Το κόκκινο χαλί έστρωσε ο Ναρέντρα Μόντι για τον Βλαντιμίρ Πούτιν στην πρώτη επίσκεψή του Ρώσου προέδρου στην Ινδία μετά τον επιθετικό πόλεμο που εξαπέλυσε, και αρνείται να τερματίσει, στην Ουκρανία, επισφραγίζοντας τη στρατηγική τους συνεργασία με φόντο τις πιέσεις που αμφότεροι δέχονται από την προεδρία Τραμπ και σε γεωπολιτικό περιβάλλον στο οποίο η Κίνα καθίσταται όλο και πιο ισχυρή.
Η επίσκεψη του Πούτιν στον σύμμαχο Μόντι ήλθε σε στιγμές κρίσιμες για την εξέλιξη της πυρετώδους κινητοποίησης της αμερικανικής διπλωματίας για το κλείσιμο του μετώπου της Ουκρανίας, και αφότου το Κρεμλίνο απέρριψε το αναθεωρημένο, κατόπιν της ευρωπαϊκής παρέμβασης, σχέδιο τερματισμού του πολέμου και αναμένονται τώρα οι επόμενες κινήσεις εκ μέρους του Αμερικανού προέδρου.
Ο Ινδός πρωθυπουργός υποδέχτηκε τον Ρώσο πρόεδρο με όλες τις τιμές, στέλνοντας μήνυμα στη διεθνή κοινότητα ότι η «ειδική και προνομιακή στρατηγική εταιρική σχέση», η φόρμουλα που από το 2010 ορίζει τις ρωσο-ινδικές σχέσεις, δεν έχει αποδυναμωθεί ούτε από τον πόλεμο στην Ουκρανία ούτε από τις πιέσεις της Δύσης.
Η λεγόμενη «στρατηγική αυτονομία» της Ινδίας αποτελεί άλλωστε τον πυρήνα της πολιτικής Μόντι ως ηγέτη μίας αναδυόμενης υπερδύναμης. Παρότι η «εξίσωση» έχει γίνει πιο δύσκολη για την Ινδία, μεταξύ άλλων λόγω των αμερικανικών δασμών, όπως παρατηρούν οι Financial Times η σύνοδος κορυφής στο Νέο Δελχί δείχνει ότι η Ινδία προτίθεται να διατηρήσει ανοιχτούς όλους τους διαύλους με τη Μόσχα, παρά την επιδείνωση του διεθνούς πλαισίου και την εντατικοποίηση των πιέσεων πιέσεων της Ουάσινγκτον ως προς τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου. Στο επίκεντρο δεν βρίσκονται μόνο τα νέα οπλικά συστήματα -μεταξύ των οποίων τα μαχητικά Su-57 και οι προηγμένες εκδόσεις του αντιπυραυλικού συστήματος S-500,- αλλά και όλο το φάσμα της διμερούς συνεργασίας: άμυνα, ενέργεια, τεχνολογία, επενδύσεις.
Η σχέση των δύο χωρών έχει ιστορικό βάθος δεκαετιών και θεωρείται μία από τις σημαντικότερες αμυντικές και γεωπολιτικές συμμαχίες της Ινδίας. Το Νέο Δελχί θεωρεί ότι η Ρωσία παραμένει απαραίτητος εταίρος για τη διατήρηση της ισορροπίας μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων και για την αποφυγή μιας αναγκαστικής ευθυγράμμισης με την Ουάσινγκτον στον ανταγωνισμό με την Κίνα. Όπως εξηγεί η Απάρνα Πάντε, ανώτερη ερευνήτρια σε θέματα Ινδίας και Νότιας Ασίας στο Hudson Institute, η Ινδία βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με «μια Αμερική σε τάση απομονωτισμού, μια πιο αδύναμη Ρωσία και μια πολύ πιο ισχυρή και διεκδικητική Κίνα», τρεις παράγοντες που καθιστούν απαραίτητη τη διαφοροποίηση των συμμαχιών και «τη μη εξάρτηση από ένα μόνο πλαίσιο ασφαλείας».
Η μεγαλύτερη ανησυχία του Νέου Δελχί είναι το ενδεχόμενο η απομόνωση της Ρωσίας από τη Δύση να ωθήσει ακόμη περισσότερο τη Μόσχα στην αγκαλιά του Πεκίνου. Υπό αυτό το πρίσμα, η θερμή υποδοχή του Πούτιν στην Ινδία είναι μια μορφή «στρατηγικής πρόληψης». Ο στόχος του Μόντι είναι να διατηρήσει τη Ρωσία ως βασικό στρατιωτικό προμηθευτή -έναν ρόλο που η Μόσχα διαδραματίζει εδώ και δεκαετίες- και να αποτρέψει την εξάρτηση της Ρωσίας από την Κίνα από να καταστεί μη αναστρέψιμη.
Κατά την ανάγνωση του έγκριτου Ιταλικού Ινστιτούτου Διεθνών Πολιτικών Μελετών (ISPI), η επίσκεψη αυτή για τον Πούτιν είναι η απόδειξη στα μάτια του Τραμπ και συνολικά της Δύσης ότι η Ρωσία μόνο απομονωμένη δεν είναι στην παγκόσμια σκηνή. Για το Κρεμλίνο υπάρχει και ένας βαθύτερος γεωπολιτικός υπολογισμός: σε περίοδο αυξανόμενης εξάρτησης από την Κίνα, η ενίσχυση των δεσμών με την Ινδία λειτουργεί ως αντίβαρο, αποτρέποντας το να βρεθεί η Μόσχα σε πολύ υποδεέστερη θέση έναντι του Πεκίνου. Επιπλέον, η Ρωσία έχει ζωτικό οικονομικό συμφέρον να διατηρήσει την Ινδία ως κύριο αγοραστή πετρελαίου και βασική αγορά ρωσικών οπλικών συστημάτων - έσοδα κρίσιμα για τη χρηματοδότηση του πολέμου στην Ουκρανία.
Μία από τις καθοριστικότερες μεταβλητές που ενδυνάμωσε τη συνεργασία Ινδίας-Ρωσίας ήταν η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Τα τελευταία τρία χρόνια, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη είχαν ανεχθεί την αμφίσημη στάση του Νέου Δελχί, έναν από τους κύριους αγοραστές ρωσικού πετρελαίου σε χαμηλό κόστος. H στρατηγική επένδυση των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ινδία, ως αντίβαρο στον κινεζικό επεκτατισμό είχε έλθει σε πρώτο πλάνο το καλοκαίρι του 2023 όταν ο τότε πρόεδρος Τζο Μπάιντεν υποδέχθηκε με τιμές τον Ναρέντρα Μόντι, χαρακτηρίζοντας την ινδο-αμερικανική συνεργασία «μία από τις σημαντικότερες εταιρικές σχέσεις του 21ου αιώνα».
Ήταν μία γερή δόση realpolitik από τον Τζο Μπάιντεν, ο οποίος έθεσε σε δεύτερη μοίρα τις ανησυχίες για τη δημοκρατική οπισθοδρόμηση της Ινδίας επί Μόντι, μπροστά στη ραγδαία μεταβολή των διεθνών ισορροπιών μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την ολοένα πιο επιθετική κινεζική πολιτική στον Ινδο-Ειρηνικό. Οι ΗΠΑ χρειάζονται την Ινδία περισσότερο από κάθε άλλη χώρα στον Ινδο-Ειρηνικό αυτή τη στιγμή, και το γεγονός αυτό -σε συνδυασμό ότι αποτελεί μία τεράστια αγορά- το Νέο Δελχί επιχειρεί να «αξιοποιήσει» τόσο έναντι της Μόσχας, όσο και έναντι του Κρεμλίνου.
Επί προεδρίας Τραμπ, η Ουάσινγκτον κατηγόρησε την Ινδία ότι συμβάλλει στη χρηματοδότηση του πολέμου μέσω των αγορών ρωσικού πετρελαίου, ζήτησε δραστική μείωση των ενεργειακών εισαγωγών και επέβαλε επιπλέον τιμωρητικούς δασμούς 25% σε ορισμένες κατηγορίες ινδικών προϊόντων. Η αντίδραση του Νέου Δελχί ήταν έντονη: οργή και αυξανόμενη δυσπιστία, καθώς η Ινδία θεωρεί ότι δέχεται πιέσεις να ευθυγραμμιστεί. Παρ’ όλα αυτά, ο Ινδός πρωθυπουργός σαφώς δεν επιθυμεί να διαταράξει μια βαθιά στρατηγική συνεργασία με τις ΗΠΑ.
Παρότι ο Μόντι αγκαλιάζει τον Πούτιν, μεταφορικά και κυριολεκτικά, όπως κατά την άφιξή του στο Νέο Δελχί όπου κυμάτιζαν παντού ρωσικές και ινδικές σημαίες, συνεχίζει ταυτόχρονα να επιδιώκει μια επιτυχή κατάληξη στις διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ για μια εξαιρετικά αναγκαία για την Ινδία εμπορική συμφωνία, μετά την επιβολή δασμών 50%, το μισό ποσοστό εκ των οποίων ως άμεση τιμωρία για τις αγορές ρωσικού πετρελαίου. Από τη μια πλευρά βρίσκεται η πιθανή αγορά προηγμένων ρωσικών μαχητικών αεροσκαφών, το φθηνό ρωσικό πετρέλαιο και μία ισχυρή φιλία σφυρηλατημένη από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου και ενδυναμωμένη επί Πούτιν. Από την άλλη, η αμερικανική συνεργασία σε τεχνολογία, εμπόριο και επενδύσεις.
Μέσα σε αυτό το περίπλοκο σκηνικό, όπου οι ινδικές ασκήσεις ισορροπίας έχουν γίνει πιο απαιτητικές, η Ινδία εμβαθύνει τις σχέσεις με τη Μόσχα για να διατηρήσει τη στρατηγική της αυτονομία παρά τις αυξανόμενες πιέσεις από την Ουάσινγκτον και την Ευρώπη - και ίσως, όπως εκτιμούν ορισμένοι αναλυτές, να ενισχύει την προσέγγιση με τη Ρωσία ακριβώς για να εξισορροπήσει τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ.
Από το Νέο Δελχί, ο Βλαντιμίρ Πούτιν δήλωσε πως «η Ρωσία είναι αξιόπιστος προμηθευτής ενεργειακών πόρων» και πως είναι έτοιμη να εξασφαλίσει «την αδιάλειπτη παροχή καυσίμων» για την ταχέως αναπτυσσόμενη ινδική οικονομία, ενώ ο Μόντι -χωρίς να κάνει άμεση αναφορά στο πετρέλαιο- δήλωσε ότι η ενεργειακή ασφάλεια αποτελεί «πυλώνα της συνεργασίας Ινδίας-Ρωσίας». Στο κοινό ανακοινωθέν τονίζεται ότι οι διμερείς σχέσεις είναι «ανθεκτικές έναντι εξωτερικών πιέσεων».
Σε συνέντευξή του σε ινδικά μέσα πριν από τη συνάντηση με τον Μόντι, ο Πούτιν είχε απορρίψει την αμερικανική κριτική για τις ινδικές αγορές ρωσικού πετρελαίου, επισημαίνοντας ότι αφού οι ΗΠΑ αγοράζουν ρωσικό πυρηνικό καύσιμο, η Ινδία δικαιούται το ίδιο «προνόμιο». Παράλληλα, ο Ρώσος πρόεδρος αναφέρθηκε στο πυρηνικό εργοστάσιο που κατασκευάζεται στην Ινδία με ρωσική συνδρομή, μιλώντας για έργο-σταθμό.
Η σύνοδος κορυφής κατέληξε σε σειρά συμφωνιών στους τομείς της άμυνας και της οικονομίας, συμπεριλαμβανομένης της οριστικοποίησης ενός προγράμματος οικονομικής συνεργασίας έως το 2030 με στόχο τον διπλασιασμό των εμπορικών συναλλαγών στα 100 δισ. δολάρια ετησίως. Παρά την απουσία αναφορών στην αγορά συγκεκριμένων ρωσικών οπλικών συστημάτων ή των μαχητικών αεροσκαφών Su-57, οι δύο πλευρές συμφώνησαν στη συμπαραγωγή προηγμένων αμυντικών πλατφορμών, την ώρα που η Ινδία επιδιώκει να διαφοροποιήσει τους προμηθευτές της.
Αναφερόμενος στον πόλεμο, ο Πούτιν ισχυρίστηκε ότι η Ρωσία επιδιώκει «ειρηνική λύση» για να επαναλάβει ότι η Ουκρανία πρέπει να αποσύρει τις δυνάμεις της από το Ντονμπάς, διαφορετικά η Μόσχα «θα το 'απελευθερώσει' διά της βίας». Ο Ινδός πρωθυπουργός από την πλευρά του επανέλαβε ότι η χώρα του «βρίσκεται στο πλευρό της ειρήνης από την αρχή» και χαιρέτισε τις προσπάθειες για την εξεύρεση «μόνιμης λύσης», λέγοντας ότι η Ινδία είναι έτοιμη να «συμβάλει στο μέλλον». Η Ινδία δεν έχει καταδικάσει τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Στο Νέο Δελχί υπεγράφησαν μνημόνια συνεργασίας σε εμπόριο, γεωργία, απασχόληση, ναυτιλία και δημόσια υγεία. Δύο νέα ρωσικά προξενεία θα ανοίξουν στην Ινδία, ενώ εγκαινιάζεται και παράρτημα του ρωσικού κρατικού δικτύου Russia Today για να συμβάλει κατά τον Πούτιν στη μετάδοση... «αντικειμενικών πληροφοριών» προς το ινδικό κοινό.
Ο Ρώσος πρόεδρος τόνισε ακόμη τη σημασία της συνεργασίας με την Ινδία στο πλαίσιο των BRICS για την προώθηση ενός «δικαιότερου» και «πολυπολικού» διεθνούς συστήματος. Στο τελικό κοινό ανακοινωθέν επισημαίνεται ότι η εταιρική σχέση «αναπροσανατολίζεται προς την κοινή έρευνα και ανάπτυξη και την παραγωγή προηγμένων αμυντικών συστημάτων», επιβεβαιώνοντας ότι Μόσχα και Νέο Δελχί ενισχύουν περαιτέρω τη στρατηγική τους σύμπλευση, ακόμη και υπό συνθήκες αυξανόμενης διεθνούς πίεσης.
