Το ξύλο που τρώει ο Μπακογιάννης

Υπάρχουν δυο τρόποι να κάνει κανείς πολιτική. Ο ένας είναι να δηλώνει διαρκώς την πρόθεση του να ζυμώσει, αλλά να κοσκινίζει επί σαράντα τέρμινα. Ο άλλος τρόπος είναι, άπαξ και το πάρει απόφαση, να βουτά κατ’ ευθείαν τα χέρια του στην ζύμη δίχως να τρέμει το αλεύρι που θα πέσει προσωρινώς στο τραπέζι ή το πάτωμα. Το ψωμί που θα βγει έχει σημασία.

Πάντως καρβέλι στην μέση του τραπεζιού, από μόνο του και δίχως την βαβούρα του ζυμώματος, δεν εμφανίζεται. Θα μου πείτε «μα το ‘χαμε τώρα ανάγκη αυτό το καρβέλι του μεγάλου περιπάτου»; Εσείς τι λέτε; Δεν το ‘χαμε; Το αθηναϊκό κέντρο που θα προκύψει μετά απ’ αυτή την παρέμβαση Μπακογιάννη, θα καλύτερο ή χειρότερο απ’ το σημερινό; Αν απαντήσετε «χειρότερο», τότε ζούμε σε διαφορετικές πόλεις. Εσείς στην Αθήνα του ’70 κι εγώ στην Αθήνα του 2030. Υπάρχει μεταξύ μας χάντικαπ μισού αιώνα. Όσο για το «τώρα», λέτε μήπως να το αναβάλουμε το έργο για καμιά δεκαετία ακόμα; Γιατί όχι, έ;

Άκουσα και διάβασα τα πάντα αυτές τις μέρες. Ότι βρήκαν τον διάολο τους όσοι πάνε στην δουλειά τους μέσω του άξονα της Πανεπιστημίου. Θυμάται κανείς τι γινόταν όταν έκλεισε το Σύνταγμα για την κατασκευή του μετρό; Το σημερινό αναστατωμένο κέντρο είναι παιδική χαρά μπροστά σ’ εκείνο το πεντάχρονο χάος. Αφήστε τι έγινε όταν πεζοδρομήθηκε η Ερμού και η Αιόλου. Επανάσταση. Για ανοίξτε και καμιά εφημερίδα του ’78 για να μάθετε ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής κόντεψε να πέσει όταν πεζοδρόμησε την Βουκουρεστίου.

Διαβάζω ότι ο Μπακογιάννης μισεί το αυτοκίνητο. Μπούρδες. Αν ισχύει αυτός ο συλλογισμός, τότε οι προηγούμενοι δήμαρχοι Αθηναίων μισούσαν τους πεζούς ή τους ποδηλάτες. Στέκει; Απλώς ήταν άλλοι καιροί κι υπήρχαν άλλες αντιλήψεις κι άλλες δυνατότητες. Διαβάζω ότι πρώτα έπρεπε να φτιάξει επαρκέστερο δίκτυο δημοσίων συγκοινωνιών στο κέντρο και μετά να βάλει μπροστά τα έργα περιορισμού του. Ελάτε τώρα. Και μια λιμουζίνα να βάλει το κράτος ή ο δήμος στην υπηρεσία όποιου κατεβαίνει στο κέντρο, πάντα θα υπάρχουν αυτοί που θα θεωρούν το δίκτυο λειψό και την εξυπηρέτηση απαράδεκτη και κάθε παρέμβαση πρόωρη.

Διαβάζω ότι κάποιοι δρόμοι έχουν εμπορικές χρήσεις που θα μαραζώσουν αν κοπεί η δυνατότητα του αυτοκινήτου να παρκάρει στην πόρτα τους. Ακούω το επιχείρημα και το σέβομαι, αλλά από πότε πέντε μαγαζιά που πουλάνε κομοδίνα ή τεντζερέδια θα καθορίσουν το συνολικό μέλλον του κέντρου της πρωτεύουσας; Τα μαγαζιά δεν χάνονται, μετακινούνται μέσα στις δεκαετίες ακολουθώντας την εξέλιξη της πόλης και την αλλαγή των καταναλωτικών μας συνηθειών.

Κάποτε η Ηλιουπόλεως μετά την Γυμναστική Ακαδημία και η Πατησίων ήταν ανθούσες αγορές επίπλων. Σήμερα είτε είναι μαραζωμένες, είτε άλλαξαν χρήσεις. Όσα προϊόντα πουλούσαν κάποτε εκατοντάδες μικρομάγαζα στο τετράγωνο Ερμού – Αιόλου –Σταδίου – Σύνταγμα, σήμερα τα πουλάνε τρία Practiker στο λεκανοπέδιο. Κι όσα πουλούσαν δεκάδες υφασματάδικα της περιοχής, σήμερα διακινούνται μόνο από το Attica σε έτοιμο ρούχο. Θα ήταν λογικό οι δήμαρχοι ή οι υπουργοί να ορίζουν το μέλλον της πόλης, μόνο με βάση τις πρόσκαιρες εμπορικές χρήσεις δυο-τριών δρόμων;

Διαβάζω ότι το κέντρο θα μετατραπεί σε μια όαση για συνταξιούχους και τουρίστες, σε μια θάλασσα τραπεζοκαθισμάτων. Επίσης ότι δεν υπάρχει πρόνοια και μελέτη για να είναι χώρος μόνιμης κατοικίας. Μπούρδες. Το Κουκάκι ή τα Πετράλωνα ήταν κάποτε γειτονιές, μετά παρήκμασαν και ψιλομαράζωσαν, μετά ήρθε το Airbnb οπότε τα σπίτια ανακαινίστηκαν, τώρα που η μόδα αυτή καταλαγιάζει θα ξανανοικιαστούν τα φτιαγμένα σπίτια σε μόνιμους κατοίκους. Μέσα σε μια δεκαετία όλα αυτά. Η πόλη κινείται, αλλάζει, χειροτερεύει ή βελτιώνεται. Το θέμα είναι προς ποια κατεύθυνση. Όσο για τα τραπεζοκαθίσματα, τα προτιμώ χίλιες φορές από την θάλασσα των διπλοπαρκαρισμένων αμαξιών.

Τέλος πάντων, ο Μπακογιάννης δίνει μια κατεύθυνση στην πόλη του. Μπροστά σε προηγούμενους δημάρχους που όλο κοσκίνιζαν με μελέτες αλλά δεν έβαζαν μια πέτρα πάνω σε άλλη, είναι χίλιες φορές προτιμητέος. Και μην ακούω ότι η βελτίωση του κέντρου γίνεται εις βάρος των υποβαθμισμένων συνοικιών, διότι θα βάλω τις φωνές. Γιατί το ένα αναιρεί το άλλο; Ίσα-ίσα, αυτός που τολμά να ξεκινήσει ένα μεγάλο έργο στο κέντρο παρά τις αντιδράσεις, δεν θα διστάσει να σπάσει αυγά και στις συνοικίες. Αντιθέτως, αυτός που φοβάται να ακουμπήσει την Πανεπιστημίου, θα φοβηθεί πολλαπλώς να αλλάξει κάτι στον Νέο Κόσμο ή στους Αμπελόκηπους όπου θα βγουν οι κυρά-Μαρίες στα μπαλκόνια και θ’ αρχίσουν να φωνάζουν.

Δεν αγιοποιώ κανέναν, ούτε έχω καμιά ανάγκη να λιβανίσω τον δήμαρχο. Δεν είμαι καν δημότης του, αλλά στην πόλη του δουλεύω. Θα κριθεί κι αυτός όπως οι άλλοι. Τον βλέπω όμως διαθέσιμο ν’ αφήσει κάτι καλό στην Αθήνα κι αυτό το επικροτώ. Κι εγώ με αυτοκίνητο κινούμαι και μ’ ενοχλεί ο προσωρινός –ελπίζω- κυκλοφοριακός φόρτος. Θυμάμαι όμως πολύ καλά, ότι βλαστημούσα τον Αβραμόπουλο επειδή έβαζε κάγκελα και δεν μ’ άφηνε να παρκάρω πάνω στο πεζοδρόμιο της Βασιλίσσης Σοφίας. Και φώναζα τότε πως πρώτα έπρεπε να φτιάξει δημοτικά πάρκιν κι έπειτα να κλείσει τα πεζοδρόμια. Πόσο μακριά είναι πια αυτή η εποχή και πόσο ηλίθιο θα φαινόταν σήμερα να ξηλωθούν τα κάγκελα, έτσι;

Οι αντιδράσεις θα υπάρχουν πάντα, σε οτιδήποτε καινούριο πάει να φτιαχτεί. Εδώ ο Νικήτας κόντεψε να λυντσαριστεί από τους Κολονακιώτες επειδή ξερίζωσε κάποτε τις γερασμένες νεραντζιές των πεζοδρομίων τους για να φυτέψει καινούριες. Μια χαρά φουντωμένες είναι σήμερα εκείνες οι νεαρές νεραντζούλες που κατέστρεψαν τον Νικήτα, αφού δεν βρήκε τότε ούτε την ψήφο του στο Κολωνάκι εξ αιτίας τους. Αλλά αν σκεφτόταν έτσι, σήμερα θα έστεκαν ξεραμένες εκεί προς δόξαν της αδράνειας και του φόβου του πολιτικού κόστους.