Οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν πιστεύουν ότι ο Πούτιν είναι ειλικρινής σχετικά με μια ειρηνευτική συμφωνία. Έτσι η στρατηγική τους είναι να δείχνουν κατανόηση και να επαινούν τον Ντόναλντ Τραμπ, μέχρι εκείνος να καταλήξει στο ίδιο συμπέρασμα και να συνειδητοποιήσει ότι θα χρειαστεί να σκληρύνει τη στάση του απέναντι στο Κρεμλίνο.
Για την Ευρώπη, αυτή είναι μια «win-win» τακτική: θα χαρούν να διαψευστούν αν ο Αμερικανός πρόεδρος καταφέρει να επιτύχει ειρήνη με ουσιαστικές εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία, αλλά βασικός στόχος παραμένει να αποκαλυφθούν οι προθέσεις του Πούτιν και να ενισχυθούν οι κυρώσεις.
Ο Εμανουέλ Μακρόν, ο ηγέτης που κατέβαλε τις μεγαλύτερες διπλωματικές προσπάθειες να αποτρέψει τον πόλεμο, είναι πλέον ο πιο ξεκάθαρος όταν δηλώνει ότι ο Ρώσος πρόεδρος δεν θέλει ειρήνη. «Πιστεύω ότι ο Πούτιν θέλει την παράδοση της Ουκρανίας. Αυτό είναι που έχει προτείνει», τόνισε πριν αναχωρήσει για την Ουάσινγκτον.
Στην πραγματικότητα, ο Πούτιν όχι μόνο δεν προσφέρει παραχωρήσεις, αλλά ζητά περισσότερα ουκρανικά εδάφη και απορρίπτει πλήρως την παρουσία δυνάμεων του ΝΑΤΟ για την ασφάλεια της χώρας. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες, σε σειρά έκτακτων επαφών, εκφράζουν βαθιά δυσπιστία για τη στάση της Μόσχας αλλά και αισιοδοξία ότι η Ουάσινγκτον θα επιβάλει σκληρότερες κυρώσεις, εάν ο Ρώσος πρόεδρος φανεί ως το μεγαλύτερο εμπόδιο στην ειρήνη.
Παράλληλα, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι εκτιμούν ότι η πίεση των αμερικανικών κυρώσεων είναι καθοριστική. Η πρόσφατη επιβολή υψηλών δασμών στην Ινδία, λόγω αγοράς ρωσικού πετρελαίου, θεωρείται πως ώθησε τον Πούτιν να συμμετάσχει στις συνομιλίες στην Αλάσκα. Επόμενο βήμα θα μπορούσε να είναι κυρώσεις στο εμπόριο με την Κίνα.
Αν και οι Ευρωπαίοι εμφανίζονται διατεθειμένοι να στηρίξουν την αμερικανική πρωτοβουλία, τονίζουν ότι αυτό θα αποτελέσει κυρίως «τεστ» για τις πραγματικές προθέσεις του Κρεμλίνου. Ο ίδιος ο Τραμπ αναγνωρίζει πλέον δημόσια ότι μπορεί ο Πούτιν να μη διαπραγματεύεται με καλή πίστη. «Ίσως δεν θέλει συμφωνία», δήλωσε, «και τότε θα είναι μια δύσκολη κατάσταση».