Η πτώση του καθεστώτος Μπασάρ αλ-Άσαντ στις 8 Δεκεμβρίου 2024 σήμανε την αρχή μιας νέας εποχής για τη Συρία και την ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Μέσα σε μόλις 11 ημέρες, οι δυνάμεις της συριακής αντιπολίτευσης υπό την ηγεσία του Αχμάντ αλ-Σαράα (πρώην γνωστός ως Αμπού Μοχάμεντ αλ-Τζουλάνι) κατέλαβαν τη Δαμασκό, τερματίζοντας 53 χρόνια δυναστικής και τυραννικής κυριαρχίας της οικογένειας Άσαντ.
Η μεταβατική κυβέρνηση που ανέλαβε την εξουσία αντιμετωπίζει τώρα ένα πολύπλοκο τοπίο σχέσεων με το Ισραήλ, το οποίο χαρακτηρίζεται από διαπραγματεύσεις, στρατιωτικές εντάσεις και κινδύνους αποσταθεροποίησης.
Η Νέα Γεωπολιτική Πραγματικότητα
Η κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ αποτέλεσε στρατηγική ήττα για το Ιράν, το οποίο για περισσότερο από μια δεκαετία είχε επενδύσει δισεκατομμύρια δολάρια στη στήριξη της Δαμασκού. Σε αντίθεση με προηγούμενες εκτιμήσεις που προέβλεπαν ενίσχυση της ιρανικής παρουσίας, η πραγματικότητα ήταν εντελώς διαφορετική: στις 6 Δεκεμβρίου 2024, το Ιράν και οι φιλοϊρανικές πολιτοφυλακές αποχώρησαν ολοσχερώς από τη Συρία, μετά από σοβαρές στρατιωτικές αποτυχίες λόγω των αντάρτικων επιθέσεων.
Οι ιρανικές δυνάμεις αποσύρθηκαν από τη Δαμασκό, τη Χομς, το Χαλέπι, τις νότιες επαρχίες και από τα στρατηγικά σημεία Αλ-Μπουκαμάλ και Αλ-Μαγιαντίν. Οι γραμμές ανεφοδιασμού που συνέδεαν το Ιράν με τη Χεζμπολάχ στον Λίβανο διακόπηκαν, θέτοντας ουσιαστικά τέλος στην ιρανική επιρροή στη χώρα. Ο λεγόμενος «άξονας της αντίστασης» υπέστη καίριο πλήγμα, και η Τεχεράνη αντιμετωπίζει πλέον ελάχιστες πιθανότητες να ανακτήσει την επιρροή της στη Συρία.
Η Ισραηλινή Στρατιωτική Παρέμβαση
Αμέσως μετά την πτώση του Άσαντ, το Ισραήλ ανέλαβε δράση. Την ίδια ημέρα, ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου κήρυξε τη Συμφωνία Αποκλιμάκωσης του 1974 «άκυρη» και διέταξε τις Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις (IDF) να καταλάβουν την αποστρατικοποιημένη ζώνη στα Υψίπεδα του Γκολάν, καθώς και πρόσθετο έδαφος εντός της Συρίας. Ήταν η πρώτη φορά μετά τον πόλεμο του 1973 που ισραηλινές δυνάμεις εισήλθαν σε συριακό έδαφος.
Η ισραηλινή επιχείρηση, με την κωδική ονομασία «Βέλος του Βασάν», περιλάμβανε εκτεταμένους αεροπορικούς βομβαρδισμούς σε συριακές στρατιωτικές εγκαταστάσεις σε όλη τη χώρα. Σύμφωνα με στοιχεία, μέχρι τον Δεκέμβριο του 2025, το Ισραήλ είχε πραγματοποιήσει περισσότερες από 600 επιθέσεις στη Συρία, με μέσο όρο σχεδόν δύο την ημέρα. Η ισραηλινή πολεμική αεροπορία κατέστρεψε μεγάλο μέρος των συριακών αμυντικών δυνατοτήτων, συμπεριλαμβανομένου του πολεμικού ναυτικού.
Ο Σύρος πρόεδρος αλ-Σαράα δήλωσε ότι το Ισραήλ έχει διεξάγει «περισσότερες από 1.000 αεροπορικές επιδρομές και πάνω από 400 χερσαίες εισβολές» στη Συρία από τις 8 Δεκεμβρίου 2024, ενέργειες που χαρακτήρισε ως «πολύ επικίνδυνες». Επιπλέον, ισραηλινές δυνάμεις έχουν εγκαταστήσει εννέα νέα στρατιωτικά στρατόπεδα εντός συριακού εδάφους, κατέλαβαν αγροτικές εκτάσεις και δημιούργησαν σημεία ελέγχου.
Η Στάση της Νέας Συριακής Ηγεσίας
Παρά το τζιχαντιστικό του παρελθόν ως ηγέτης της οργάνωσης Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ (HTS), ο Αχμάντ αλ-Σαράα έχει υιοθετήσει τουλάχιστον δημοσίως ρητορική αποκλιμάκωσης απέναντι στο Ισραήλ.
«Δεν είμαστε εμείς αυτοί που δημιουργούν προβλήματα στο Ισραήλ. Εμείς φοβόμαστε το Ισραήλ, όχι το αντίστροφο», δήλωσε σε εκδήλωση του Ινστιτούτου Μέσης Ανατολής τον Σεπτέμβριο του 2025 στη Νέα Υόρκη.
Η συριακή ηγεσία έχει ξεκαθαρίσει ότι οι συνομιλίες ασφαλείας με το Ισραήλ αποτελούν «αναγκαιότητα» και θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αποτελέσματα «μέσα σε λίγες ημέρες». Ο αλ-Σαράα τόνισε ότι η κυβέρνησή του έχει στείλει «θετικά μηνύματα για την περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα» και ότι η Συρία δεν επιθυμεί να είναι χώρα που «εξάγει συγκρούσεις». Ωστόσο, απαιτεί την αποχώρηση του Ισραήλ στα όρια πριν από την πτώση του Άσαντ και τη διατήρηση της Συμφωνίας Αποκλιμάκωσης του 1974.
Οι Διαπραγματεύσεις και τα Εμπόδια
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, υπό την ηγεσία του ειδικού απεσταλμένου Τομ Μπάρακ, έχουν αναλάβει ρόλο διαμεσολαβητή μεταξύ Ισραήλ και Συρίας. Τον Σεπτέμβριο του 2025, Αμερικανός αξιωματούχος δήλωσε ότι μια συμφωνία ασφαλείας ήταν «99% ολοκληρωμένη».
Ωστόσο, οι διαπραγματεύσεις έχουν καθυστερήσει λόγω καποιων λογικών ισραηλινών απαιτήσεων, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας ανθρωπιστικού διαδρόμου που θα συνδέει τα κατεχόμενα Υψίπεδα του Γκολάν με τη Σουέιντα στη νότια Συρία που θα εξυπηρετούσε τους Δρούζους κυρίως.
Η Δαμασκός απέρριψε αυτό το αίτημα, επικαλούμενη ανησυχίες για την εθνική κυριαρχία και τους κινδύνους ασφαλείας, καθώς υπήρχαν αναφορές ότι τρομοκρατικές ομάδες θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν τον διάδρομο για λαθρεμπόριο όπλων.
Το Ισραήλ επιμένει σε αποστρατικοποιημένη ζώνη από τη Δαμασκό έως τα σύνορα, απαγόρευση πτήσεων στην περιοχή και διατήρηση του ελέγχου του στην κορυφή του όρους Ερμόν. Από την πλευρά της, η Συρία ζητά πλήρη αποχώρηση των ισραηλινών δυνάμεων από τα εδάφη που καταλήφθηκαν μετά τον Δεκέμβριο του 2024 και επιστροφή στο καθεστώς της Συμφωνίας του 1974 υπό την επίβλεψη ειρηνευτικών δυνάμεων του ΟΗΕ.
Οι Πραγματικοί Κίνδυνοι Κλιμάκωσης
1. Εσωτερική Αστάθεια και Θρησκευτικές Εντάσεις
Η μεγαλύτερη απειλή για τη σταθερότητα δεν προέρχεται από συμβατική στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Συρίας, αλλά από την εσωτερική αστάθεια. Τον Μάρτιο του 2025, σοβαρές συγκρούσεις ξέσπασαν στην περιοχή της Λαττάκειας με τη συμμετοχή της αλαουίτικης μειονότητας.
Τον Ιούλιο του 2025, βίαιες συγκρούσεις μεταξύ Δρούζων και κυβερνητικών δυνάμεων στη Σουέιντα οδήγησαν σε περισσότερους από 100 νεκρούς μέσα σε δύο ημέρες. Αναφορές κάνουν λόγο για πάνω από 1.600 νεκρούς Αλαουίτες αμάχους σε προηγούμενες συγκρούσεις.
2. Η Ισραηλινή Προστασία των Δρούζων
Το Ισραήλ έχει τοποθετηθεί ως προστάτης της δρουζικής κοινότητας στη νότια Συρία, πολλοί από τους οποίους έχουν οικογενειακούς δεσμούς με Δρούζους στα Υψίπεδα του Γκολάν στο Ισραηλ. Κατά τις συγκρούσεις της Σουέιντα τον Ιούλιο του 2025, το Ισραήλ εξαπέλυσε αεροπορικές επιδρομές εναντίον συριακών κυβερνητικών στόχων, ακόμη και στη Δαμασκό.
Αυτή η δυναμική δημιουργεί κίνδυνο για ακούσια κλιμάκωση, καθώς το Ισραήλ ενδέχεται να παρέμβει στρατιωτικά σε μελλοντικές εσωτερικές συριακές συγκρούσεις.
3. Απειλές κατά του Αλ-Σαράα
Αναλυτές εκτιμούν ότι υπάρχει «υψηλός έως πολύ υψηλός κίνδυνος» για τη ζωή και την εξουσία του αλ-Σαράα, κυρίως από ακραία στοιχεία εντός του περιβάλλοντός του, καθώς και από το ISIS. Οι διαπραγματεύσεις ασφαλείας με το Ισραήλ θεωρούνται «κόκκινη γραμμή» από εξτρεμιστές και αυξάνουν τον κίνδυνο δολοφονίας ή εσωτερικού πραξικοπήματος.
Σε περίπτωση κατάρρευσης του καθεστώτος αλ-Σαράα, το πιθανότερο σενάριο είναι εκείνο της αποσύνθεσης και του χάους, με εμφυλίους πολέμους μεταξύ πολιτοφυλακών και ενίσχυση του ISIS.
4. Αποτυχία των Διαπραγματεύσεων
Εάν οι συνομιλίες ασφαλείας καταρρεύσουν, το Ισραήλ ενδέχεται να κλιμακώσει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του, ενώ η συριακή κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει αυξανόμενη εσωτερική πίεση να αντιδράσει. Η απουσία διπλωματικού διαύλου θα αυξήσει τον κίνδυνο για λανθασμένους υπολογισμούς και ακούσια κλιμάκωση.
Ένα Παράδοξο Τοπίο
Η τρέχουσα κατάσταση μεταξύ Ισραήλ και Συρίας χαρακτηρίζεται από ένα παράδοξο: και οι δύο πλευρές δηλώνουν τουλάχιστον δημοσίως ότι επιθυμούν ειρήνη, αλλά οι ενέργειες στο έδαφος δημιουργούν διαρκείς εντάσεις.
Η νέα συριακή ηγεσία έχει ρητά απορρίψει τον ρόλο του «εχθρού» και ζητά αποκλιμάκωση παρόλα αυτά στην πράξη φαίνεται κάτι εντελώς διαφορετικό ενώ το Ισραήλ συνεχίζει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις επικαλούμενο λόγους ασφαλείας.
Ο κύριος κίνδυνος δεν είναι μια προμελετημένη σύρραξη, αλλά μια ακούσια κλιμάκωση που θα μπορούσε να προκύψει από εσωτερικές συριακές συγκρούσεις, αποτυχία των διαπραγματεύσεων, αποσταθεροποίηση του καθεστώτος αλ-Σαράα ή ισραηλινές επεμβάσεις στο όνομα της προστασίας μειονοτήτων.
Η επιτυχής ολοκλήρωση μιας συμφωνίας ασφαλείας παραμένει κρίσιμη για την αποφυγή ενός νέου κύκλου βίας στην ήδη ταλαιπωρημένη περιοχή.
*Ο Γιαακώβ Χαλιώτης είναι Ελληνοκύπριος Εβραίος, με καταγωγή επίσης από την Κεφαλονιά, μέλος του Διπλωματικού Σώματος του Παγκόσμιου Εβραϊκού Συνεδρίου (WJC) και διαμένει σήμερα στο Λονδίνο. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κύπρο. Ειδικεύεται στην αντιμετώπιση του αντισημιτισμού και της αντισιωνιστικής ρητορικής, με ενεργή παρουσία στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Ελλάδα, την Κύπρο, καθώς και σε διεθνή διπλωματικά fora.
Διαθέτει μακρά εμπειρία στον τομέα της στρατηγικής επικοινωνίας και της δημόσιας διπλωματίας, εκπροσωπώντας τις φωνές της εβραϊκής διασποράς και προωθώντας τον διαθρησκευτικό διάλογο και την κοινωνική συνοχή. Έχει εργαστεί σε διάφορους οργανισμούς, μεταξύ των οποίων το Υπουργείο Παιδείας του Ηνωμένου Βασιλείου ως Chief Social Media Officer και στη Shell ως Global Brand Analytics Lead. Πρόσφατα ίδρυσε στο Λονδίνο τον οργανισμό Group of Verified Intelligence.
