Χρέος των ΗΠΑ: Παραμένουν ακανθώδη ζητήματα στις συνομιλίες

Χρέος των ΗΠΑ: Παραμένουν ακανθώδη ζητήματα στις συνομιλίες

Άκαρπες εξακολουθούν οι συνομιλίες για την αύξηση του ανώτατου ορίου χρέους των ΗΠΑ ύψους 31,4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, προκειμένου να αποφευχθεί μια καταστροφική χρεοκοπία, με τον επικεφαλής διαπραγματευτή των Ρεπουμπλικανών να δηλώνει πως «παραμένουν ακανθώδη ζητήματα».

Και όλα αυτά ενώ ο χρόνος πιέζει. Την Παρασκευή το υπουργείο Οικονομικών κατέστησε σαφές πως η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα ξεμείνει από κεφάλαια για να πληρώσει όλους τους λογαριασμούς της στις 5 Ιουνίου, αν δεν δράσει το Κογκρέσο. Σημειώνεται ότι η ΥΠΟΙΚ Τζάνετ Γέλεν παρέτεινε την πιθανή ημερομηνία χρεοκοπίας των ΗΠΑ από την στις 5 Ιουνίου.

Μια κατ' αρχήν συμφωνία μεταξύ του Δημοκρατικού προέδρου Τζο Μπάιντεν και του επικεφαλής των Ρεπουμπλικανών στο Κογκρέσο, Κέβιν Μακάρθι, θα αποτελέσει μια την αρχή μιας διαδικασίας που θα μπορούσε εύκολα να διαρκέσει μια βδομάδα για την προώθηση της σχετικής νομοθεσίας σε ένα βαθιά διαιρεμένο Κογκρέσο.

«Αυτά είναι δύσκολα πράγματα. Δεν περίμενα ότι θα κυλούσαν έτσι οι τελευταίες ώρες και ημέρες. Αλλά φτάνουμε σε ένα πολύ στενό σύνολο ζητημάτων που πρέπει να αντιμετωπιστούν», δήλωσε ο εκπρόσωπος Πάτρικ ΜακΧένρι, επισημαίνοντας ότι οι Ρεπουμπλικάνοι εξακολουθούν να εστιάζουν στην περικοπή των δαπανών. «Δεν μπορούμε να φτάσουμε εκεί αν δεν αντιμετωπίσουμε τα ακανθώδη ζητήματα με λογικό τρόπο», ανέφερε.

Οι σκληροπυρηνικοί Ρεπουμπλικάνοι στη Βουλή των Αντιπροσώπων έχουν απειλήσει να μπλοκάρουν οποιοδήποτε νομοσχέδιο δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες τους, συμπεριλαμβανομένων των δραστικών περικοπών δαπανών.

Οι Δημοκρατικοί έχουν από την πλευρά τους, απειλήσει να μην υποστηρίξουν ορισμένους από τους συμβιβασμούς που έχουν τεθεί, ιδίως όσον αφορά την επιβολή νέων απαιτήσεων εργασίας στα ομοσπονδιακά προγράμματα καταπολέμησης της φτώχειας.

«Είναι πολύ κοντά και είμαι αισιόδοξος», δήλωσε πάντως ο Μπάιντεν στους δημοσιογράφους την Παρασκευή.

Οι Ρεπουμπλικάνοι ελέγχουν τη Βουλή των Αντιπροσώπων με διαφορά 222-213 εδρών, ενώ οι Δημοκρατικοί έχουν την πλειοψηφία 51-49 στη Γερουσία, αφήνοντας στενό δρόμο για να περάσει σε νόμο οποιαδήποτε συμφωνία του Δημοκρατικού προέδρου και του Ρεπουμπλικάνου προέδρου.

Οι Ρεπουμπλικάνοι επιδιώκουν να περιορίσουν δραστικά τις κρατικές δαπάνες τα επόμενα 10 χρόνια, προκειμένου να επιβραδύνουν την αύξηση του αμερικανικού χρέους, το οποίο είναι πλέον ίσο με την ετήσια παραγωγή της οικονομίας.

Όμως η προσωρινή συμφωνία πιθανότατα θα υπολείπεται κατά πολύ του στόχου τους.

Οι δύο πλευρές κατέληξαν προσωρινά σε μια συμφωνία που θα αυξήσει το ανώτατο όριο του χρέους αρκετά ώστε να καλύψει τις δανειακές ανάγκες της χώρας μέχρι τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου 2024.

Θα ενίσχυε τις δαπάνες για τον στρατό και την περίθαλψη των βετεράνων και θα τις περιόριζε για συγκεκριμένα προγράμματα, σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν τις συνομιλίες.

Πού διαφωνούν

Οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν απορρίψει τις προτεινόμενες από τον Μπάιντεν αυξήσεις φόρων και καμία πλευρά δεν έχει δείξει προθυμία να αναλάβει τα ταχέως αναπτυσσόμενα προγράμματα υγείας και συνταξιοδότησης που θα αυξήσουν απότομα το χρέος τα επόμενα χρόνια.

Οι νόμοι του Μπάιντεν για τις υποδομές και την πράσινη ενέργεια θα παραμείνουν άθικτοι, ενώ η Υπηρεσία Εσωτερικών Προσόδων θα δει την πρόσφατη αύξηση του προϋπολογισμού της να μειώνεται ελαφρώς.

Αλλά τα προγράμματα ασφάλισης παραμένουν ένα σημείο εμπλοκής. Οι Ρεπουμπλικάνοι θέλουν να αυστηροποιήσουν τις απαιτήσεις εργασίας για το πρόγραμμα υγείας Medicaid για τους φτωχούς και το πρόγραμμα επισιτιστικής βοήθειας SNAP. Οι Δημοκρατικοί λένε ότι αυτό θα δημιουργούσε περισσότερα εμπόδια για τους ανθρώπους που ήδη αγωνίζονται να τα βγάλουν πέρα.

Και τα δύο προγράμματα επεκτάθηκαν δραματικά κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, αλλά έχουν μειωθεί τους τελευταίους μήνες.

Η αποτυχία του Κογκρέσου να αυξήσει το αυτοεπιβαλλόμενο ανώτατο όριο χρέους πριν από τις 5 Ιουνίου θα μπορούσε να προκαλέσει αθέτηση πληρωμών που θα ταρακούνησε τις χρηματοπιστωτικές αγορές και θα έστελνε τις ΗΠΑ σε βαθιά ύφεση.

Αρκετοί οίκοι αξιολόγησης έχουν δηλώσει ότι έχουν θέσει τις ΗΠΑ υπό εξέταση για πιθανή υποβάθμιση, η οποία θα εκτίνασσε το κόστος δανεισμού και θα υπονόμευε τη θέση τους ως ραχοκοκαλιά του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Μια παρόμοια αντιπαράθεση του 2011 οδήγησε τον οίκο Standard & Poor's να υποβαθμίσει την αξιολόγηση του αμερικανικού χρέους, πλήττοντας τις αγορές και στέλνοντας το κόστος δανεισμού της κυβέρνησης υψηλότερα.

Διαβάστε επίσης:

Η πόλωση και το χρέος των ΗΠΑ

Γέλεν: Παρέτεινε την πιθανή ημερομηνία χρεοκοπίας των ΗΠΑ στις 5 Ιουνίου