Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, απείλησε την Τρίτη την Ισπανία με εμπορικές κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων δασμών, δηλώνοντας ότι είναι δυσαρεστημένος με την άρνησή της να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες στο 5% και χαρακτηρίζοντας τη στάση αυτή «έλλειψη σεβασμού» προς το ΝΑΤΟ.
«Είμαι πολύ δυσαρεστημένος με την Ισπανία. Είναι η μόνη χώρα που δεν αύξησε το ποσοστό της στο 5%... οπότε δεν είμαι καθόλου χαρούμενος με την Ισπανία», είπε ο Τραμπ σε δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο, αναφέρει το Reuters.
«Σκεφτόμουν να τους επιβάλω εμπορικές κυρώσεις μέσω δασμών για ό,τι έκαναν, και νομίζω ότι μπορεί να το κάνω», πρόσθεσε.
Ο Τραμπ έχει επανειλημμένα πιέσει τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ να αυξήσουν τις δαπάνες τους για την άμυνα και έχει εκφράσει αμφιβολίες για το κατά πόσο η Ουάσιγκτον θα πρέπει να βοηθά συμμάχους που δεν δαπανούν αρκετά.
Την περασμένη εβδομάδα, κατά τη συνάντησή του με τον πρόεδρο της Φινλανδίας, είπε ότι το ΝΑΤΟ θα έπρεπε να εξετάσει το ενδεχόμενο να αποβάλει την Ισπανία από τη συμμαχία λόγω της άρνησής της να δεχθεί τη νέα δέσμευση.
Η Ισπανία είναι ένας αξιόπιστος σύμμαχος της Συμμαχίας και έχει σήμερα 3.000 στρατιώτες αναπτυγμένους υπό το ΝΑΤΟ, δήλωσε την Τετάρτη ο Ισπανός υπουργός Εξωτερικών, Χοσέ Μανουέλ Άλμπαρες, όταν ρωτήθηκε για τα σχόλια του Τραμπ.
«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για τη δέσμευση και τη συμβολή της Ισπανίας στην (διατλαντική) ασφάλεια», είπε ο Άλμπαρες σε δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στο Χανγκζού της Κίνας.
Επικαλούμενα τη μεγάλη απειλή που συνιστά η Ρωσία μετά την εισβολή της στην Ουκρανία το 2022, τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ υποστήριξαν ότι η προηγούμενη δέσμευση για δαπάνες στο 2% του ΑΕΠ δεν είναι πλέον επαρκής.
Η Ισπανία ήταν το μοναδικό μέλος της συμμαχίας των 32 χωρών που δεν δεσμεύτηκε να αυξήσει τις στρατιωτικές δαπάνες της στο 5% του ΑΕΠ.
Ο Ισπανός πρωθυπουργός, Πέδρο Σάντσεθ εξασφάλισε την τελευταία στιγμή εξαίρεση, δηλώνοντας ότι η Ισπανία θα δαπανά έως και 2,1%, ποσό που χαρακτήρισε «επαρκές και ρεαλιστικό».
Η Μαδρίτη, η οποία εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ το 1982, υποστηρίζει ότι αντισταθμίζει το χαμηλότερο επίπεδο δαπανών με σημαντική στρατιωτική συνεισφορά στις αποστολές της Συμμαχίας, συμπεριλαμβανομένων αναπτύξεων στη Λετονία, τη Σλοβακία, τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και την Τουρκία.