Ο πρόεδρος της Ταϊβάν, Λάι Τσινγκ-τε, δήλωσε την Παρασκευή ότι ελπίζει οι αμυντικές δαπάνες να φθάσουν το 5% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος πριν από το 2030, αυξάνοντας τον στόχο ενίσχυσης του στρατιωτικού προϋπολογισμού του νησιού, τον οποίο έχει προωθήσει η Ουάσιγκτον.
Την προηγούμενη ημέρα, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι ο προϋπολογισμός για την άμυνα του επόμενου έτους θα φτάσει το 3,32% του ΑΕΠ, συμπεριλαμβανομένων για πρώτη φορά των δαπανών για την ακτοφυλακή, μεταξύ άλλων, προκειμένου να ευθυγραμμιστεί με αυτό που ο πρωθυπουργός Τσο Τζουνγκ-τάι χαρακτήρισε «μοντέλο του ΝΑΤΟ».
Η κίνηση αυτή έρχεται σε μια περίοδο που η Κίνα, η οποία θεωρεί τη δημοκρατικά κυβερνούμενη Ταϊβάν ως μέρος του εδάφους της, έχει εντείνει την στρατιωτική και πολιτική πίεση τα τελευταία πέντε χρόνια για να επιβάλει τις διεκδικήσεις της, τις οποίες η Ταϊπέι απορρίπτει κατηγορηματικά.
Ωστόσο, η Ταϊβάν αντιμετωπίζει επίσης εκκλήσεις από την Ουάσινγκτον να αυξήσει τις δαπάνες για την άμυνα της, αντανακλώντας την πίεση των Ηνωμένων Πολιτειών προς την Ευρώπη.
Κατά την επίσκεψή του σε ναυτική βάση στη βορειοανατολική ακτή της Ταϊβάν, ο Λάι δήλωσε ότι οι απειλές της Κίνας έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια και ότι ελπίζει οι αμυντικές δαπάνες σύμφωνα με τα πρότυπα του ΝΑΤΟ να φθάσουν το 5% του ΑΕΠ πριν από το 2030.
«Αυτό δεν αποδεικνύει μόνο την αποφασιστικότητα της χώρας μας να διαφυλάξει την εθνική ασφάλεια και να προστατεύσει τη δημοκρατία, την ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα», δήλωσε σε βίντεο που παρέθεσε το γραφείο του.
«Δείχνει επίσης την προθυμία μας να σταθούμε στο πλευρό της διεθνούς κοινότητας για να ασκήσουμε από κοινού αποτρεπτική δύναμη και να διατηρήσουμε την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού».