Και όμως, το Μετρό υπάρχει

Και όμως, το Μετρό υπάρχει

Του Κυριάκου Αθανασιάδη

Συμβαίνει ένα παράδοξο. Ενάμιση χρόνο τώρα ζω σε μία πόλη που λειτουργεί υπό συνθήκες καλοκουρδισμένης κανονικότητας, με αρμονία και αγαστές σχέσεις ανάμεσα στους διαφόρους φορείς και τους πολίτες της. Οι μεν βοηθούν τους δε, ώστε όλα να λειτουργούν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, και με τα λιγότερα δυνατά έξοδα. Τα δύο σπουδαιότερα χαρακτηριστικά που προσωπικά διακρίνω εδώ —αν και δεν μου είναι εύκολο να διαλέξω μόνο δύο— είναι το σπουδαίο σύστημα των αστικών συγκοινωνιών και η αδιανόητη καθαριότητα των δρόμων και των κάδων. Ενάμιση χρόνο τώρα, τόσο το ένα όσο και το άλλο δεν παύουν να με εκπλήσσουν και να με κάνουν να νιώθω ότι έχω ανέβει, αν και αργά στη ζωή μου, επίπεδο.

Ποιο είναι το παράδοξο; Θα σας πω. Είναι ότι οι ντόπιοι εδώ ΔΕΝ είναι ευχαριστημένοι. Καθόλου. Από τίποτε. Δεν το λένε και δεν το δείχνουν, αλλά το σημειώνουν σε κάθε ευκαιρία όταν γίνονται σχετικές δημοσκοπήσεις από τις εδώ εταιρίες ερευνών.

Αναφορικά, για παράδειγμα, με τον τομέα των ΜΜΜ, πιστεύουν ότι οι περισσότεροι συρμοί του μετρό είναι παλιοί και στενόχωροι, ότι οι σταθμοί του μετρό είναι γκριζωποί, απαρχαιωμένοι και καθόλου φαντεζί, ότι ο στόλος των τραμ δεν έχει εκσυγχρονιστεί όλος και ότι δεν είναι καθόλου όμορφο και πρέπον να κυκλοφορούν ταυτόχρονα παλιά και μοντέρνα οχήματα στην πόλη, ότι πολλά λεωφορεία είναι δεκαπενταετίας, άχαρα, και δεν διαθέτουν σύστημα ηλεκτροκίνησης, και ότι, να μην τα πολυλογούν, αλλά κάποιοι πρέπει να πληρώσουν για όλα αυτά.

Ισχυρίζονται επίσης ότι οι δρόμοι δεν πλένονται συχνά, ότι στο ιστορικό κέντρο τα σκουπίδια που κάνουν οι τουρίστες δεν μαζεύονται αμέσως, ότι οι κάδοι καμιά φορά δεν αδειάζουν τελείως επειδή κάποιοι εργαζόμενοι στον τομέα καθαριότητας κάνουν τη δουλειά τους βαριεστημένα, ότι τα απορριμματοφόρα δεν περνούν πολύ νωρίς το πρωί από όλες τις γειτονιές αλλά μερικά φαίνονται και μετά τις οχτώ το πρωί, ότι σε κάποια μεν διαμερίσματα της πόλης ξεχωρίζουν τα διαφανή από τα σκούρα γυάλινα μπουκάλια αλλά σε κάποια άλλα όχι, ότι δεν υπάρχουν αρκετοί κάδοι ανακύκλωσης για συσκευασίες από αλουμίνιο και από σίδερο κλπ. κλπ. Και ότι χάνονται πολλά χρήματα εξαιτίας όλων αυτών των ασύγγνωστων πλημμελημάτων. Και, να μην τα πολυλογούν, αλλά κάποιοι πρέπει να πληρώσουν γι' αυτό.

Τώρα, προφανώς και οι άνθρωποι έχουν δίκιο. Και δεν έχουν δίκιο μόνο επειδή ζουν πιο πολλά χρόνια από εμένα εδώ, αλλά επειδή όλα όσα λένε είναι αλήθεια. Προφανώς. Δεν είναι ανόητοι, δεν τα βγάζουν από το μυαλό τους. Όταν μια ζωή μένεις, κινείσαι, εργάζεσαι, κοινωνικοποιείσαι, ψωνίζεις, διασκεδάζεις σε ένα χώρο, ξέρεις καλά και τα καλά και τα στραβά του. Δεν είσαι τουρίστας να μαγνητίζεσαι και να γοητεύεσαι από τα μνημεία και τα μουσεία. Αυτό που κάνεις είναι να βλέπεις τις λακκούβες που σε ενοχλούν. Κι αν στρωθούν αυτές οι λακκούβες, αυτό που θα κάνεις θα είναι να δεις τις μικρότερες. Και θα σε ενοχλούν αυτές πλέον. Θα σου φαίνονται βαθιές και προσβλητικές για την ιδιότητά σου του πολίτη.

Οι άνθρωποι εδώ έχουν δίκιο, ναι. Το πρόβλημα το έχω εγώ, όχι εκείνοι. Κι ας μην είναι πρόβλημα για μένα. Γιατί εγώ πράγματι απολαμβάνω απολύτως τόσο την καθαριότητα της πόλης —μεταξύ μας, δεν βλέπεις πουθενά σκουπίδια εδώ, κι ας λένε ό,τι θέλουν οι ντόπιοι— όσο και τον μαγικό ιστό των δημόσιων συγκοινωνιακών μέσων: ξέρω πότε θα πάρω ποιο μέσο, πότε και πού θα κατεβώ να πάρω ποια ανταπόκριση, και πότε θα είμαι στον προορισμό μου, οποιαδήποτε ώρα οποιασδήποτε ημέρας, με ακρίβεια λεπτού, αν όχι δευτερολέπτου. Δεν έχω κανένα παράπονο, και να πέσει κεραυνός να με κάψει αν τολμήσω κάποια στιγμή να παραπονεθώ. Και μακάρι να έχω για πολλά-πολλά χρόνια ακόμη το βλέμμα του ξένου, του τουρίστα, του εμιγκρέ. Και του Έλληνα.

Γιατί εγώ έρχομαι από την Ελλάδα. Και οι συγκρίσεις που δεν μπορώ παρά να κάνω διαρκώς είναι, ξαναλέω, αναπόφευκτες και δυστυχώς διόλου κολακευτικές για τη δική μας κατάσταση.

Όμως δεν θέλω να πω αυτό. Αυτά είναι πράγματα γνωστά. Η Ελλάδα δεν έχει καταφέρει να εξευρωπαϊστεί σε ένα σωρό τομείς, δεν ανακάλυψα δα καμία Αμερική — και δεν ανακάλυψα δα και καμία Ελλάδα. Αυτό που θέλω να πω είναι κάτι άλλο. Ότι ο καθένας μας, είτε μιλάμε για μονάδες είτε για κοινότητες, όλοι μας πολύ εύκολα και πολύ γρήγορα συνηθίζουμε και θεωρούμε δεδομένη κάθε κατάσταση εντός της οποίας ζούμε. Πολύ εύκολα και πολύ γρήγορα. Και ο κάτοικος των Παρισίων, και ο κάτοικος της Πράγας, και ο κάτοικος του Μογκαντίσου, και ο κάτοικος των Αθηνών. Όλοι μας.

Τη θεωρούμε δεδομένη. Και τη συνηθίζουμε. Και, αν μεν είναι ανθρώπινη, τείνουμε να τη θέλουμε ακόμη καλύτερη, αν δε είναι ελεεινή, τείνουμε να μας αρκεί να γίνει κάπως λιγότερο ελεεινή. Συνηθίζουμε να ξέρουμε, αν ζούμε στην Καμπούλ, ότι οι βόμβες σκάνε κυρίως Παρασκευή πρωί έξω από αστυνομικά τμήματα, οπότε αποφεύγουμε τα αστυνομικά τμήματα από το πρωί ώς το μεσημέρι της Παρασκευής. Συνηθίζουμε να ξέρουμε, αν ζούμε στην Κεντρική ή τη Βόρεια Ευρώπη, ότι το τραμ θα περάσει, βρέξει-χιονίσει, στις 8:03 (και όχι στις 8:02 ή στις 8:04 ή όποτε), οπότε πλέον το θέλουμε με WiFi και με μεγάλους χώρους για τα καρότσια των μανάδων. Ή, συνηθίζουμε να ξέρουμε, αν ζούμε στη Θεσσαλονίκη, πως, όταν κάποτε έρθει το πρωινό αστικό, θα είναι κατά πάσα πιθανότητα γεμάτο και μάλλον δεν θα μας χωρέσει κι εμάς. Οπότε πλέον αρκούμαστε στο να περάσει. Κι ας μη μας πάρει. Αρκεί να το δούμε και να διαπιστώσουμε ιδίοις όμμασι ότι υπάρχει. Ότι κινείται. «Και όμως κινείται».

Σαν το νερό που παίρνει το σχήμα του δοχείου όπου θα το βάλεις, έτσι κι εμείς: αν μας βάλεις στην Ευρώπη, θα θέλουμε περισσότερη Ευρώπη — αν μας πετάξεις στον τόπο που, από G20, κατήντησε η τελευταία βαλκανική χώρα, θα θέλουμε απλώς να γίνουμε μία κάπως καλύτερη βαλκανική χώρα. Θα είμαστε ευχαριστημένοι τουλάχιστον με αυτό. Με το να γίνουμε λίγο καλύτερα Βαλκάνια.

Λίγο πριν το τέλος, μάλιστα, θα είμαστε ευχαριστημένοι αν ο πατήρ Παππάς ή ο υιός Παππάς ή ο Σπίρτζης ή οποιοσδήποτε από δαύτους θα μας λέει ότι όλα αυτά είναι στο μυαλό μας — ότι τα λεωφορεία κινούνται κανονικά, και στην ώρα τους — ότι υπάρχει μετρό, και είναι υπερμοντέρνο και υπερσύγχρονο, και αόρατο όπως τα αεροσκάφη Stealth — ότι όλα εν γένει βαίνουν καλώς — ότι δεν υπάρχει ανεργία — ότι ανέκαμψε η οικονομία — ότι αλλάξαμε τα δεδομένα, κάναμε ρήγμα στην Ευρώπη, νικήσαμε — ότι χαίρεται ο κόσμος και χαμογελά πατέρα.

Αν σου πουν ότι η ανάπτυξη και οι επενδύσεις είναι νεοφιλελεύθερες ύποπτες πρακτικές των καπιταλιστικών Αγορών και μακριά από μας, θα είσαι ευχαριστημένος με ένα επίδομα από το κράτος-πατερούλη. Έτσι πάν' αυτά.

Σαν το νερό, ο άνθρωπος συνηθίζει τη σκλαβιά. Απλώς θέλει λίγο πιο λάσκα τις αλυσίδες.