Η αύξηση των πωλήσεων ηλεκτρικών αυτοκίνητων έριξε το CO2

Η αύξηση των πωλήσεων ηλεκτρικών αυτοκίνητων έριξε το CO2

Δεν ήταν μια συνηθισμένη χρονιά το 2020, καθώς η πανδημία δημιούργησε πρωτόγνωρες καταστάσεις στην αγορά αυτοκινήτου με αποτελέσματα που σε πολλές περιπτώσεις ισοδυναμούσαν με επιστροφή στα μεταπολεμικά επίπεδα.

Όμως, σε αυτό το σκηνικό καταγράφηκε μια σημαντική ποιοτική μεταβολή, με τις πωλήσεις των ηλεκτρικών αυτοκινήτων να αυξάνονται σημαντικά, βοηθώντας τις αυτοκινητοβιομηχανίες να πιάσουν (ή να πλησιάσουν) τους στόχους των εκπομπών ρύπων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σύμφωνα, λοιπόν, με στοιχεία της JATO Dynamics, μιας εταιρίας παρόχου πληροφόρησης για την αυτοκινητοβιομηχανία, σε 21 χώρες της Ευρώπης, οι μέσες εκπομπές CO2 (κατά το πρότυπο μετρήσεων NEDC) των οχημάτων που ταξινομήθηκαν το 2020 ήταν 106,7 g/km, δηλαδή κατά 12% χαμηλότερες από τον μέσο όρο που καταγράφηκε το 2019.

Αυτή η μείωση των εκπομπών CO2 οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αυστηρότερη νομοθεσία σχετικά με την κατανάλωση καυσίμου και τις εκπομπές ρύπων - την ενεργοποίηση δηλαδή των προδιαγραφών WLTP που οδήγησαν σε μια σχεδόν αναγκαστική – και σαφώς υποβοηθούμενη από τις αυτοκινητοβιομηχανίες - αλλαγή της στάσης των καταναλωτών υπέρ των ηλεκτρικών οχημάτων.

Η μείωση των μέσων εκπομπών CO2 των αυτοκινήτων που πωλήθηκαν τα τελευταία έξι χρόνια στην Ευρώπη.

Σημειώνουμε, λοιπόν, ότι οι πωλήσεις αμιγώς ηλεκτρικών (Battery Electric Vehicles – BEVs) και plug-in υβριδικών οχημάτων (Plug in Hybrid Electric Vehicles - PHEVs) έφτασαν πέρυσι τα 1,21 εκατομμύρια «κομμάτια», ποσότητα που αντιστοιχεί στο 10,6% του συνόλου της αγοράς.

Πρόκειται για σημαντική αύξηση – σχεδόν τριπλασιασμό – σε σχέση με το 2019, που οι ταξινομήσεις BEVs και PHEVs είχαν φτάσει τις 466.000 μονάδες, αντιπροσωπεύοντας μόλις το 3,1% των συνολικών πωλήσεων.

Πίσω από αυτή τη μεταβολή δεν είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς και συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές, πέραν της μεταβολής της βασικής νομοθεσίας της ΕΕ.

Δεν ήταν λίγες οι ευρωπαϊκές χώρες που επιχειρώντας να βοηθήσουν την αγορά αυτοκινήτου να ανακάμψει επέλεξαν να προωθήσουν μια πράσινη, βιώσιμη λύση θεσπίζοντας σημαντικά κίνητρα, όπως αναφέραμε παραπάνω, όχι γενικώς για την αγορά καινούριου αυτοκινήτου, αλλά για την αγορά καινούριων BEV κατά κύριο λόγο και δευτερευόντως PHEV.

Ένας πίνακας με πολλά «λεφτά». Ο μέσος όρος των εκπομπών CO2 ανά μάρκα. Θυμίζουμε ότι η υπέρβαση των ορίων της ΕΕ συνεπάγεται υψηλά πρόστιμα για τις αυτοκινητοβιομηχανιες.

Τα παραπάνω είχαν ως αποτέλεσμα πολλοί καταναλωτές να απομακρυνθούν από τα παραδοσιακά οχήματα με μηχανές εσωτερικής καύσης (βενζίνης και ντίζελ) κατά τη διάρκεια της πανδημίας, για χάρη των νέων ηλεκτροκίνητων μοντέλων.

Έτσι οι πωλήσεις των συμβατικών οχημάτων μειώθηκαν από 14,7 εκατομμύρια μονάδες το 2019, σε 8,6 εκατομμύρια το 2020 – αντιπροσωπεύοντας τα 3 στα 4 αυτοκίνητα που ταξινομήθηκαν στην Ευρώπη. Αυτό είχε άμεση επίδραση στο μέσο όρο των εκπομπών ρύπων που μειώθηκε κατά 15 ολόκληρα γραμμάρια ανά χιλιόμετρο (-15 g/km).

Με τους περιορισμούς αποκλεισμού που επιβάλλονται σε όλη την Ευρώπη και πολλές κυβερνήσεις να παρέχουν πακέτα κινήτρων για αυτοκίνητα μηδενικών και χαμηλών εκπομπών, οι OEM έχουν κάνει αλλαγές στην προσφορά και το μάρκετινγκ τους, προκειμένου να δελεάσουν τους καταναλωτές προς τα οχήματα EV και PHEV.

6 χώρες δημοσίευσαν μέσους όρους εκπομπών κάτω από 100g/km

Παρατηρώντας το χάρτη των ρύπων, βλέπουμε ότι έξι χώρες κατέγραψαν μέσες εκπομπές κάτω των 100 g/km: η Ολλανδία, η Δανία, η Πορτογαλία, η Σουηδία, η Γαλλία και η Φινλανδία.

Οι μέσες εκπομπές ρύπων των αυτοκινήτων που ταξινομήθηκαν το 2020 στην Ευρώπη. Παρατηρούμε ότι η Ελλάδα χωρίς να είναι πρωτοπόρος, δεν τα καταφέρνει και τόσο άσχημα.

Αυτό σχετίζεται άμεσα με την κατάταξη των χωρών στον πίνακα των πωλήσεων BEVs και PHEVs, με τη Σουηδία όπου τα «καθαρά» μοντέλα κατέκτησαν το 32% της αγοράς να οδηγεί την κούρσα και την Ολλανδία να ακολουθεί με 25% σε μικρή απόσταση.

Ακολούθησαν Φινλανδία, Δανία και Πορτογαλία ενώ στον αντίποδα είχαμε τη Σλοβακία, την Δημοκρατία της Τσεχίας και την Πολωνία να υψηλότερους μέσους όρους CO2 και χαμηλότερα επίπεδα διείσδυσης των ηλεκτροκίνητων οχημάτων στην αγορά.