«Καταστροφική» είναι η ανθρωπιστική κατάσταση στο Σουδάν έπειτα από οκτώ μήνες πολέμου ανάμεσα στους δύο στρατηγούς που είχαν καταλάβει την εξουσία με το πραξικόπημα του 2021. Αυτό τόνισε, σε συνέντευξή της στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων, η Κλεμεντίν Νκουέτα-Σαλάμι, συντονίστρια του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τις ανθρωπιστικές επιχειρήσεις στο εμπόλεμο Σουδάν.
Σύμφωνα με τη Νικουέτα-Σαλάμι, 20 εκατομμύρια Σουδανοί –δηλαδή το 40% και πλέον του πληθυσμού– δεν έχουν πρόσβαση στις υπηρεσίες του ΟΗΕ, ενώ υπάρχει η κίνδυνος η χορήγηση ανθρωπιστικής βοήθειας να σταματήσει, ελλείψει κεφαλαίων.
Υπενθυμίζεται ότι στο Σουδάν, τη 15η Απριλίου ο επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων, στρατηγός Άμπντελ Φάταχ αλ Μπουρχάν και ο δεύτερος στην ιεραρχία του στρατιωτικού καθεστώτος, ο στρατηγός Μοχάμεντ Χαμντάν Ντάγκλο, αρχηγός των επίφοβων παραστρατιωτικών των Δυνάμεων Ταχείας Υποστήριξης (ΔΤΥ), έστρεψαν τα όπλα ο ένας εναντίον του άλλου.
Έκτοτε «σχεδόν επτά εκατομμύρια άνθρωποι εκτοπίστηκαν», αριθμός που σημαίνει πως στο Σουδάν καταγράφεται ο «μεγαλύτερος εκτοπισμός πληθυσμού στον κόσμο», επισήμανε η κυρία Νκουέτα-Σαλάμι.
Ο ΟΗΕ υπολογίζει πως έχουν χάσει τη ζωή τους τουλάχιστον 12.000 άνθρωποι. Παρά το εύρος της κρίσης, επισήμανε η συντονίστρια, οι υπηρεσίες του ΟΗΕ καλούνται να τα βγάλουν πέρα «με περιορισμένους πόρους», καθώς έχουν ανάγκη «περίπου 2,6 δισεκατομμύρια δολάρια» και από το ποσό αυτό δεν έχουν λάβει παρά «το 38,6%».
«Κάποια στιγμή, ακόμα κι αν εξασφαλίσουμε πρόσβαση, δεν θα έχουμε πλέον πόρους», προειδοποίησε.
Την ίδια διατύπωση κάνει ο Γιαν Έγκελαντ, επικεφαλής του Νορβηγικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες (NRC), μη κυβερνητικής οργάνωσης ιδιαίτερα ενεργής στο Σουδάν.
Ο ΟΗΕ μπόρεσε, από το έδαφος του Τσαντ, να ξεκινήσει επιχείρηση για να διανεμηθεί βοήθεια σε πολιτείες της αχανούς περιοχής Νταρφούρ —όπου υποπτεύεται ότι διαπράττεται «γενοκτονία»— και πλέον προσπαθεί να εξασφαλίσει πρόσβαση σε πολιτείες της Κορντοφάν, άλλη περιοχή όπου οι εχθροπραξίες είναι σφοδρές.
Η πρωτεύουσα Χαρτούμ, όπου άρχισε ο πόλεμος στα μέσα Απριλίου, παραμένει απρόσιτη· εκατομμύρια κάτοικοι εξακολουθούν να είναι παγιδευμένοι εκεί.
Ο ΟΗΕ μετέφερε από τις πρώτες μέρες του πολέμου τις υπηρεσίες του στο Πορτ Σουδάν, στην Ερυθρά Θάλασσα, όπου δεν έφθασαν ποτέ οι μάχες. Η περιοχή είναι από τις ελάχιστες όπου οι ένοπλες δυνάμεις έχουν τον πλήρη έλεγχο και το λιμάνι και το αεροδρόμιο λειτουργούν χωρίς προβλήματα.
«Πέραν των γραμμών των μετώπων»
Καθώς, εξήγησε η αξιωματούχος του ΟΗΕ, «η ανασφάλεια δημιουργεί τεράστια πρόκληση». Και, πέρα από την ασφάλεια των εργαζομένων σε ανθρωπιστικές οργανώσεις, χρειάζεται να διεξαχθούν «πολύ περίπλοκες διαπραγματεύσεις για να φθάσει η βοήθεια πέρα από τις γραμμές των μετώπων».
Και το να καθίσουν τα μέρη στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων παραμένει στόχος που απέχει ακόμα πολύ.
Κατόπιν απαίτησης των σουδανικών αρχών, το Συμβούλιο Ασφαλείας έβαλε τέλος την 1η Δεκεμβρίου στην πολιτική αποστολή του ΟΗΕ, η οποία συγκέντρωνε στοιχεία για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που πολλαπλασιάστηκαν κι επιδεινώθηκαν από το ξέσπασμα του πολέμου.
Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες στηλίτευσε τις ενέργειες των δυο στρατηγών, που επιδεικνύουν «απόλυτη περιφρόνηση για τα συμφέροντα του λαού τους», αυτών που τους υποστηρίζουν, «οικονομικά» και με «όπλα», καθώς και άλλων παραγόντων, τους οποίους δεν κατονόμασε.
Εδώ και μήνες ειδικοί επισημαίνουν πως κυρίως η Αίγυπτος και η Τουρκία υποστηρίζουν τις ένοπλες δυνάμεις του στρατηγού Μπουρχάν, ενώ τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα τις ΔΤΥ του στρατηγού Ντάγκλο, που ελέγχουν μεγάλο μέρος των σουδανικών κοιτασμάτων χρυσού.
Παρά την ανάμιξη ξένων παραγόντων, την έλλειψη ενδιαφέροντος σε επίπεδο μέσων ενημέρωσης και σε διπλωματικό επίπεδο, και παρά τις αναταράξεις σε άλλους τομείς της περιφέρειας, «πρέπει τα δυο μέρη να συμφωνήσουν να κηρύξουν κατάπαυση του πυρός και κατόπιν να τερματίσουν τις εχθροπραξίες», τόνισε η κυρία Νκουέτα-Σαλάμι.
«Ο σουδανικός λαός έχει ανάγκη ειρήνη», επέμεινε, υπενθυμίζοντας πως «τα παιδιά του δεν πάνε σχολείο», ενώ εκατομμύρια πολίτες παραμένουν «εκτός χώρας», αναγκάστηκαν να γίνουν πρόσφυγες.