Σε τεντωμένο σχοινί οι διαπραγματεύσεις στην Ιταλία

Σε τεντωμένο σχοινί οι διαπραγματεύσεις στην Ιταλία

Της Οντίν Λιναρδάτου

Σε τεντωμένο σχοινί προχωρούν οι διαπραγματεύσεις στην Ιταλία με τους ηγέτες του Κινήματος των Πέντε Αστέρων και του Δημοκρατικού Κόμματος, Λουίτζι Ντι Μάιο και Νικόλα Τζινγκαρέτι, να προσπαθούν να βρουν τη χρυσή τομή.

Η επιμονή του κ. Ντι Μάιο να παραμείνει πρωθυπουργός της Ιταλίας και στη νέα κυβέρνηση ο Τζιουζέπε Κόντε είναι το βασικό θέμα διαφωνίας των δύο αντρών.

Το μεσημέρι της Τρίτης οι συνομιλίες διακόπηκαν μία ακόμα φορά όταν ο Νικόλα Τζινγκαρέτι αρνήθηκε να δώσει την απόλυτη στήριξη του στον κ. Κόντε.

Ο Λουίτζι Ντι Μάιο αποχώρησε σε μία χρονική περίοδο που όλα έμοιαζαν να κλειδώνουν. Μετά από λίγες ώρες όμως οι δύο άντρες κάθισαν ξανά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και μένει να δούμε αν τη νύχτα θα βγει λευκός η μαύρος καπνός .

Το Δημοκρατικό Κόμμα υποστηρίζει πως δεν αποτελεί πρόβλημα η παραμονή του Τζιουζέπε Κόντε αλλά η επιμονή του κ. Ντι Μάιο να κρατήσει τη θέση του Αντιπροέδρου και να πάρει και τη θέση του υπουργού εσωτερικών που κρατάει αυτή τη στιγμή ο Ματέο Σαλβίνι.

Τα δύο κόμματα διαφωνούν και στο πρόσωπο του νέου επιτρόπου. Ο κ. Ντι Μάιο φαίνεται πως θέλει το κόμμα του να επιλέξει τον νέο επίτροπο ενώ ο κ. Τζινγκαρέτι θέλει να πάρει τη θέση ο πρώην πρωθυπουργός Πάολο Τζεντιλόνι.

Σύμφωνα με την εφημερίδα II Messaggero το Δημοκρατικό Κόμμα διαπραγματεύεται τα υπουργεία εσωτερικών, εξωτερικών και οικονομικών ενώ η Republica γράφει πως ο Τζιουζέπε Κόντε θα συναινέσει και στην κατάργηση των σκληρών νόμων κατά των μεταναστών που επέβαλε ο ηγέτης της ξενοφοβικής Λέγκας Ματέο Σαλβίνι.

Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν την επιθυμία των Ιταλών να σχηματιστεί βιώσιμη κυβέρνηση από αυτή τη βουλή χωρίς να πάει η χώρα σε εκλογές.

Η κίνηση του αρχηγού της ακροδεξιάς Λέγκας Ματέο Σαλβίνι να ρίξει ουσιαστικά την κυβέρνηση εξαναγκάζοντας τον πρωθυπουργό Τζιουζέπε Κόντε να παραιτηθεί δυσαρέστησε τους οπαδούς του και το κόμμα του εμφανίζεται να χάνει 5 μονάδες.

Τέλη Ιουλίου η Λέγκα συγκέντρωνε 38,9% ενώ στη δημοσκόπηση της περασμένης Κυριακής μόλις 33,7%.

Ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο που θα πρέπει να το λάβει σοβαρά υπόψη του και ο Νικόλα Τζινγκαρέτι είναι πως ο Τζιουζέπε Κόντε είναι ο πιο δημοφιλής πολιτικός αυτή τη στιγμή στη χώρα με ποσοστό 61%. Βρίσκεται πολύ πιο ψηλά και από τον κ. Ντι Μάιο και από τον κ. Σαλβίνι.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως απλοί πολίτες χρήστες του Facebook, που δηλώνουν ψηφοφόροι του Δημοκρατικού Κόμματος, έγραψαν κάτω από τον λογαριασμό του κ. Τζινγκαρέτι ότι είναι παράλογο να διαφωνεί στο θέμα του πρόσωπο του κ. Κόντε , γιατί είναι ένας έντιμος και σοβαρός άνθρωπος. Πάρα πολλοί δε σημειώνουν πως αυτή η συμφωνία έπρεπε να είχε γίνει ένα χρόνο πριν και να μην είχε μπει η χώρα στην περιπέτεια που την έβαλε ο Ματέο Σαλβίνι.

Αν πάντως οι διαπραγματεύσεις καταρρεύσουν οριστικά τότε ο πρόεδρος Σέρτζιο Ματαρέλα θα διορίσει υπηρεσιακή κυβέρνηση και θα προκηρύξει πρόωρες εκλογές.

Αναλυτές εκτιμούν πως ο Νικόλα Τζινγκαρέτι είναι αυτός που δημιουργεί τα περισσότερα εμπόδια στο ενδεχόμενο κυβερνητικής συνεργασίας ανάμεσα στα Πέντε Αστέρια και το Δημοκρατικό Κόμμα.

Ο κ. Τζινγκαρέτι ανησυχεί πως θα χάσει κάθε επιρροή που ασκεί στο κόμμα του αν υπάρξει κυβέρνηση υπό τον κ. Κόντε και τα ηνία θα αναλάβει ξανά ο πρώην πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι. Ο Νικόλα Τζινγκαρέτι, που προέρχεται από το Κομμουνιστικό Κόμμα, μπορεί να αρνείται να απαντήσει ευθέως σε ερωτήσεις που αφορούν στην επαναφορά του κ. Κόντε εμφανίζεται όμως αισιόδοξος για την πρόοδο των διαπραγματεύσεων αν και επισήμανε πως πρέπει να ακούνε και οι δύο πλευρές για να σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος. Δεν σταματά δε να τονίζει πως ο σχηματισμός μίας κυβέρνησης είναι σοβαρή υπόθεση, ότι αυτοί είναι σοβαροί άνθρωποι και δεν θέλουν να σχηματίσουν μία αδύναμη κυβέρνηση που θα καταρρεύσει και αυτή σε 14 μήνες.

Μάλλον ο επικεφαλής του Δημοκρατικού Κόμματος δεν έχει μελετήσει καλά την ιστορία της χώρας του.

Η Ιταλία είχε 69 κυβερνήσεις μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο με μέσο όρο ζωής τους 13 μήνες. Την ίδια περίοδο η Ισπανία είχε 23 κυβερνήσεις και η Γαλλία μόλις 13.

Είναι σαφές πως οι συγγραφείς του ιταλικού συντάγματος το 1946 έφτιαξαν ένα σύστημα που θα απέκλειε τη συγκέντρωση μεγάλης δύναμης στο πρόσωπο ενός ανθρώπου, ενός νέου Μπενίτο Μουσουλίνι. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός εκλογικού νόμου που βγάζει αδύναμους πρωθυπουργούς που είναι ευάλωτοι σε κάθε ψήφο εμπιστοσύνης.