Αδυνατεί η κυβέρνηση να εκμεταλλευτεί ουσιαστικά τις κινεζικές επενδύσεις

Αδυνατεί η κυβέρνηση να εκμεταλλευτεί ουσιαστικά τις κινεζικές επενδύσεις

Του Γιώργου Σ. Σκορδίλη

Η προχθεσινή επίσκεψη 30 πρέσβεων στον Οργανισμό Λιμένα Πειραιά, με πρωτοβουλία της Πρεσβείας της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας στην Αθήνα καταδεικνύει την έντονη κινητικότητα που έχει αναπτύξει η Πρέσβειρα της Κίνας κυρία Zhang Oiyue το τελευταίο διάστημα για την ανάδειξη του λιμένα του Πειραιά ως λιμένα κόμβου στον Δρόμο του Μεταξιού.

Οι 30 Πρέσβεις βρέθηκαν λοιπόν στα κεντρικά γραφεία του ΟΛΠ, όπου συναντήθηκαν με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο του λιμανιού Captain Fu Chengqiu και άλλα στελέχη της εταιρείας και ξεναγήθηκαν στις εγκαταστάσεις του λιμένα.

Κατά την διάρκεια της συνάντησης, η Διοίκηση της ΟΛΠ Α.Ε. ενημέρωσε τους Πρέσβεις για τις δυνατότητες συνεργασίας και τα πλεονεκτήματα που προσφέρει το λιμάνι του Πειραιά ως πύλη εμπορίου και τουρισμού.

Στην μετά ΚΑΣ (Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο) εποχή και ειδικά μετά την παρέμβαση του Μεγάρου Μαξίμου το οποίο έσπευσε να παράσχει προς την κινεζική πλευρά διαβεβαιώσεις που όλα θα κυλήσουν ομαλά σε σχέση με το master plan της ΟΛΠ Α.Ε., η διοίκηση του λιμανιού εξετάζει εκ νέου κάποια κομμάτια των πρόσθετων επενδύσεων που προγραμμάτιζε με στόχο να διευκολύνει όσο μπορεί την ολοκλήρωση της διαδικασίας.

Όπως αναφέρουν οι πηγές του Liberal από την πλευρά του λιμανιού, πρόθεση της κινεζικής πλευράς είναι να εξευρεθεί ένα modus vivendi μεταξύ των δύο πλευρών και όχι η ρήξη.

Ο αρχικός έντονος εκνευρισμός των Κινέζων πολύ γρήγορα μετατράπηκε σε κινητικότητα με αιχμή του δόρατος την Πρεσβεία της Κίνας η οποία μέσο των επίσημων διπλωματικών οδών έσπευσε να υποδηλώσει τους κινδύνους που ενέχει μια αρνητική εξέλιξη στις σχέσεις των δύο πλευρών.

Καθοριστικό ρόλο στην κινητοποίηση της Ελληνικής πλευράς και δει του Μεγάρου Μαξίμου έπαιξε επίσης και η έντονη παραφιλολογία που αναπτύχθηκε τις προηγούμενες μέρες γύρω από τις προσδοκίες της κινεζικής πλευράς από την συμφωνία που επιτεύχθηκε με την Ιταλία.

Το λιμάνι της Τεργέστης και τα όσα γράφτηκαν ή ακούστηκαν για αυτό σε σχέση με την Κίνα ήταν αρκετά για να πείσουν το Μέγαρο Μαξίμου πως δεν υπήρχαν άλλα περιθώρια ελιγμών στο θέμα του ΚΑΣ. Πήγε όσο πήγε, όπου πήγε (το εν λόγω θέμα) και κάπου είχε φτάσει η ώρα να μπει ένα φρένο.

Η παρέμβαση του Μαξίμου σε πρώτη φάση φαίνεται ότι έχει ικανοποιήσει την πλευρά των κινέζων οι οποίοι ωστόσο προτιμούν να περιμένουν να δουν την καθαρογραμμένη εισήγηση του ΚΑΣ πριν πανηγυρίσουν, αν και γνωρίζουν πως το master plan στο σύνολο του δεν θα υλοποιηθεί.

Ο ρόλος της (κάθε) Τεργέστης

Στην σύγχρονη λιμενική βιομηχανία υπάρχει – μεταξύ άλλων και – το μοντέλο των «δορυφόρων» λιμένων και εμπορευματικών κέντρων σε χώρες που συνορεύουν με την χώρα στην οποία διαθέτει κάποιος το βασικό του λιμάνι, δημιουργώντας τις συνθήκες ώστε οι πύλες του βασικού λιμανιού να βρίσκονται σε άλλα γεωγραφικά σημεία εγγύτερα στις αγορές-στόχους.

Αυτό συμβαίνει τόσο με το λιμάνι της Τεργέστης, όσο και με άλλα λιμάνια για τα οποία ενδιαφέρονται οι κινέζοι στην «γειτονία» μας, σε σχέση με το λιμάνι του Πειραιά. Στην πραγματικότητα δηλαδή η COSCO «βγάζει» εκτός του λιμένα του Πειραιά, τις πύλες του.

Οι νέες σύγχρονες ανωδομές του λιμανιού (γερανογέφυρες και άλλοι εξοπλισμοί), οι υποδομές (μεγαλύτερα βυθίσματα, μεγαλύτερες πλατείες εναπόθεσης εμπορευματοκιβωτίων), το νέο κέντρο διαχείρισης και διανομής φορτίων που θέλει να δημιουργήσει η COSCO εντός του λιμένα, πέραν του Θριάσιου. Το νέο car terminal επίσης, που προβλέπεται να είναι πολυώροφο, το σύνολο δηλαδή των επενδύσεων της ΟΛΠ Α.Ε. που κατευθύνονται στον εμπορικό λιμένα συνηγορούν στην παραπάνω εκτίμηση.

Φυσικά η πλευρά των κινέζων δεν άφησε ανεκμετάλλευτη την ευκαιρία που της δόθηκε με το λιμάνι της Τεργέστης γύρω από το οποίο δημιουργήθηκε μια απίστευτη παραφιλολογία για το κατά πόσο αποτελεί το plan B του Πειραιά, κάτι που λειτούργησε ως μοχλός πίεσης προς την κυβέρνηση να παρέμβει ώστε να υπάρξουν «διορθωτικές κινήσεις» εκ μέρους του ΚΑΣ.

Επιπρόσθετα, ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία η Τεργέστη αποτελούσε όντως το plan B του Πειραιά, για να φτάσει σε επίπεδο υποδομών να καλύψει το σύνολο των φορτίων που καλύπτει σήμερα ο Πειραιάς χωρίς τις επεκτάσεις του, θα ήθελα τουλάχιστον μια δεκαετία.

Και αυτό είναι το καλό σενάριο. Διότι στην περίπτωση της Τεργέστης υπάρχει και κακό σενάριο.

Όσον αφορά το κακό σενάριο, αξίζει να υπενθυμίσουμε κάποια σημεία τα οποία έχουν ήδη καταγραφεί σε σχετικό ρεπορτάζ του Liberal από τις 19 Μαρτίου (https://www.liberal.gr/arthro/244679/oikonomia/nautilia/Cosco-to-ainigma-tis-tergestis.html), σύμφωνα με τα οποία το εν λόγω λιμάνι αποτελεί ένα αίνιγμα για την COSCO.

Στο εν λόγω ρεπορτάζ της 19ης Μαρτίου είχαμε επισημάνει ότι το λιμάνι της Τεργέστης ανήκει μεν στο κράτος, πλην όμως η διαχείριση του ασκείται από εταιρία η οποία κατά 50% ανήκει στον ναυτιλιακό όμιλος Maersk από την Δανία και κατά 50% στον Ιταλο-Ελβετικό ναυτιλιακό όμιλο MSC ιδρυτής τους οποίου είναι ο ιταλός εφοπλιστής Τζιανλούιτζι Απόντε.

Οι Δανοί έχουν ήδη διαμηνύσει προς την COSCO πως είναι έτοιμοι να συζητήσουν την προοπτική παραχώρησης του 50% που ελέγχουν, αλλά το πρόβλημα είναι η MSC η οποία είναι συνάμα αφενός ο μεγαλύτερος ανεξάρτητος διαχειριστής πλοίων κοντέινερ στον πλανήτη και αφετέρου ο ισχυρότερος ίσως ανταγωνιστής της COSCO.

Οι πηγές του Liberal από την πλευρά της ΟΛΠ Α.Ε. παραδέχθηκαν ότι όντως αυτό είναι ένα ζήτημα, πλην όμως εξέφρασαν την εκτίμηση ότι στο τέλος της ημέρας MSC και COSCO θα τα έβρισκαν δεδομένου πως η MSC καθώς ήδη διαθέτει σημαντικές επενδύσεις σε λιμάνια της Άπω Ανατολής δεν θα ήθελε σε καμιά περίπτωση να δει τις επενδύσεις της αυτές να έχουν προβλήματα, γιατί όσο δυνατή είναι αυτή στην Ευρώπη, άλλο τόσο δυνατή είναι η COSCO στον τόπο της.

Ωστόσο η δυσαρέσκεια που άφησε να διαρρεύσει το περιβάλλον Απόντε για τις συζητήσεις με την κινεζική πλευρά οδήγησε σε αναδίπλωση την ιταλική κυβέρνηση η οποία ναι μεν επιθυμεί μια στενότερη συνεργασία με το Πεκίνο σε καίριους τομείς της εθνικής οικονομίας της χώρας, αλλά ταυτόχρονα δεν θέλει, ειδικά την περίοδο αυτή, ανοικτά μέτωπα με σημαντικούς οικονομικούς παράγοντες της χώρας.

Αν τώρα προσθέσει κανείς στο μείγμα αυτό τους αμερικανικούς και ευρωπαϊκούς προβληματισμούς στην κινεζική επέλαση στην Ευρώπη που συνοδεύεται και από 900 δις. δολάρια εύκολα αντιλαμβάνεται πως τα περιθώρια ελιγμών όλων των πλευρών είναι περιορισμένα.

Δυστυχώς όμως αυτές τις εγγενείς «αδυναμίες» της Ευρώπης να συνεργαστεί με την Κίνα δεν μπορεί να τις αξιοποιήσει και να τις εκμεταλλευτεί κατάλληλα και αποτελεσματικά η Ελλάδα στην οποία ούτως ή άλλως η COSCO είναι ήδη εδώ.