Γιατί όλοι προειδοποιούν για παγκόσμια ύφεση;

Γιατί όλοι προειδοποιούν για παγκόσμια ύφεση;

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Πριν από δύο εβδομάδες ήταν ο Ντράγκι, την περασμένη Πέμπτη ο ΟΟΣΑ και την Παρασκευή η Λαγκάρντ που μεγαλώνουν το κλαμπ των αξιωματούχων-θεσμών που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την παγκόσμια οικονομία. Είναι ίσως η πρώτη φορά στην ιστορία που οι προειδοποιήσεις για ύφεση είναι τόσες πολλές και τόσο συγχρονισμένες. Βέβαια, υπάρχει και το παλιό ρητό του κορυφαίου νομπελίστα οικονομολόγου Πολ Σάμιουελσον, σύμφωνα με το οποίο «οι οικονομολόγοι έχουν προβλέψει 9 από τις τελευταίες 5 υφέσεις». Το θέμα είναι αν σήμερα βιώνουμε μία από τις πέντε ή μία από τις τέσσερις περιπτώσεις…

Είναι αλήθεια ότι οι αναλυτές προβλέπουν με μεγάλη ευκολία την καταστροφή αλλά όταν ο γκρεμός είναι κοντά συνήθως κοιτάζουν αλλού, όπως συνέβη το 2007-2008 όταν οι περισσότεροι τα έβλεπαν όλα τέλεια ενώ δίπλα τους κατέρρεε το σύστημα σαν χάρτινος πύργος καθώς η φούσκα των ενυπόθηκων δανείων είχε διογκωθεί πολύ πέρα από την αγορά ακινήτων.

Τα σινιάλα της ύφεσης:

Εμπορικός πόλεμος: Η εμπορική διένεξη ΗΠΑ-Κίνας θα αφαιρέσει από τη μεγέθυνση του κινεζικού ΑΕΠ περίπου 1 ποσοστιαία μονάδα και 0,7 ποσοστιαίες μονάδες από την ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας, με αποτέλεσμα η παγκόσμια ανάπτυξη να δέχεται πλήγμα της τάξης του 0,6% και να περιορίζεται στο 2,9% το 2019, που είναι ο χαμηλότερος ρυθμός από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση πριν από μία δεκαετία. Αυτή είναι η εκτίμηση του ΟΟΣΑ όπως αποτυπώθηκε στην πρόσφατη έκθεσή του για το παγκόσμιο outlook που είδε το φως της δημοσιότητας την περασμένη Πέμπτη.

Καμπύλη ομολόγων: Η αντιστροφή της καμπύλης των αποδόσεων των αμερικανικών ομολόγων αποτελεί οιωνό ύφεσης. Η απόδοση του αμερικανικού 10ετούς υποχώρησε κάτω από την απόδοση του 2ετούς το 1988-89, το 2000 και το 2007, ήτοι λίγο πριν καταγραφεί παγκόσμια ύφεση. Σήμερα το spread μεταξύ των δύο τίτλων είναι κοντά στο μηδέν έχοντας υποχωρήσει νωρίτερα σε αρνητικό έδαφος.

Ύφεση στη μεταποίηση: Ο παγκόσμιος μεταποιητικός δείκτης τιμών παραγωγού (PMI) της JP Morgan βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2012. Η βιομηχανική δραστηριότητα επιβραδύνει συνεχώς, κάτι που έχουμε δει να συμβαίνει ήδη στην Ευρώπη και μεταφέρεται στις ΗΠΑ. Το μεγάλο ερώτημα είναι αν η επιβράδυνση αυτή θα μεταδοθεί και στον αρκετά μεγαλύτερο κλάδο των υπηρεσιών ώστε να επιταχύνει την πτώση. Αν συνεχιστεί η μείωση της δραστηριότητας των εργοστασίων τότε αναμφίβολα θα επηρεαστούν και οι υπηρεσίες πλήττοντας το σύνολο της οικονομίας. Ο κλάδος των υπηρεσιών δείχνει μέχρι στιγμής να αντέχει, ωστόσο σημάδια επιβράδυνσης βλέπουμε στη Γερμανία και τη Μ. Βρετανία χωρίς να έχουν φτάσει σε ανησυχητικά επίπεδα.

Σε χαμηλά η ψυχολογία: Σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας της Bank of America Merrill Lynch σε fund managers, σε ποσοστό 38% οι επενδυτές αναμένουν ύφεση μέσα στον επόμενο χρόνο, που είναι το υψηλότερο ποσοστό που έχει καταγραφεί από τον Αύγουστο του 2009.

Η λύση βρίσκεται στις κυβερνήσεις

Την περασμένη Παρασκευή, η πρώην επικεφαλής του ΔΝΤ και διάδοχος του Μάριο Ντράγκι στην ΕΚΤ, επανέλαβε την άποψη που είχε διατυπώσει στις 12 Σεπτεμβρίου ο Ιταλός, λέγοντας ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει να σταματήσουν να βασίζονται μόνο στην στήριξη των κεντρικών τραπεζών. Ο Ντράγκι, μάλιστα, είχε αναφερθεί συγκεκριμένα στην Ολλανδία η οποία όπως είπε διαθέτει ένα πρόγραμμα επενδύσεων ύψους 50 δισ. ευρώ το οποίο είναι καλή στιγμή να ενεργοποιήσει.

Κάτι αντίστοιχο ανέφερε και ο ΟΟΣΑ, υποστηρίζοντας ότι οι κυβερνήσεις έχουν τη δυνατότητα να διώξουν την αβεβαιότητα επενδύοντας περισσότερα χρήματα σε έργα υποδομών με στόχο να περιορίσουν τους κινδύνους για την παγκόσμια οικονομία. Στην ουσία, Ντράγκι, Λαγκάρντ και ΟΟΣΑ βρίσκονται στο ίδιο τέμπο και καλούν τις κυβερνήσεις να ρίξουν χρήμα στην αγορά.

Η κυβέρνηση της Ολλανδίας ανακοίνωσε ότι στον προϋπολογισμό του 2020 θα χαλαρώσει τη δημοσιονομική της πολιτική, όμως αναλυτές εκτιμούν ότι δεν είναι αρκετές οι ενέργειες για να ικανοποιήσουν την ΕΚΤ. Σημειώνεται ότι η Ολλανδία είναι μία χώρα με ανεργία στο 3,5% και χρέος στο 50% του ΑΕΠ, ασυνεπώς έχει μεγάλα περιθώρια δράσης.

Όσο για τον εμπορικό πόλεμο, στην πλειονότητά τους οι αναλυτές πιστεύουν ότι ο Τραμπ θα επιλέξει μία πολιτικά βολική στιγμή για να ανακοινώσει το τέλος του – και φυσικά θα υποστηρίξει ότι κέρδισε – με στόχο να μην επιδεινωθούν οι οικονομικές συνθήκες στις ΗΠΑ ενόψει των εκλογών του Νοεμβρίου 2020. Το πρόβλημα είναι ότι ο «σπόρος» του προστατευτισμού έχει ήδη φυτευτεί στην παγκόσμια οικονομία…