Μοναδική ιστορική ευκαιρία: Οι 4 «άσσοι» του Ταμείου Ανάκαμψης

Μοναδική ιστορική ευκαιρία: Οι 4 «άσσοι» του Ταμείου Ανάκαμψης

Η έγκριση του ελληνικού σχεδίου ανάκαμψης από την Κομισιόν σε ένα μήνα από σήμερα και η εκταμίευση 7,9 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης μέσα στο 2021 αποτελούν τα πρώτα ορόσημα από μία σειρά «επιτυχιών» που θα οδηγήσουν στην αναπτυξιακή έκρηξη της χώρας τα επόμενα χρόνια.

Το θέμα που αναμφίβολα μονοπωλεί το ενδιαφέρον είναι η ταχύτητα και κυρίως η αποτελεσματικότητα απορρόφησης των πόρων που θα εισρεύσουν στη χώρα την επόμενη πενταετία.

Την περασμένη Παρασκευή ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών και υπεύθυνος για τη διαχείριση του Ταμείου Ανάκαμψης, Θόδωρος Σκυλακάκης, έδωσε, από το βήμα του Delphi Economic Forum, λεπτομέρειες που δείχνουν ότι πρόκειται για ένα κολοσσιαίο έργο με υψηλό βαθμό δυσκολίας και σε καμία περίπτωση δεν θα πέσουν… λεφτά από το ελικόπτερο.

Με λίγα λόγια, ο κ. Σκυλακάκης είπε πως όσο επιτυγχάνουμε τους στόχους τόσο θα εκταμιεύονται χρήματα και όλα πρέπει να γίνουν πολύ γρήγορα αν σκεφτούμε ότι θα διοχετευθούν 32 δισ. ευρώ μέσα σε 5 χρόνια.  

Η ευκαιρία είναι πραγματικά ιστορική. Δεν υπήρξαν ποτέ στο παρελθόν και πιθανότατα δεν θα υπάρξουν ξανά στο ορατό μέλλον τόσο ευνοϊκές συνθήκες για να επιτύχει η Ελλάδα υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που θα οδηγήσουν στην ανάκτηση του ΑΕΠ που χάθηκε τόσο κατά την περίοδο των μνημονίων όσο και μέσα στην πανδημία.

Το Ταμείο Ανάκαμψης δίνει ένα μεγάλο πλεονέκτημα που κάνει την τρέχουσα συγκυρία μοναδική στη σύγχρονη ιστορία.

Μέρος των χρημάτων που θα διατεθούν για επενδύσεις θα «χαριστούν» από την Ευρώπη (υπό τη μορφή επιδοτήσεων περίπου 19 δισ. ευρώ) και τα υπόλοιπα θα δοθούν με σχεδόν άτοκα δάνεια. Επιπλέον, η φιλοσοφία του ελληνικού σχεδίου διαθέτει 4 «άσσους» που το καθιστούν μοναδικό στην Ευρώπη και προσδοκούν να φέρουν ανάπτυξη της οικονομίας κατά 50 δισ. ευρώ σε 5 χρόνια.

Ο πρώτος είναι η κινητοποίηση ιδιωτικών πόρων, αφού σε μεγάλο κομμάτι των 100 έργων που περιλαμβάνει το Ταμείο Ανάκαμψης δίνονται κίνητρα για ιδιωτικές επενδύσεις.

Ο στόχος ξεκάθαρος: Να μειωθεί το τεράστιο επενδυτικό κενό που κρατάει πίσω την ελληνική οικονομία. Γι’ αυτό το λόγο, η Ελλάδα αποφάσισε να αξιοποιήσει και τα δάνεια πέρα από τις επιδοτήσεις. Δάνεια που πολλές χώρες δεν θέλουν να πάρουν παρά το γεγονός ότι είναι σχεδόν με μηδενικά επιτόκια. Σκοπός του ελληνικού σχεδίου είναι να περάσουν τα δάνεια στον ιδιωτικό τομέα έτσι ώστε να δοθούν κίνητρα για επενδύσεις.

Ο δεύτερος και ενδεχομένως ο πιο σημαντικός είναι οι μεταρρυθμίσεις. Όπως τόνισε ο κ. Σκυλακάκης, το ελληνικό είναι το πρόγραμμα με τις περισσότερες ίσως μεταρρυθμίσεις στην Ευρώπη.

Ο τρίτος «άσσος» είναι η πρόθεση αλλαγής παραγωγικού μοντέλου. Να περάσουμε δηλαδή, σύμφωνα με τον κ. Σκυλακάκη, από μία γκρίζα οικονομία, με ισχυρή εσωστρέφεια και υπερβολική ατομικότητα, σε μία οικονομία με μεγάλο «άσπρο» κομμάτι, η οποία θα είναι πολύ πιο εξωστρεφής και πολύ πιο συλλογική στην οργάνωσή της. Μάλιστα, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών τόνισε ότι στόχος είναι να αυξηθούν σε μέγεθος όλες οι επιχειρήσεις ανεξάρτητα από το μέγεθός τους.

Ο τέταρτος «άσσος» είναι η… διαχείριση του χρονοδιαγράμματος. Κατά 90% το σχέδιο περιλαμβάνει έργα που έχουν ήδη προσδιοριστεί, έργα που θα πρέπει να γίνουν έως το τέλος Αυγούστου 2026 όπως προβλέπουν οι ευρωπαϊκοί κανόνες. Όμως το ελληνικό σχέδιο αναφέρει ότι τα έργα θα πρέπει να γίνουν έως 31 Δεκεμβρίου 2025, έτσι ώστε να υπάρχει ένα εύλογο διάστημα διαχείρισης των καθυστερήσεων, με στόχο να μη χαθεί κανένας πόρος.

Αν βάλουμε στην εξίσωση και τη βελτίωση του καταναλωτικού και επιχειρηματικού κλίματος που θα επιταχύνεται όσο αφήνουμε πίσω την πανδημία, τότε η επόμενη πενταετία έχει όλα τα στοιχεία για την αναπτυξιακή έκρηξη που χρειάζεται η ελληνική οικονομία.

Όπως εύστοχα σημειώνει ο Ιταλός οικονομολόγος, Λορέντζο Κοντόνιο, τα μέτρα στήριξης βοηθούν σημαντικά την οικονομία να επανέλθει σε ανάκαμψη όμως έχουν βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις.

Για παράδειγμα, όταν χτίζεται μία γέφυρα, το ΑΕΠ ενισχύεται μέχρι να ολοκληρωθεί το έργο. Όταν τελειώσει, όμως, η επίδραση του έργου εξαφανίζεται. Μόνο αν η γέφυρα μετατραπεί σε μία διαρκή πηγή εσόδων, μέσω υψηλότερης αποδοτικότητας και παραγωγικότητας, θα είναι μόνιμα ωφέλιμη για την οικονομία.

Έτσι και η ελληνική οικονομία, καλείται να καταφέρει να παράγει υψηλότερη ανάπτυξη μέσω της συσσώρευσης παραγωγικού κεφαλαίου ώστε να μπορέσει να αντιστρέψει την πορεία των προηγούμενων ετών.