Νίκη της Rosa Nera, ήττα του αυτονόητου

Ποιο είναι το αυτονόητο; Πως ο ιδιοκτήτης μπορεί να διαθέσει όπως θέλει την ιδιοκτησία του, στο πλαίσιο πάντα του νόμου. Στα Χανιά, δυστυχώς, αυτό το αυτονόητο δικαίωμα της Συγκλήτου του Πολυτεχνείου ακυρώθηκε.

Το πώς, θα το δούμε στη συνέχεια. Προέχει η περιγραφή των γεγονότων, όπως τα καταγράφει στην σελίδα του στο Facebook ο καθηγητής και πρώην πρύτανης κ. Ιωακείμ Γρυσπολάκης.

Η Σύγκλητος αποφάσισε να νοικιάσει για είκοσι χρόνια ένα συγκρότημα παραδοσιακών κτιρίων που βρισκόταν στην ιδιοκτησία της. Μάλιστα το τίμημα που θα κατέβαλε η εταιρεία ανερχόταν σε 360.000 ευρώ το χρόνο. Ποσό διόλου ευκαταφρόνητο.

Έλα όμως που αυτό το κτιριακό συγκρότημα ήταν κατειλημμένο από γνωστές συλλογικότητες των Χανίων, οι οποίες εκδιώχθηκαν για να αρχίσουν οι εργασίες. Ο δε χώρος εφρουρείτο από την ΕΛ.ΑΣ.

Όπως γράφει ο κ. Γρυσπολάκης «η άρνηση των φορέων της πόλης, δηλ. του Δημάρχου και του Δημοτικού Συμβουλίου, του Αντιπεριφερειάρχη Χανίων, του ΤΕΕ/Τμήμα Δ.Κρήτης, του συλλόγου Αρχιτεκτόνων Χανίων, της ΕΛΜΕ Χανίων και πολλών άλλων, ήταν πολύ ισχυρή και είχε ευτυχές για αυτούς αποτέλεσμα. Η εταιρεία δεν μπόρεσε να υλοποιήσει τα σχέδια της ΥΠΟ ΤΟ ΒΑΡΟΣ ΤΩΝ ΠΙΕΣΕΩΝ, ΤΩΝ ΑΠΕΙΛΩΝ και των αποφάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου και ΤΕΕ/Τμήμα Δ. Κρήτης. Ήταν η περιφανής νίκη όλων αυτών και τους την καταλογίζω ως τέτοια. Το αποτέλεσμα ήταν η εταιρεία να ζητήσει από την Αστυνομία να παύσει να προστατεύει το συγκρότημα, η Αστυνομία να αποχωρήσει και η συλλογικότητα Rosa Nera να ανακαταλάβει το κτίριο της Μεραρχίας».

Αυτά.

Όπως αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης, όλοι αυτοί οι φορείς της πόλης των Χανίων προτίμησαν ένα ιστορικό παραδοσιακό συγκρότημα να παραδοθεί σε «συλλογικότητες», παρά να ανακατασκευασθεί και να λειτουργήσει επί μια εικοσαετία ως ξενοδοχείο.

Αδιαφόρησαν όλοι αυτοί οι άνθρωποι για το γεγονός πως στα έργα ανακατασκευής θα έβρισκαν δουλειά εκατοντάδες συμπολίτες τους, θα γινόταν ένας τζίρος στις επιχειρήσεις με υλικά κατασκευής και στη συνέχεια το ξενοδοχείο θα προσέφερε μόνιμες θέσεις εργασίας σε Χανιώτες και θα αναβάθμιζε την περιοχή, πέραν βεβαίως των χρημάτων που θα άφηναν οι πελάτες του στην πόλη.

Και το Πολυτεχνείο θα εισέπραττε τις 360.000 ευρώ ετησίως, καλύπτοντας μέρος των αναγκών του και βελτιώνοντας το επίπεδο των σπουδών.

Αντί όλων αυτών ο Δήμαρχος, ο Αντιπεριφερειάρχης και οι λοιποί φορείς, από τους οποίους βεβαίως δεν μπορούσε να λείψει η ΕΛΜΕ και οι αρχαιολόγοι, προτίμησαν τους καταληψίες.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει το σημείο της αφήγησης του κ. Γρυσπολάκη που αναφέρεται σε πιέσεις και απειλές προς την εταιρεία που ανέλαβε το έργο.

Τι έγινε; Για ποιο λόγο θεσμικά όργανα λειτούργησαν με όρους μαφίας; Υπάρχουν συμφέροντα που δεν θέλουν την αξιοποίηση αυτής της περιοχής, που την αποκαλούν «το μπαλκόνι των Χανίων;».

Ποιος θα πληρώσει τα έξοδα της απαιτούμενης αναστύλωσης και συντήρησης των κτιριακών συγκροτημάτων; Θα αφήσουν τους μπαχαλάκηδες να λυμαίνονται τον χώρο; Η Σύγκλητος του Πολυτεχνείου δεν θα κινηθεί νομικά, κατά όλων αυτών των φορέων που ματαίωσαν το έργο, για διαφυγόντα εισοδήματα; Έχουν αντιληφθεί οι συγκλητικοί ότι απώλεσαν ένα ιδιαίτερης αξίας περιουσιακό στοιχείο; Αντιλήφθηκαν πως το συγκρότημα της πρώην Μεραρχίας ουσιαστικά «απαλλοτριώθηκε;».

Και η κυβέρνηση θα παρακολουθεί απαθής τα όσα συμβαίνουν, προς μεγάλη ικανοποίηση των μπαχαλάκηδων;

ΥΓ Από την περιγραφή του κ. Γρυσπολάκη προκύπτει ότι κάποιοι αδίκως κατηγόρησαν το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Έλαβε εντολή να εγκαταλείψει την φύλαξη του χώρου από την εταιρεία που είχε αναλάβει το έργο και αυτό έκανε.