Μια Αριστερά με… αράχνες

Μια Αριστερά με… αράχνες

Η Κιάλ Σιν, μια γλυκιά Βιρμανή  19 ετών, κατέβηκε στους εξεγερμένους  δρόμους της Μιανμάρ, να διαδηλώσει εναντίον της στρατοκρατικής χούντας. Πενήντα  διαδηλωτές είχαν σκοτωθεί ως εκείνη την ώρα. Άρα ήξερε ότι διακινδύνευε τη ζωή της. Πριν ξεκινήσει μάλιστα, είχε ποστάρει  στο διαδίκτυο τα προσωπικά της στοιχεία, ομάδα αίματος, αριθμό τηλεφώνου, και… δήλωση δωρεάς  οργάνων της στην περίπτωση που χάσει τη ζωή της! Και πήγε!

Την ίδια ώρα που εκεί οι διαδηλωτές πεθαίνουν με σφαίρα στο κεφάλι όπως η Κιάλ Σιν, εδώ καθημερινά διαδηλώνουν για τον αυτάρεσκο φονιά και καταγγέλλουν τη  χούντα Μητσοτάκη. Άλλωστε  οι εκλεγμένες κυβερνήσεις από το 2010 και έκτοτε (εκτός βέβαια από τον δημοκρατικό παράδεισοι των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ), ήταν χούντες. Και όσοι στο διαδίκτυο είχαν διαφορετική γνώμη από τους Συριζαίους και τους μπάχαλους, ήταν φασίστες.

Όποιος έχει τριγυρίσει αρκετά στον Τρίτο Κόσμο, και ο γράφων έχει, γνωρίζει ότι αυτά που εκεί είναι ζητούμενα και διεκδικούνται με κίνδυνο ζωής, για μας είναι δεδομένα.  Στην εποχή της ευκολίας κάθε κυβερνητική  απόφαση και δράση –των εκλεγμένων από τον λαό κυβερνήσεων- όταν δεν συμφωνούμε με αυτές,  τις  χαρακτηρίζουμε αντιδημοκρατικές  και χουντικές. Ειδικά ο ΣΥΡΙΖΑ. Το κομματικό απαράτ  μιλάει συνήθως για «αντιδημοκρατικότητα» («θα αγωνιστούμε να μην περάσει ο αντιδημοκρατικός νόμος» που λέει και ο Φίλης ), και ο βαθύς ΣΥΡΙΖΑ στο διαδίκτυο για «φασισμό».

Υπάρχει μια διαφορά χρονικής φάσης του υπόλοιπου λαού με την ελληνική Αριστερά, η οποία έχει χαθεί μέσα στην αχλή των μύθων της –μύθων στο έπακρο ηρωποιημένων  και αφύσικα  καθαγιασμένων.  Γι’  αυτό και της ήταν πολύ φυσικό να αρχίσει  τα γνωστά περί γερμανοτσολιάδων, την εποχή των  μνημονίων, γι’ αυτό και κάθε τι στο οποίο διαφωνεί να το χαρακτηρίζει φασιστικό. Έτσι εκφράζονταν  οι παππούδες τους πριν εβδομήντα χρόνια.  Αυτό κληρονόμησαν και δεν πήγαν βήμα παραπέρα.

Είναι χαρακτηριστική η επιστολή που έστειλε ο  δικηγόρος Γιάννης Ραχιώτης στη Γραμματέα Αντεγκληματικής Πολιτικής Σοφία Νικολάου. Να σημειωθεί ότι οι καιροί εδώ και πολλά χρόνια έχουν αλλάξει. Ο ιρλανδικός ΙΡΑ, η ισπανική ΕΤΑ, η γερμανική RAF,  παρέδωσαν τα όπλα, τα στελέχη  των Ερυθρών Ταξιαρχιών μεταμελημένα ασκούν κοινωνική εργασία, και ο γνωστός δικηγόρος, με αφορμή την υπόθεση Κουφοντίνα αποφαίνεται προς τη Γραμματέα:

«… αντιλαμβάνεσαι ότι η κάνη των όπλων της 17Ν ήταν στραμμένη κυρίως προς τα ξένα αφεντικά μας και τους συνεργάτες τους στην ελληνική ελίτ. Αυτό είναι η μισή αλήθεια που την αποσιωπάς»!

Μιλάει δηλαδή με πολιτικά δεδομένα δεκαετιών '50 και '60, και συνεχίζει σχετικοποιώντας τη δράση της Οργάνωσης: «Βέβαια κοντά σ’ αυτούς  ήταν και οι φρουροί τους και δυστυχώς ο άτυχος Αξαρλιάν. Έχεις όμως  τη νομική παιδεία να καταλάβεις τη διαφορά μεταξύ δόλου, ενδεχόμενου δόλου, και αμέλειας»… Μάλιστα. Προφανώς ο Αξαρλιάν ήταν μια αμέλεια…

Σημείωση: Αν υπάρχει το ερώτημα γιατί σχολιάζουμε την επιστολή ενός ιδιώτη, η απάντηση είναι ότι ο ιδιώτης αυτός είναι δημόσιο πρόσωπο, ότι αντανακλά τον τρόπο σκέψης ενός μεγάλου  τμήματος τη Αριστεράς, ότι η επιστολή ήταν δημόσια, και ότι ο εν λόγω απευθυνόταν σε αρμόδιο θεσμικό πρόσωπο με αφορμή θέμα πανελληνίου ενδιαφέροντος.

Την ίδια παλαιολιθική άποψη εξέφρασε και ο Δρίτσας. Δεν αναφερόμαστε  στις δηλώσεις  καφενείου, ότι κανείς δεν τρομοκρατήθηκε από τη δράση  της 17Ν (μην κοροϊδευόμαστε. Τον καιρό που δρούσε η 17Ν ήταν κοινός  τόπος αυτό. Η περιρρέουσα η άποψη ήταν πως «κάτι θα έχουν κάνει» τα θύματα. Ώσπου ήρθε η δολοφονία Μπακογιάννη και άρχισε η «απονομιμοποίησή» της).  

Το εμβληματικό του Δρίτσα ήταν πως αναφερόμενος στη 17Ν, που κανείς δεν έχει  τρομοκρατηθεί, είπε ότι η κυβέρνηση θα αναβιώσει μια συζήτηση «για τη δράση του ένοπλου (αγώνα)  και της τρομοκρατίας, όπως λέγεται»!

Δεν ηθικολογούμε στα πολιτικά ζητήματα. Δεν τον δαιμονοποιούμε για την έκφραση. Διαπίστωση κάνουμε. Ο άνθρωπος έχει μείνει στη δεκαετία των 70s, τότε  που στην καθημερινή φιλολογία των αμφιθεάτρων και της βραδινής ταβέρνας, με υπόκρουση αντάρτικα τραγούδια και γεύση καπνού  από άφιλτρα τσιγάρα, οι  ορολογίες αυτές  ήταν το μενού  των συζητήσεων.

Αλλά από τότε  πέρασαν 40+ χρόνια. Γεωπολιτικές σταθερές έχουν αλλάξει, συστήματα έχουν καταρρεύσει, νέος πολυπολιτικός κόσμος  αναδύεται, η τεχνολογία έχει ήδη αλλάξει τις εργασιακές σχέσεις, σε λίγο θα βρεθούμε στην επικράτεια του 5G  και της εικονικής πραγματικότητας, και ο σύντροφος, χωρίς να έχει αποτινάξει τις αράχνες, μιλάει ακόμη για «συζήτηση ένοπλου και τα τρομοκρατίας όπως λέγεται»

Και δεν φταίει η ηλικία. Τα ίδια λένε και οι νέοι. Τα επιχειρήματα στα social media είναι μόνο αναφορές στο παρελθόν, στον Μελιγαλά όπου «δεν έγινε ολοκληρωμένη δουλειά»,  στους φασίστες και στη χούντα. Και αυτά τα λένε νέα παιδιά! Και στην  περίπτωση που  αναφερθούν το σήμερα, θα το κάνουν πάλι με εχθρικό επιθετικό λόγο που αποκλείει την αντίθετη άποψη. Και θα προβάλουν μόνο τον  επιδερμικό δικαιωματισμό και διεθνισμό τους  (όλοι οι μετανάστες μέσα στη χώρα, και όποιος δεν συμφωνεί είναι φασίστας) .

Δεν φταίει η ηλικία. Φταίει η πολιτισμική υστέρηση και η ιδεολογική τεμπελιά. Γιατί όταν επαναπαύεσαι σε  ωραιοποιημένους  μύθους, γιατί να βρεις απαντήσεις για το σήμερα;