Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, παραχώρησε μακρά συνέντευξη στην τηλεοπτική εκπομπή «60 Minutes» του CBS, όπου συζήτησε πλήθος ζητημάτων τόσο σε εξωτερική όσο και σε εσωτερική πολιτική.
Από τις σχέσεις Ουάσινγκτον–Τελ Αβίβ και το μέλλον της Χαμάς έως την ισορροπία στο πυρηνικό οπλοστάσιο και τη μεταναστευτική πολιτική, ο Αμερικανός πρόεδρος ανέπτυξε το όραμά του για μια Αμερική περισσότερο «σκληρή και αποφασιστική». Αναφέρθηκε διεξοδικά στις σχέσεις με την Κίνα και στον ηγέτη της, Σι Τζινπίνγκ, υιοθετώντας έναν συνδυασμό προειδοποιήσεων και επιφυλάξεων σχετικά με τη γεωστρατηγική ισορροπία στην Ασία.
Πυρηνικές δοκιμές
Ο Τραμπ είπε ότι έχει ζητήσει από το «Υπουργείο Πολέμου» να λάβει μέτρα ώστε να είναι σε θέση να επανεκκινήσει πυρηνικές δοκιμές, επιχειρηματολογώντας πως οι ΗΠΑ οφείλουν να διατηρούν την υπεροπλία τους απέναντι σε άλλες δυνάμεις. Υποστήριξε επίσης ότι οι ΗΠΑ διαθέτουν «πυρηνική ισχύ ικανή να καταστρέψει τον κόσμο 150 φορές» και ότι επιδιώκει μια «νέα ισορροπία αποτροπής» με τη Ρωσία και την Κίνα.
Ο ρεπουμπλικάνος πολιτικός ισχυρίστηκε πως «Η Ρωσία κάνει δοκιμές, και η Κίνα κάνει δοκιμές, αλλά δεν μιλάνε γι’ αυτό» και προσέθεσε ότι πολλές χώρες — όπως η Βόρεια Κορέα και το Πακιστάν — ήδη διεξάγουν δοκιμές. Υποστήριξε πως, παρά την ισχύ των πυρηνικών όπλων, οι δοκιμές συχνά γίνονται υπόγεια και σε βάθος, χωρίς ευρεία ενημέρωση, και επέμεινε ότι οι ΗΠΑ πρέπει επίσης να προχωρήσουν σε δοκιμές.
Η εκεχειρία στη Γάζα δεν είναι εύθραυστη
Στο ζήτημα της εκεχειρίας στη Γάζα, ο Τραμπ τόνισε ότι δεν πρόκειται για ευάλωτη συμφωνία αλλά για μια σταθερή ρύθμιση, προσθέτοντας ότι η Χαμάς θα αντιμετωπιστεί σκληρά εάν δεν αφοπλιστεί.
Ερωτηθείς σχετικά με το πώς θα επιτευχθεί ο αφοπλισμός της οργάνωσης, ο Τραμπ απάντησε κατηγορηματικά ότι, αν αποφασίσει να το επιδιώξει, θα το πετύχει γρήγορα και με αποφασιστικά μέσα. Παρά το γεγονός ότι στο 20μερες πρόγραμμα του προβλέπεται ο αφοπλισμός της τρομοκρατικής οργάνωσης Χαμάς, η συμφωνία που υπογράφηκε στο Κάιρο στις 9 Οκτωβρίου ανάμεσα σε Ισραήλ και Χαμάς περιορίστηκε σε αρχική αποχώρηση δυνάμεων, σε ανταλλαγή ομήρων και κρατουμένων και σε ανθρωπιστική βοήθεια.
Εμπλοκή στη δίκη του Νετανιάχου και πίεση για την εκεχειρία
Ο Τραμπ εξήγησε ότι άσκησε πιέσεις στον Ισραηλινό πρωθυπουργό, Μπενιαμίν Νετανιάχου, για να επιτευχθεί αυτή η εκεχειρία, σημειώνοντας ότι ο Νετανιάχου «χρειάστηκε καθοδήγηση» για να συναινέσει. Παράλληλα ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ προτίθενται να εμπλακούν στη δίκη του Νετανιάχου, δηλώνοντας πως σκοπεύουν να παρέμβουν υπέρ του επειδή θεωρούν ότι υφίσταται άδικη μεταχείριση.
Ο Αμερικανός πρόεδρος περιέγραψε τον Νετανιάχου ως «πρωθυπουργό του πολέμου», αλλά αναγνώρισε ότι έχει διαχειριστεί δύσκολες περιστάσεις επιτυγχάνοντας σημαντικό έργο.
Εμπλοκή στη δίκη του Νετανιάχου και πίεση για την εκεχειρία
Στο μέτωπο των σχέσεων με τη Σαουδική Αραβία, ο Τραμπ επανέλαβε την καχυποψία του έναντι του Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, αμφισβητώντας τη σοβαρότητα του Σαουδάραβα διαδόχου όταν συνδέει την εξομάλυνση σχέσεων με το Ισραήλ με τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους. Εκτίμησε ότι η σφυρηλάτηση σχέσεων θα προχωρήσει μέσα από τις Συμφωνίες του Αβραάμ, ανεξαρτήτως λύσης δύο κρατών, και επισήμανε ότι η πιθανότητα μιας πυρηνικής Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν αποτελεί βασικό παράγοντα που κρατά πολλές αραβικές χώρες επιφυλακτικές.
Υπενθυμίζεται ότι στην προηγούμενη δημόσια αμφισβήτησή του για την αξιοπιστία του Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, το σαουδαραβικό Υπουργείο Εξωτερικών είχε εκδώσει επίσημη ανακοίνωση διαψεύδοντας τον Τραμπ.
Εσωτερική πολιτική: Μετανάστευση και οικονομία
Στο εσωτερικό μέτωπο, ο πρόεδρος χαρακτήρισε το πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης ως «εκτός ελέγχου» και τόνισε ότι οι παράτυποι μετανάστες πρέπει να επιστρέφουν στη χώρα προέλευσής τους νόμιμα και υπό συγκεκριμένους όρους. Αναφορικά με την οικονομία, υπερασπίστηκε την εφαρμογή δασμών ως πυλώνα της πολιτικής του και υποστήριξε ότι χάρη σ’ αυτούς τα συνταξιοδοτικά ταμεία και τα χρηματιστήρια βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Ουκρανία και εσωτερική ασφάλεια
Σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο Τραμπ ισχυρίστηκε ότι εάν παρέμενε πρόεδρος, η σύρραξη δεν θα είχε ξεκινήσει, αποκαλώντας την «τον ηλίθιο πόλεμο του Τζο Μπάιντεν» και όχι δικό του. Επίσης, άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να επικαλεστεί τον νόμο περί εξεγέρσεων προκειμένου να αποκαταστήσει την τάξη σε αμερικανικές πόλεις, δηλώνοντας ότι θα χρησιμοποιήσει στρατιωτικές δυνάμεις — στρατό, πεζοναύτες κ.ά. — εφόσον κριθεί αναγκαίο.
«Ο Σι Τζινπίνγκ μου υποσχέθηκε ότι δεν θα επιτεθεί στην Ταϊβάν»
Ο Τραμπ ανέφερε ότι ο Σι Τζινπίνγκ του έδωσε προσωπική διαβεβαίωση πως η Κίνα δεν θα επιτεθεί στην Ταϊβάν όσο εκείνος είναι πρόεδρος, και πρόσθεσε ότι τον πιστεύει. Παράλληλα υπογράμμισε ότι το Πεκίνο παρακολουθεί προσεχτικά τις κινήσεις των ΗΠΑ και ότι η σταθερότητα στην περιοχή εξαρτάται από την ισχύ και την αποφασιστικότητα της αμερικανικής ηγεσίας.
Στην ερώτηση της δημοσιογράφου Νόρα Ο’Ντόνελ σχετικά με το αν οι ΗΠΑ θα υπερασπιστούν στρατιωτικά την Ταϊβάν σε περίπτωση εισβολής, ο Τραμπ απέφυγε να δώσει άμεση απάντηση, λέγοντας «Δεν μπορώ να αποκαλύψω τα μυστικά μου. Θα το μάθετε αν συμβεί», αφήνοντας να εννοηθεί ότι διατηρεί «στρατηγική αβεβαιότητα» απέναντι στο Πεκίνο.
Σκληρή γραμμή στους δασμούς και την οικονομική εξάρτηση
Ο πρόεδρος επέμεινε στη σκληρή γραμμή ως προς τους δασμούς και την προσπάθεια μείωσης της οικονομικής εξάρτησης από την Κίνα, υποστηρίζοντας ότι τα μέτρα αυτά έχουν ενισχύσει την αμερικανική βιομηχανία και έχουν φέρει επενδύσεις πίσω στις ΗΠΑ. Ισχυρίστηκε ότι «οι δασμοί λειτουργούν» και ότι η Κίνα χρειάζεται τις ΗΠΑ περισσότερο απ’ όσο οι ΗΠΑ χρειάζονται την Κίνα, ενώ τόνισε ότι η πολιτική του έχει σώσει εκατομμύρια θέσεις εργασίας.
President Donald Trump says he wants the U.S. to start testing its nuclear weapons. https://t.co/kxNksjVSyt pic.twitter.com/CBcdS8EG98
— 60 Minutes (@60Minutes) November 3, 2025
Για τον Σι Τζινπίνγκ είπε ότι είναι «πολύ σκληρός αλλά εξαιρετικά έξυπνος ηγέτης» και ότι μεταξύ τους υπάρχει αμοιβαίος σεβασμός. Επισήμανε πως, ακόμα κι αν διαφωνούν σε πολλά ζητήματα, η προσωπική τους σχέση συμβάλλει στη σταθερότητα. Τόνισε ότι η Ουάσινγκτον πρέπει να δείξει αποφασιστικότητα απέναντι στο Πεκίνο: αν η Κίνα αντιληφθεί αδυναμία, θα δράσει, ενώ αν δει δύναμη, θα παραμείνει στη διπλωματική σφαίρα.
Συμπέρανε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν πρόκειται να επιτρέψουν την απώλεια της τεχνολογικής και στρατιωτικής υπεροχής τους και συνέδεσε την επιδίωξη της ειρήνης με την ανάγκη για συνεχή ετοιμότητα και ισχύ από πλευράς της αμερικανικής πολιτείας.
