Η Νέα Υόρκη βρίσκεται ενώπιον μιας ιστορικής καμπής: ο 34χρονος Zohran Mamdani, δημοκρατικός σοσιαλιστής αφρικανικής και νοτιοασιατικής καταγωγής, διεκδικεί τη δημαρχία προωθώντας ένα πρόγραμμα οικονομικής δικαιοσύνης με αιχμή την προσιτή στέγαση, τις δωρεάν δημόσιες υπηρεσίες και την αναδιανομή.
Η άνοδός του συμβολίζει τη δυναμική μιας γενιάς που αναδείχθηκε μέσα από κινήματα κοινωνικών δικαιωμάτων, αλλά ταυτόχρονα οξύνει εντάσεις, ιδίως στη μεγάλη εβραϊκή κοινότητα της πόλης, λόγω της σταθερής του υποστήριξης στα δικαιώματα των Παλαιστινίων και της κριτικής του στο Κράτος του Ισραήλ. Για μερίδα προοδευτικών είναι φορέας ελπίδας· για τους αντιπάλους του, προάγγελος ρήξεων με το οικονομικό κατεστημένο και τις εύθραυστες διακοινοτικές ισορροπίες.
Γεννημένος το 1991 στην Καμπάλα της Ουγκάντας, ο Zohran Kwame Mamdani μεγάλωσε από τα επτά του στη Νέα Υόρκη. Μητέρα του είναι η Ινδή σκηνοθέτης Μίρα Ναΐρ και πατέρας του ο ακαδημαϊκός Μαχμούντ Mamdani. Φοίτησε σε δημόσια σχολεία και σπούδασε Αφρικανικές Σπουδές στο Bowdoin College. Ως παιδί μεταναστών και μουσουλμάνος δεύτερης γενιάς, καλλιέργησε νωρίς κοινωνική ευαισθησία και ακτιβισμό. Μεταξύ άλλων, υπήρξε συνιδρυτής της ομάδας Students for Justice in Palestine στο πανεπιστήμιο που φοιτούσε. Ασχολήθηκε με την τέχνη, συγκεκριμένα με τον κινηματογράφο και ραπ, αλλά το νήμα της πολιτικής δράσης επανερχόταν διαρκώς. Πολιτογραφήθηκε Αμερικανός το 2018.
Επαγγελματικά υπηρέτησε στην πρώτη γραμμή της στεγαστικής κρίσης, ως σύμβουλος στέγασης στο Κουίνς, βοηθώντας ευάλωτους ιδιοκτήτες να αποφύγουν κατασχέσεις και εξώσεις. Η εμπειρία αυτή τον έπεισε ότι η κρίση στέγασης είναι αποτέλεσμα πολιτικών αποφάσεων, όχι «φυσικό φαινόμενο». Έτσι, το 2020 εξελέγη βουλευτής της Πολιτειακής Συνέλευσης για γειτονιές της Αστόριας, ως ο πρώτος άνδρας νοτιοασιατικής καταγωγής, ο πρώτος γεννημένος στην Ουγκάντα και μόλις ο τρίτος Μουσουλμάνος στο συγκεκριμένο σώμα.
Από τον Ιανουάριο 2021 εντάχθηκε στην προοδευτική πτέρυγα των Δημοκρατικών, ως μέλος των Democratic Socialists of America. Βασικές του προτεραιότητες: οικονομική δικαιοσύνη, δικαιώματα εργαζομένων, προσιτή στέγαση. Εμβληματική επιτυχία του θεωρείται η συμβολή του στη ρύθμιση που διέγραψε χρέη περίπου 450 εκατ. δολαρίων για οδηγούς ταξί της Νέας Υόρκης, ύστερα από την κατάρρευση της αξίας των αδειών.
Νομοθετικά προώθησε το Good Cause Eviction (δικαίωμα ανανέωσης μίσθωσης με σημαντική αιτία) και πίεσε για μέτρα κατά των αυθαίρετων εξώσεων· αν και σε πολιτειακό επίπεδο συνάντησε εμπόδια, η ατζέντα του επηρέασε μεταγενέστερες δημοτικές ρυθμίσεις. Στήριξε το κίνημα Public Power για ισχυρότερο δημόσιο ρόλο στην ενέργεια και υπερασπίστηκε τη Νέα Υόρκη ως «πόλη καταφυγίου» για μετανάστες χωρίς έγγραφα.
Στη δημαρχιακή κούρσα προβάλλει πρόγραμμα στήριξης του κόστους ζωής για τους εργαζόμενους: πάγωμα ενοικίων στα διαμερίσματα με έλεγχο ενοικίων (διορισμός φιλο-ενοικιαστικής πλειοψηφίας στο Rent Guidelines Board ώστε οι αυξήσεις να είναι 0%), δωρεάν μετακίνηση με λεωφορεία, καθολική δημοτική παιδική φροντίδα από 6 εβδομάδων, δημιουργία δημοτικών παντοπωλείων, μαζική παραγωγή προσιτής κατοικίας και υψηλότερη φορολογία σε δισεκατομμυριούχους και μεγάλες εταιρείες. Ο Mamdani ευθυγραμμίζεται με τον Μπέρνι Σάντερς («με νοιάζει τι χρειάζονται οι εργαζόμενοι, όχι τι θέλουν οι δισεκατομμυριούχοι»). Συμμαχίες του περιλαμβάνουν την Alexandria Ocasio-Cortez, συνδικάτα και προοδευτικούς φορείς.
Βρίσκεται αντιμέτωπος με το κεντρώο δημοκρατικό κατεστημένο που ηγείται ο Andrew Cuomo, ο οποίος τον κατηγόρησε για απειρία και «επικοινωνία χωρίς ουσία». Η ηγεσία του κόμματος στη Νέα Υόρκη (Hochul, Jeffries, Schumer) κράτησε αποστάσεις, σε αντίθεση με τον Σάντερς που τον χαιρέτισε απλώς ως πρότυπο πορείας για τους Δημοκρατικούς. Η σύγκρουση αυτή συμπύκνωσε το εσωκομματικό ρήγμα: ριζοσπαστική κοινωνική ατζέντα vs πραγματισμός και σχέσεις με επιχειρηματικούς κύκλους.
Εφόσον υλοποιηθεί, η πλατφόρμα του σηματοδοτεί στροφή προς μια «σοσιαλδημοκρατική» μεγαλούπολη: ισχυρότερες δημόσιες υπηρεσίες, αυστηρότερη ρύθμιση αγορών, αναδιανομή. Στη στέγαση, το σύνθημα «Freeze the rent» αγγίζει μια πόλη όπου η πλειονότητα είναι ενοικιαστές. Ένα τετραετές 0% θα πρόσφερε ανάσα σε νοικοκυριά με δυσανάλογο βάρος ενοικίου, ειδικά σε γειτονιές όπως η Αστόρια. Ιδιοκτήτες και επιχειρηματίες, όμως, προειδοποιούν για μείωση επενδύσεων και υποβάθμιση του κτιριακού αποθέματος. Ο Mamdani αντιτάσσει το «δικαίωμα στην αξιοπρεπή κατοικία».
Στις μεταφορές, τα δωρεάν λεωφορεία θα μείωναν το καθημερινό κόστος για τους χαμηλόμισθους. Η καθολική παιδική μέριμνα θα ελάφρυνε οικογένειες και, κατά τον ίδιο, θα ενίσχυε τη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας. Συνολικά, το πρόγραμμα προβάλλεται ως «αναδιανομή αξιοπρέπειας»: βασικά αγαθά, στέγη, τροφή, μετακίνηση, φροντίδα, σε προσιτή βάση για όλους.
Ρεαλιστικά, η χρηματοδότηση των εξαγγελιών του Mamdani θεωρείται εξαιρετικά αμφίβολη. Ανεξάρτητες εκτιμήσεις δείχνουν ότι οι προτάσεις του, από το πάγωμα των ενοικίων και τη δωρεάν συγκοινωνία έως την εκπαίδευση και την κατασκευή 200.000 προσιτών κατοικιών, θα κόστιζαν πάνω από 5–10 δισ. δολάρια ετησίως, με μόνο το μέτρο των δωρεάν λεωφορείων να απαιτεί περίπου 652 εκατ. δολάρια τον χρόνο. Η κατασκευή νέων κατοικιών εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 100 δισ. δολάρια σε βάθος δεκαετίας. Αντίθετα, η προτεινόμενη φορολόγηση 2% στα εισοδήματα άνω του 1 εκατ. δολαρίων θα απέφερε μόλις περίπου 4 δισ. δολάρια, αφήνοντας ένα τεράστιο δημοσιονομικό κενό. Ειδικοί προειδοποιούν ότι ένα τέτοιο πακέτο θα μπορούσε να εκτινάξει το χρέος της πόλης, αναγκάζοντας τη Νέα Υόρκη να περικόψει υπηρεσίες ή να δανειστεί σε επίπεδα που θα απειλούσαν τη δημοσιονομική της σταθερότητα.
Επίσης, στη δημόσια ασφάλεια, ο Mamdani έχει αποστασιοποιηθεί όντως από ακραία συνθήματα τύπου «Defund», αλλά προτείνει αναδιάταξη ρόλων: νέο Τμήμα Δημόσιας Ασφάλειας με κοινωνικούς λειτουργούς και προσωπικό υγείας για να χειρίζονται μεγάλο μέρος των κλήσεων, με στόχο την πρόληψη και την αντιμετώπιση των κοινωνικών αιτιών της εγκληματικότητας.
Η επιτυχία ενός δηλωμένου σοσιαλιστή σε μητρόπολη-βιτρίνα των Δημοκρατικών, μάλιστα επί προεδρίας Τραμπ, έχει εθνικό βάρος. Η προοδευτική πτέρυγα το βλέπει ως δρόμο επανασύνδεσης με την εργατική τάξη· οι κεντρώοι φοβούνται αποξένωση μετριοπαθών ψηφοφόρων. Συντηρητικά μέσα και Ρεπουμπλικανοί «εθνικοποιούν» τον Mamdani ως παράδειγμα «ακροαριστερής Νέας Υόρκης», εργαλείο κινητοποίησης σε άλλες πολιτείες. Έτσι, η δημαρχία του θα λειτουργήσει ως τεστ: μπορεί μια έντονα προοδευτική ατζέντα να συνυπάρξει με τη βιωσιμότητα της «χρηματοοικονομικής πρωτεύουσας» των ΗΠΑ;
Ταυτόχρονα, υπάρχει ισχυρό συμβολικό σκέλος: θα είναι ο πρώτος Μουσουλμάνος δήμαρχος της πόλης, προϊόν πολιτικής ενδυνάμωσης μουσουλμανικών κοινοτήτων που οργανώθηκαν και απέκτησαν φωνή. Το μήνυμα της συμπερίληψης συνυπάρχει με την πόλωση: ο Mamdani αυτοπαρουσιάζεται ως «χειρότερος εφιάλτης του Τραμπ», δηλαδή «προοδευτικός» μουσουλμάνος μετανάστης που διεκδικεί αναδιανομή ισχύος και πόρων.
Η μητροπολιτική Νέα Υόρκη φιλοξενεί περισσότερο απο ένα εκατομμύριο Εβραίους, από υπερ-Ορθόδοξους μέχρι κοσμικούς προοδευτικούς. Η υποψηφιότητα Mamdani, ο πιο ανοικτά φιλοπαλαιστίνιος πολιτικός που έφθασε τόσο κοντά στη δημαρχία, ενεργοποίησε και προκάλεσε έντονες αντιδράσεις: εξέχοντες ραββίνοι προειδοποίησαν δημόσια ότι συνιστά «κίνδυνο» για την κοινότητα, επικαλούμενοι τη στήριξη στο BDS, την άρνηση του ορισμού «εβραϊκό κράτος» για το Ισραήλ και την αποφυγή σαφούς καταδίκης ορισμένων βίαιων συνθημάτων. Μέσα ενημέρωσης ανέδειξαν επίσης σκληρές δηλώσεις του για τον Νετανιάχου.
Δεν είναι όμως ενιαία η εικόνα. Νεότεροι και «προοδευτικοί» Εβραίοι, σε οργανώσεις όπως η Jews for Racial and Economic Justice (JFREJ), βλέπουν στον Mamdani έναν σύμμαχο στα κοινωνικά ζητήματα (στέγαση, ισότητα) και μια ηθική στάση υπέρ δικαιωμάτων των Παλαιστινίων, χωρίς αντισημιτισμό. Ιδιωτικές συναντήσεις του με φιλελεύθερες συναγωγές κύλησαν με αμοιβαία ακρόαση: εκεί δεσμεύθηκε για ενίσχυση προγραμμάτων κατά των εγκλημάτων μίσους και του αντισημιτισμού.
Στο πεδίο των μετρήσεων, η εικόνα μεταβάλλεται στον χρόνο: πρόσφατη έρευνα έδειξε εντυπωσιακά υψηλές προθέσεις υπέρ του (ιδίως στους κάτω των 44), αλλά μεταγενέστερες ενδείξεις υπαινίσσονται πλειοψηφική προτίμηση προς αντίπαλο υποψήφιο μεταξύ Εβραίων ψηφοφόρων. Σε κάθε περίπτωση, δεν τεκμηριώνεται «συντριπτική πλειοψηφία υπέρ του»· αντιθέτως, η εβραϊκή κοινότητα εμφανίζεται διχασμένη κατά ηλικία, θρησκευτικότητα και γεωγραφία (φιλελεύθερες συνοικίες vs υπερ-Ορθόδοξοι πυρήνες στο Μπρούκλιν).
Το ουσιώδες είναι ότι η υποψηφιότητά του άνοιξε εσωτερικό διάλογο στους κόλπους της εβραϊκής κοινότητας: τι σημαίνει «φιλελεύθερος σιωνισμός» μετά τον πόλεμο στη Γάζα; Πού ισορροπεί ο αγώνας κατά του αντισημιτισμού με την κριτική στην ισραηλινή κυβέρνηση; Και πώς τοποθετείται μια πόλη-σύμβολο όταν ο πιθανός δήμαρχός της ταυτίζεται με την πλευρά των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων;
Ο Mamdani συμπυκνώνει μια τολμηρή υπόσχεση: μια Νέα Υόρκη πιο δίκαιη, όπου βασικά αγαθά δεν εξαρτώνται πλήρως από την αγορά. Ταυτόχρονα, προκαλεί υπαρξιακές ανησυχίες στο οικονομικό κατεστημένο και στην κεντρώα πτέρυγα των Δημοκρατικών, που βλέπουν κίνδυνο για επενδύσεις, φορολογικά έσοδα και μετριοπαθή εκλογικά ακροατήρια. Η σχέση του με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση Τραμπ, εφόσον συγκρουστεί σε μεταναστευτικά και άλλα ζητήματα, θα αποτελέσει πρόσθετο πεδίο έντασης.
Κρίσιμο ερώτημα: μπορεί να μεταφράσει το ριζοσπαστικό του narrative σε αποτελεσματική διακυβέρνηση χωρίς να διαταράξει τη λειτουργία της πόλης; Θα διατηρήσει τη στήριξη της πολυσυλλεκτικής συμμαχίας του απέναντι σε οργανωμένη αντίσταση οικονομικών συμφερόντων; Και πώς θα ισορροπήσει ανάμεσα στην προστασία μειονοτήτων (συμπεριλαμβανομένων των Εβραίων) και στη δημόσια τοποθέτησή του για ένα από τα πιο διχαστικά διεθνή ζητήματα;
Εάν εκλεγεί, η δημαρχία Mamdani θα λειτουργήσει ως μεγάλης κλίμακας πείραμα: μπορεί μια μεγαλούπολη σαν τη Νέα Υόρκη να συνδυάσει δυναμική οικονομία με βαθιά κοινωνική πολιτική; Μπορεί μια προοδευτική ατζέντα να αντέξει στην πίεση αγορών, λόμπι ακινήτων και ομοσπονδιακών αντιπαραθέσεων; Και στο πεδίο των μειονοτήτων, μπορεί η Νέα Υόρκη να αποτελέσει πρότυπο συνύπαρξης όταν ο ηγέτης της αμφισβητεί παγιωμένα δόγματα για το Μεσανατολικό;
Ό,τι κι αν ακολουθήσει, ένα είναι σαφές: ο Zohran Mamdani έχει ήδη μετατρέψει τη δημαρχιακή κούρσα σε δημοψήφισμα για το μέλλον της «προοδευτικής» πολιτικής στις Ηνωμένες Πολιτείες, και η έκβασή του θα επηρεάσει πολύ πέρα από τα όρια των πέντε δήμων.
*Ο Γιαακώβ Χαλιώτης είναι Ελληνοκύπριος Εβραίος, με καταγωγή επίσης από την Κεφαλονιά, μέλος του Διπλωματικού Σώματος του Παγκόσμιου Εβραϊκού Συνεδρίου (WJC) και διαμένει σήμερα στο Λονδίνο. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κύπρο. Ειδικεύεται στην αντιμετώπιση του αντισημιτισμού και της αντισιωνιστικής ρητορικής, με ενεργή παρουσία στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Ελλάδα, την Κύπρο, καθώς και σε διεθνή διπλωματικά fora. Διαθέτει μακρά εμπειρία στον τομέα της στρατηγικής επικοινωνίας και της δημόσιας διπλωματίας, εκπροσωπώντας τις φωνές της εβραϊκής διασποράς και προωθώντας τον διαθρησκευτικό διάλογο και την κοινωνική συνοχή. Έχει εργαστεί σε διάφορους οργανισμούς, μεταξύ των οποίων το Υπουργείο Παιδείας του Ηνωμένου Βασιλείου ως Chief Social Media Officer και στη Shell ως Global Brand Analytics Lead. Πρόσφατα ίδρυσε στο Λονδίνο τον οργανισμό Group of Verified Intelligence.
