Τα ψέματα της ακροδεξιάς

Τα ψέματα της ακροδεξιάς

Του Αλέξανδρου Σκούρα

Χθες έτυχε να ακούσω στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ τη συνέντευξη του επίδοξου ηγέτη του πολιτικού χώρου που βρίσκεται δεξιά της Νέας Δημοκρατίας, κ. Τάκη Μπαλτάκου. Όταν ο δημοσιογράφος τον ρώτησε πως διαφοροποιείται ο νέος αυτός χώρος από τη Νέα Δημοκρατία, ο ηγέτης της Δύναμης Ελληνισμού, απάντησε ότι εκφράζει τη λαϊκή δεξιά που εναντιώνεται στη συνθήκη των Πρεσπών, την παλιά δεξιά του 50' και του 60' και διαφέρει από την αξιωματική αντιπολίτευση στα οικονομικά θέματα. Μάλιστα, έκρινε ότι η ΝΔ είναι κόμμα που επιδιώκει νεοφιλελεύθερες πολιτικές και την κατάργηση του κρατικού παρεμβατισμού, ενώ ο ίδιος και η παράταξη που εκφράζει επιθυμούν τον αυστηρό έλεγχο του κράτους στην οικονομία.

Οφείλω να ομολογήσω ότι οι απαντήσεις του κ. Μπαλτάκου ήταν αρκετά έξυπνες επικοινωνιακά. Με μεγάλη αυτοπεποίθηση έδωσε την αίσθηση στον ανυποψίαστο ακροατή ότι αυτά που λέει τα πιστεύει και τα εννοεί. Όμως, όπως συνήθως συμβαίνει με τα ακροδεξιά κινήματα, το όλο οικοδόμημα βασίζεται στον ακατάσχετο λαϊκισμό και την παραποίηση της πραγματικότητας. Ας εξετάσουμε λοιπόν τα όσα είπε ο κ. Μπαλτάκος ένα-ένα.

Ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση διαχειρίστηκε το μακεδονικό είναι βέβαιο ότι εκθέτει τη χώρα μας στον κίνδυνο της ανόδου μιας νέας ακροδεξιάς. Αυτή τη στιγμή που γράφω τη στήλη, ακροδεξιοί πολιτικοί ψηφοθηρούν στο όνομα της Μακεδονίας υποσχόμενοι στο ανυποψίαστο εκλογικό κοινό ότι η κατάσταση μπορεί να αλλάξει αν οι πολίτες τους ψηφίσουν. Πρόκειται περί ψέματος αντίστοιχου με το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ. Όχι μόνο δεν γίνεται να αλλάξει ένα μειοψηφικό κόμμα τη συνθήκη των Πρεσπών, αλλά και να μπορούσε να το κάνει τα πράγματα θα γίνονταν χειρότερα για τη χώρα μας. Οι σοβαρές πολιτικές δυνάμεις πρέπει να αναγνωρίσουν, όπως έκανε ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, ότι η συνθήκη των Πρεσπών δεσμεύει τη χώρα μας και δεν μπορεί να αλλάξει παρά τις όποιες διαφωνίες μπορεί να έχουν με αυτήν.

Το δεύτερο ψέμα της ακροδεξιάς είναι ότι η Νέα Δημοκρατία είναι «νεοφιλελεύθερο» κόμμα. Πρώτα θα εκφράσω την απόγνωση μου έναντι αυτής της κατηγορίας ως πρόεδρος του ΚΕΦίΜ. Εμείς που πασχίζουμε καθημερινά να αυξήσουμε την απήχηση του οικονομικού φιλελευθερισμού στους συμπατριώτες μας, μπορούμε να σας διαβεβαιώσουμε ότι αν προσπεράσουμε την ανοησία της χρήσης του όρου «νεοφιλελευθερισμός», η ΝΔ δεν αντιπροσωπεύει αυτό που εννοούν οι ακροδεξιοί και αριστεροί επικριτές της. Η ΝΔ είναι κόμμα κεντρώο στα οικονομικά με μεγάλη και συνεχή παράδοση στην ενεργή ανάμειξη του κράτους στην οικονομία. Τώρα, αν σε κάποιους η ΝΔ μοιάζει «νεοφιλελεύθερη», αυτό μάλλον είναι επειδή η αντίληψή τους περί οικονομίας είναι ακροαριστερή ή καθαρά σοσιαλιστική.

Τέλος, το τρίτο και συχνότερο ψέμα αφορά την συνεχή αναφορά σε μία παλιότερη, «καλύτερη» εποχή όπως αυτή της δεκαετίας του 50 και του 60.Το ψέμα αυτό είναι ύπουλο και αρκετά διαδεδομένο λόγω της αδυναμίας αποδόμησης των συνθηκών μίας τόσο παλαιάς εποχής. Η Ελλάδα τη δεκαετία του 50 και του 60, που ανέφερε ο κ. Μπαλτάκος, ήταν διχασμένη από τον εμφύλιο, φτωχή και εξαρτημένη στην ξένη οικονομική βοήθεια, και στα πρόθυρα μίας δικτατορίας. Οι μειονότητες και οι γυναίκες είχαν περιορισμένα δικαιώματα, οι αριστεροί συμπολίτες μας διώκονταν για τα πολιτικά τους φρονήματα και οι κυβερνήσεις άλλαζαν σαν τα πουκάμισα. Η εξιδανίκευση του παρελθόντος μπορεί να εγείρει ισχυρά συναισθήματα στους συντηρητικούς αλλά μην γελιόμαστε, η Ελλάδα δεν ήταν κανένας παράδεισος την εποχή εκείνη.

Κλείνοντας, καλό είναι να έχουμε υπόψη μας ότι σε περιόδους κρίσης ο λαϊκισμός- δεξιός και αριστερός - αυξάνει την επιρροή του. Η κοινωνική κρίση που δημιουργήθηκε από τη συμφωνία των Πρεσπών, αν δεν την αντιμετωπίσουμε, μπορεί να μας φέρει ενώπιον ενός ΣΥΡΙΖΑ της δεξιάς, δηλαδή ενός αντιδραστικού κινήματος που ενώ έχει τα ρητορικά εργαλεία να αποσπάσει ψήφους από τα κεντρώα κόμματα, ως προοπτική διακυβέρνησης ή συγκυβέρνησης θα λειτουργήσει καταστροφικά. Οι φιλελεύθερες και μεταρρυθμιστικές δυνάμεις της χώρας εύχομαι να βρίσκονται σε επαγρύπνηση.