SZ: «Ιστορικό φιάσκο» για τον Μερτς και τη Γερμανία στην πρώτη ψηφοφορία
AP Photo
AP Photo

SZ: «Ιστορικό φιάσκο» για τον Μερτς και τη Γερμανία στην πρώτη ψηφοφορία

Έντονος αναβρασμός και σοκ επικρατεί εδώ και κάποια ώρα στο Βερολίνο, έπειτα από την αποτυχία του Φρίντριχ Μερτς να εξασφαλίσει την απαιτούμενη πλειοψηφία των 316 βουλευτών για την ανάληψη της καγκελαρίας.

«Πρώτη φορά συμβαίνει κάτι τέτοιο στην ιστορία της Γερμανίας», γράφει το SPIEGEL για την «ιστορική ήττα» του Φρίντριχ Μερτς. Η ειρωνεία μάλιστα είναι πως, αν και δημοσιεύματα στον γερμανικό Τύπο έκαναν χθες λόγο για το τέλος του πολιτικού τέλματος στη χώρα, η αποτυχία του Μερτς «λαμβάνει χώρα ακριβώς έξι μήνες μετά την κατάρρευση του συνασπισμού Φανάρι. Έτσι, μέσα σε μισό χρόνο η Γερμανία βιώνει δύο πρωτοφανή πολιτικά γεγονότα», σύμφωνα με την DW.

Η Γερμανία «θεωρούνταν όαση πολιτικής σταθερότητας. Όμως αυτό πλέον φαίνεται πως ανήκει στο παρελθόν. Ακόμη και αν ο Μερτς εκλεγεί σε δεύτερη ψηφοφορία, η σημερινή καταστροφή στην Μπούντεσταγκ δείχνει πόσο εύθραυστη είναι η πλειοψηφία του κυβερνητικού συνασπισμού».

Για «ιστορικό φιάσκο» κάνει λόγο και η Süddeutsche Zeitung, ενώ προσθέτει πως ακόμη και να αναλάβει την καγκελαρία ο Μερτς, «η θητεία του είναι ήδη ιστορική – γιατί έχασε την εμπιστοσύνη του ιδίου του συνασπισμού του ήδη από την αρχή. Αντί να ταξιδέψει την Τετάρτη στο Παρίσι και τη Βαρσοβία, ο Μερτς τώρα τρέμει για τη δεύτερη ψηφοφορία. Πρόκειται για φιάσκο τόσο για τον ίδιο όσο και για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας συνολικά.

Για την καταστροφή που έλαβε χώρα στην Μπούντεσταγκ όμως ευθύνεται και ο επικεφαλής του SPD, Λαρς Κλίνγκμπαϊλ. Από τις εκλογές και έπειτα συγκέντρωσε στο πρόσωπό του όλες τις εξουσίες στο κόμμα – και ως εκ τούτου και όλη την ευθύνη. Μιας και οι αποστάτες βρίσκονται κατά πάσα πιθανότητα στις τάξεις της δικής του παράταξης, ευθύνεται και ο Κλίνγκμπαϊλ για το ότι ο συνασπισμός Χριστιανικής Ένωσης και SPD – εάν τελικά αναλάβει πράγματι τη διακυβέρνηση της χώρας – ξεκινάει τη θητεία του με μία τόσο ντροπιαστική εξέλιξη».

«Damage control» και «blame game» από CDU/CSU και SPD

Τα κόμματα του συνασπισμού προσπαθούν τώρα να κάνουν «damage control», παρατηρεί η Frankfurter Allgemeine Zeitung, με τις παρατάξεις «να προσπαθούν να επιρρίψουν τις ευθύνες η μία στην άλλη. Στους κύκλους της Χριστιανικής Ένωσης ισχυρίζονται πως όλοι οι βουλευτές της παράταξης ψήφισαν υπέρ του Μερτς.

Είναι στο DNA των συντηρητικών πολιτικών να ψηφίζουν τον δικό τους υποψήφιο, ακόμη και αν δεν είναι απόλυτα της αρεσκείας τους. Στο SPD ακούγεται με κάποια μεγαλύτερη επιφυλακτικότητα πως όλοι οι βουλευτές ήταν παρόντες και πως κανείς δεν είχε ενδοιασμούς την τελευταία στιγμή».

Ωστόσο, «δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τι έχει συμβεί: διότι η ψηφοφορία είναι μυστική», καταλήγει η FAZ.

Την ίδια στιγμή, όπως φαίνεται και από το πλήθος δημοσιογράφων που περιτριγυρίζουν τη Αλίς Βάιντελ και τον έτερο επικεφαλής της AfD, Τίνο Κρουπάλα, «το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης, που μετρά 152 βουλευτές στην Μπούντεσταγκ, τραβάει πάνω του ακόμη μεγαλύτερη προσοχή από τα μέσα ενημέρωσης», γράφει το SPIEGEL.

«Τόσο η Βάιντελ, όσο και ο Κρουπάλα χαίρονται με τις εξελίξεις, τα πρόσωπά τους λάμπουν. Ο Κρουπάλα δήλωσε πως πρόκειται για μία ''καλή ημέρα'' για τη Γερμανία», ενώ η Βάιντελ προσέθεσε ότι όλα αυτά αποτελούν απόδειξη της «αστάθειας που θα χαρακτηρίζει τη μελλοντική κυβέρνηση». Θα πρέπει κάποιος επομένως να «θέσει άμεσα τέλος στον αργό θάνατο του Φρίντριχ Μερτς» και να «ανοίξει έτσι τον δρόμο για νέες εκλογές».

Η tagesschau αναφέρει από την πλευρά της πως «το γεγονός ότι βουλευτές της Χριστιανικής Ένωσης και του SPD δεν ψήφισαν υπέρ του Μερτς, εξηγείται από πολιτικούς στους κύκλους του συνασπισμού με το ότι υπάρχουν αρκετοί δυσαρεστημένοι, όπως ενδεχομένως πολιτικοί που δεν έλαβαν αξιώματα στον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης.

Την ίδια στιγμή, βέβαια, υπήρχαν και σημαντικές επιφυλάξεις στις τάξεις του SPD απέναντι στον Μερτς. Στη Χριστιανική Ένωση από την άλλη πλευρά υπήρξαν το τελευταίο διάστημα επικρίσεις για μετεκλογική αλλαγή ρότας στη δημοσιονομική πολιτική με τη χαλάρωση του χρεόφρενου για τις αμυντικές δαπάνες και τη δημιουργία του ειδικού ταμείου δισεκατομμυρίων για τις υποδομές».