Του Λέανδρου Ρακιντζή
Ο Πρόεδρος της Ν.Δ. εξήγγειλε, ότι την 6η Μαΐου θα καταθέσει πρόταση μομφής κατά του αναπληρωτή Υπουργού Υγείας κ. Πολάκη για την ανάρμοστη ανάρτηση στο διαδίκτυο σε βάρος του υποψηφίου ευρωβουλευτή της Ν.Δ. κ.Κυμπουρόπουλου. Αμέσως ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας απάντησε, ότι εάν ο κ. Μητσοτάκης καταθέσει πρόταση μομφής κατά του κ.Πολάκη ή άλλου υπουργού στο μέλλον θα μετατρέπει τη πρόταση μομφής σε πρόταση ψήφου εμπιστοσύνης για την κυβέρνηση.
Οι προτάσεις ψήφου εμπιστοσύνης στη κυβέρνηση ή δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης ή υπουργών της προβλέπονται από το άρθρο 84 του Συντάγματος, όπου ρυθμίζονται λεπτομερώς οι προϋποθέσεις και ο τρόπος υποβολής τους. Την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής ζητεί η κυβέρνηση μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από την ορκωμοσία της και μπορεί να τη ζητεί και οποτεδήποτε άλλοτε. Η δε πρόταση δυσπιστίας πρέπει να είναι υπογεγραμμένη από το ένα έκτο τουλάχιστον των βουλευτών και να περιλαμβάνει σαφώς τα θέματα για τα οποία θα διεξαχθεί η συζήτηση. Συνεπώς πρόκειται περί δύο διακριτών διαδικασιών και δεν είναι δυνατόν να συζητηθούν και οι δύο ταυτόχρονα ενώπιον της Ολομέλειας της Βουλής και απ'ότι γνωρίζω δεν έχει συμβεί ποτέ αυτό
Δεν μπορώ να αντιληφθώ, πως μπορεί νομίμως να μετατραπεί από τον πρωθυπουργό η πρόταση δυσπιστίας σε πρόταση ψήφου εμπιστοσύνης για τη κυβέρνηση, γιατί η πρόταση δυσπιστίας παρέχεται από το Σύνταγμα μόνο στους βουλευτές , που την υπέγραψαν . Την οποία βεβαίως, διαχειρίζονται αυτοτελώς και μάλιστα με την υποβολή της εισάγεται αμέσως ή με αναβολή σαράντα οκτώ ωρών, αν το ζητήσει η κυβέρνηση, προς συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής.
Το πιθανότερο είναι ο κ. πρωθυπουργός να εννοούσε, ότι μόλις υποβληθεί η πρόταση δυσπιστίας θα υποβάλλει και αυτός πρόταση ψήφου εμπιστοσύνης στη κυβέρνηση. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει μετατροπή της πρότασης δυσπιστίας σε πρόταση ψήφου εμπιστοσύνης στη κυβέρνηση, αλλά θα έχουμε δύο προτάσεις, που απευθύνονται στη Βουλή και οι οποίες -που μπορεί μεν να είναι όμοιες κατά αποτέλεσμα - πρέπει όμως να συζητηθούν σε χωριστές συνεδριάσεις της Βουλής κατά τη διαδικασία, που προβλέπει το Σύνταγμα.
Αν υποβληθούν οι δύο αυτές προτάσεις, δημιουργούνται κάποια ζητήματα που παρουσιάζονται για πρώτη φορά και που η ίδια η Βουλή με τη βοήθεια των συνταγματολόγων θα επιλύσει. Η λογική επιτάσσει να συζητηθεί πρώτη η πρόταση δυσπιστίας, όχι μόνο γιατί υποβλήθηκε πρώτη, αλλά γιατί φέρονται προς συζήτηση συγκεκριμένα θέματα, που αν γίνουν αποδεκτά από τη Βουλή αίρεται η εμπιστοσύνης της στη κυβέρνηση ή στον υπουργό. Αντίθετα, αν συζητηθεί πρώτη η πρόταση ψήφου εμπιστοσύνης, μολονότι υποβλήθηκε δεύτερη, και η κυβέρνηση εξασφαλίσει ψήφο εμπιστοσύνης, υποχρεωτικά θα επακολουθήσει η συζήτηση της πρότασης δυσπιστίας με ενδεχόμενο διαφορετικό αποτέλεσμα.
Ο ισχυρισμός ότι μόλις η Βουλή παρέσχε ψήφο εμπιστοσύνης στη κυβέρνηση και συνεπώς δεν έχει νόημα η συζήτηση της προτάσεως δυσπιστίας δεν είναι νόμιμος, γιατί με τον τρόπο αυτό η εκάστοτε κυβέρνηση θα καταργούσε το από το Σύνταγμα παρεχόμενο στους βουλευτές της αντιπολίτευσης δικαίωμα να υποβάλλουν προτάσεις δυσπιστίας. Άλλωστε η υποβολή των προτάσεων δυσπιστίας , όταν μάλιστα οι κυβερνητικές πλειοψηφίες είναι ισχυρές, δεν έχουν σκοπό να ρίξουν τη κυβέρνηση, αλλά με τη συζήτηση στη Βουλή, που έχει αυξημένη ακροαματικότητα, να αναδειχθούν τα ελαττώματα και οι δυσλειτουργίες της κυβέρνησης και να φθαρεί πολιτικά.
Φυσικά όλοι αντιλαμβανόμαστε, ότι πρόκειται περί κινήσεων τακτικής για να αποφύγει η κυβέρνηση τη φθορά από τη συζήτηση της πρότασης μομφής κατά του κ. Πολάκη και ότι παίζεται ένα επικοινωνιακό παιχνίδι. Δεν είμαι επικοινωνιολόγος για να μπορέσω να προσδιορίσω τα κέρδη και τις ζημίες από τη συζήτηση των ως άνω προτάσεων, αλλά πιστεύω, ότι οι συζητήσεις επί των προτάσεων δυσπιστίας έχουν μεγαλύτερη ακροαματικότητα. Θεωρώ επίσης πως και οι ανταλλασσόμενες κατηγορίες επί συγκεκριμένων θεμάτων συζητούνται περισσότερο και παράγουν μεγαλύτερο πολιτικό αποτέλεσμα, από την παράθεση και μάλιστα σε αριθμούς των επιτευγμάτων κάθε κυβέρνησης και τη γενικότερη συζήτηση επί παντός θέματος, οπότε η συζήτηση διαχέεται.
*Λέανδρος Τ. Ρακιντζής, Αρεοπαγίτης ε.τ.