραστηριότητας. Το έργο της νέας κυβέρνησης μόνο εύκολο δεν θα είναι αφού όλες αυτές οι πληγές παραμένουν ανοικτές εδώ και πολλά χρόνια.