Πίνω νερό για να μην πεινάω

Η 13χρονη μικρή τουρκάλα είχε μια σπαρακτική ειλικρίνεια στην τηλεοπτική της μαρτυρία. «Πίνω νερό για να μην πεινάω.» Το ρεπορτάζ μεταδόθηκε από τα ελληνικά κανάλια ως απόδειξη έσχατου οικονομικού ευτελισμού των εχθρών-γειτόνων κι έγινε δεκτή από το φιλοθεάμον κοινό μας μ' ένα μείγμα συναισθημάτων. Προσωπική λύπηση για το πεινασμένο κορίτσι και μνησικακία για τον υπερφίαλο Οθωμανό που παριστάνει τον σουλτάνο ενώ είναι ανίκανος να εξασφαλίσει μια μπουκιά ψωμί για τους ψωραλέους υπηκόους του.

Θα σας κάνει ίσως εντύπωση, αλλά την ίδια ακριβώς κουβέντα την είχα ακούσει δεκάδες φορές στα μικράτα μου, από τις διηγήσεις του πατέρα μου γύρω από το οικογενειακό τραπέζι. Με μια θεμελιώδη διαφορά. Τα τότε λόγια του Μανόλη (μιλάμε για τη δεκαετία του ’70) δεν είχαν τίποτα το δραματικό ή το σπαρακτικό. Αντιθέτως, ήταν ένα είδος διδαχής μέσα από την αποκάλυψη προσωπικών βιωμάτων, που ήταν αναγκαίο να μεταφερθούν από τους γονείς προς τα παιδιά τους ως συνταγές επιβίωσης.

«Κάθε οικογένεια σε ακτίνα δεκαπέντε χιλιομέτρων από το αεροδρόμιο του Μάλεμε, έπρεπε να προσφέρει ένα αρσενικό μέλος της που ήταν πάνω από 16 χρονών για να εργάζεται «εθελοντικά» και δωρεάν, στα έργα επέκτασης του αεροδρομίου που έκαναν οι κατοχικές δυνάμεις. Άρνηση ή δραπέτευση συνεπαγόταν εκτέλεση. Ήμασταν σκλάβοι. Δουλεύαμε από νύχτα σε νύχτα, με μοναδική πληρωμή μισή κουραμάνα ανά δύο μέρες.

Η κουραμάνα ήταν τόσο σκληρή που χρειαζόταν γκασμά για να σπάσει. Είχαμε όμως τέτοια πείνα, που την τρώγαμε την πρώτη μέρα, με αποτέλεσμα τη δεύτερη μέρα να πεινάμε. Για να ξεγελάμε την πείνα μας πίναμε νερό, πολύ νερό. Γέμιζε το στομάχι μας και όπως ξαπλώναμε το ακούγαμε να κάνει πλατς-πλουτς μέσα μας. Κι όμως, όταν το στομάχι είναι γεμάτο με νερό ξεγελιέται και πεινάει λιγότερο. Να το ξέρετε, γιατί στη ζωή σας θα σας χρειαστεί.»

Άλλης γενιάς και βιωμάτων άνθρωπος ο Μανόλης, θεωρούσε ότι κατά τη διάρκεια της ζωής του ο άνθρωπος είναι νομοτελειακό να αντιμετωπίσει όχι απλώς δυσκολίες και κακουχίες, αλλά κάποια στιγμή και πραγματική πείνα. Θεωρούσε λοιπόν καθήκον του να μεταδώσει στα παιδιά του μια στοιχειώδη συνταγή αντιμετώπισης εκείνης της στιγμής, μακριά από μελοδραματισμούς, ατομικές ηρωοποιήσεις ή ηθικής φύσεως διδακτισμούς. Δεν ήταν ο πατέρας μου ειδική περίπτωση, όλη η γενιά του ήταν έτσι.

Θυμήθηκα μεν τις διηγήσεις του με αφορμή τη μικρή τουρκάλα, αλλά δεν παύω συχνά-πυκνά να κάνω την ιστορική σύγκριση ανάμεσα σε κείνες τις γενιές και τις σημερινές. Για να συγκρίνω τα διαφορετικά επίπεδα ατομικής και κοινωνικής ασφάλειας που νιώθουμε εμείς σήμερα, σε σύγκριση μόλις δυο γενιές πίσω. Τότε θεωρούσαν φυσιολογικό να πεινάσουν κάποιο φεγγάρι και να χορτάσουν με νερό ως την επόμενη μέρα, σήμερα μανιάζουμε αν αυξηθεί ρο ρεύμα και δεν μας επιδοτήσει επαρκώς το κράτος.

Αλλά και στο μικρότερο ιστορικό κύκλο της δικής μας γενιάς δεν πρέπει να αποφεύγουμε τις συγκρίσεις. Διότι ο πατέρας της μικρής τουρκάλας που στο ίδιο ρεπορτάζ έκλαιγε διότι η κόρη του πεινάει, είναι πού πιθανό πριν μόλις έξι χρόνια να καθόταν ήρεμος και χορτάτος μπροστά στην τηλεόραση και να χλεύαζε ή να λυπόταν τους κακόμοιρους Έλληνες που η οικονομική κρίση είχε ισοπεδώσει…