Η θέση του Ιράν στη Μέση Ανατολή και οι πολιτικές Κίνας και Ρωσίας στην περιοχή

Η θέση του Ιράν στη Μέση Ανατολή και οι πολιτικές Κίνας και Ρωσίας στην περιοχή

Στις 27 Μαρτίου, η Κίνα και το Ιράν υπέγραψαν συμφωνία εικοσιπενταετούς στρατηγικής συνεργασίας. Η συμφωνία αυτή επιβεβαιώνει για ακόμη μια φορά την προσπάθεια της Κίνας να δημιουργήσει έναν ασιατικό άξονα συμμαχιών και να διεισδύσει στη Μέση Ανατολή. Η Ρωσία από την άλλη πλευρά, συνεργάζεται τόσο με την Κίνα όσο και με το Ιράν, αλλά ακολουθεί τη δική της στρατηγική στη Μέση Ανατολή. Τα ερωτήματα που προκύπτουν στο σημείο αυτό είναι τα εξής: ποια η θέση του Ιράν στη Μέση Ανατολή; Πώς επηρεάζει τις πολιτικές της Κίνας και της Ρωσίας; Ποιοι επιδιώκουν την μείωση της ιρανικής επιρροής στη Μέση Ανατολή και γιατί; Αυτά τα ερωτήματα θα εξετάσει το παρόν άρθρο.

Η στρατηγική του Ιράν

Όταν το Ιράν έγινε Ισλαμική Δημοκρατία το 1979, ξεκίνησε μια προσπάθεια εξαγωγής της ισλαμικής επανάστασης στον αραβικό κόσμο. Πολύ γρήγορα, η πολιτική αυτή αντικαταστάθηκε με μια πιο ρεαλιστική, εκείνη των συνεργασιών με τους Σιίτες, είτε αυτοί ανήκουν σε πολιτικές ελίτ (π.χ. στην Συρία), είτε είναι αντάρτες (π.χ. οι Houthis στην Υεμένη), είτε απλώς ένοπλες οργανώσεις (π.χ. η Hezbollah στον Λίβανο), αλλά και με δρώντες οι οποίοι μάχονται κατά του αντίπαλου Ισραήλ (π.χ. η παλαιστινιακή Hamas στη Λωρίδα της Γάζας).

Η στρατηγική αυτή οδήγησε στον ανταγωνισμό με την Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, καθώς και στην δημιουργία ενός «σιιτικού τόξου» το οποίο ξεκινά από το Ιράν και καταλήγει στη Μεσόγειο Θάλασσα μέσω των Ιράκ, Συρίας και Λιβάνου. Άλλοι κάνουν λόγο για μια «σιιτική ημισέληνο» η οποία συμπεριλαμβάνει τις ανωτέρω χώρες συν τους Σιίτες του Μπαχρέιν και, κυρίως, τους Houthis στην Υεμένη. Εγώ θα προσθέσω και τις σιιτικές οργανώσεις σε Αφγανιστάν και Πακιστάν τις οποίες ελέγχει και εξοπλίζει η Τεχεράνη.

Επιτυχίες και αποτυχίες της ιρανικής εξωτερικής πολιτικής

Βλέπουμε λοιπόν μια επέκταση του Ιράν στη Μέση Ανατολή την οποία δεν κατάφεραν να ανακόψουν το Ισραήλ και οι μοναρχίες του Κόλπου. Εξαίρεση αποτελεί το Μπαχρέιν όπου οι Σιίτες δεν κατάφεραν, το 2011, να εκθρονίσουν τον Σουνίτη μονάρχη τους. Υπάρχουν ωστόσο και άλλες περιοχές όπου το Ιράν δεν κατάφερε να αποκτήσει την επιρροή που επιθυμούσε. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν το Αζερμπαϊτζάν, στο οποίο το Ιράν έστελνε μουλάδες για την ριζοσπαστικοποίηση του εκεί σιιτικού πληθυσμού, η Αλβανία, όπου υπήρξε μια αποτυχής προσπάθεια προσεταιρισμού των Μπεκτασήδων (οι οποίοι ωστόσο δεν είναι Σιίτες) και των Αλεβιτών, το Τατζικιστάν, όπου έγινε προσπάθεια ελέγχου των ντόπιων Σιιτών, αλλά και η Νιγηρία, όπου το Ιράν προσπαθεί να ενισχύσει πολιτικά το σιιτικό στοιχείο στα βορειοδυτικά της χώρας. Ανεπιτυχής υπήρξε και η προσπάθεια υποστήριξης του Κινήματος Polisario στην Δυτική Σαχάρα.

Είναι ωστόσο γεγονός ότι το Ιράν έχει καταφέρει πολλά, παρά την απομόνωσή του: σήμερα το Ιράν έχει στείλει δεκάδες σιιτικές παραστρατιωτικές οργανώσεις, αλλά και στελέχη της Φρουράς των Επαναστατών στην Συρία. Οι σύμμαχοί του στην Υεμένη (οι Houthis) άντεξαν, παρά τις στρατιωτικές επιχειρήσεις των Σαουδαράβων, και συνεχίζουν να ελέγχουν το μεγαλύτερο τμήμα της βορείου Υεμένης. Στον Λίβανο, η Hezbollah παραμένει ο ισχυρότερος ένοπλος δρώντας, ενώ στο Ιράκ η σιιτική πολιτοφυλακή συνεχίζει ανενόχλητη τις δράσεις της, παρά την απόφαση της νέας κυβέρνησης να προσεγγίσει τις ΗΠΑ.

Τα όρια της πολιτικής του Ιράν στην Μέση Ανατολή

Η παρουσία ωστόσο του Ιράν στις χώρες αυτές δεν είναι απαραίτητα μόνιμη. Η αναθεωρητική και επεκτατική πολιτική που η Τεχεράνη ακολουθεί, έχει και τα όριά της για δύο λόγους: πρώτον, οι κυρώσεις τις οποίες επέβαλαν οι ΗΠΑ έχουν δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στην ιρανική οικονομία και τα προβλήματα αυτά επιδεινώθηκαν εξαιτίας της πανδημίας του κορoνοϊού. Ακόμη και αν προκύψει μια νέα συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν, οι ΗΠΑ δεν θα σταματήσουν να εμποδίσουν την ιρανική επέκταση στη Μέση Ανατολή διότι αυτή απειλεί τους συμμάχους τους (βλ. Ισραήλ και Σαουδική Αραβία) και ενισχύει την σεκταριστική βία και τρομοκρατία. Δεύτερον, υπάρχουν δύο ομάδες κρατών οι οποίες αντιστέκονται στη δημιουργία του λεγόμενου «σιιτικιού τόξου». Η πρώτη ομάδα κρατών είναι ο άξονας Σαουδικής Αραβίας – Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και των συμμάχων τους (Μπαχρέιν, Ιορδανία, Υεμένη) με τον οποίο το Ιράν βρίσκεται σε έναν «πόλεμο δια αντιπροσώπων» εδώ και τουλάχιστον μια δεκαετία.

Η δεύτερη είναι ο αναδυόμενος περιφερειακός συνασπισμός υπό την ηγεσία της Τουρκίας. Σε αυτόν συμμετέχουν το Κατάρ και η διοίκηση των αντικαθεστωτικών στην βόρεια Συρία, ενώ γίνονται προσπάθειες για την οριστική ένταξη της Λιβύης και των Παλαιστινίων στον εν λόγω συνασπισμό. Σήμερα, Τουρκία και Ιράν έχουν αναπτύξει μια ευκαιριακού τύπου συνεργασία. Είναι γεγονός ότι τα δύο κράτη έχουν κοινά συμφέροντα όσον αφορά στην ενέργεια και στο Κουρδικό. Οι δύο χώρες ωστόσο έχουν πολλά αντικρουόμενα συμφέροντα: υποστηρίζουν αντίπαλες παρατάξεις στους πολέμους της Συρίας και της Υεμένης. Διαφωνούν για την κατάσταση στο Βόρειο Ιράκ (Ιρακινό Κουρδιστάν) και έχουν αντικρουόμενα συμφέροντα στον Καύκασο. Πρόκειται για δύο μεγάλες και πολυπληθείς χώρες, των οποίων τα καθεστώτα διεκδικούν την περιφερειακή ηγεμονία και χρειάζονται εσωτερική νομιμοποίηση μέσω εξωτερικών επιτυχιών. Το σημαντικότερο, η Τουρκία προσπαθεί να εξασφαλίσει την θέση της ως της προστάτιδας δύναμης του σουνιτικού Ισλάμ, ενώ το Ιράν βρίσκεται στην ηγεσία του σιιτικού Ισλάμ.

Πώς όλα αυτά επηρεάζουν την Ρωσία και την Κίνα;

Ιράν και Ρωσία

Ξεκινώ από την Ρωσία, η οποία έχει ήδη εξασφαλίσει την παρουσία της στη Μέση Ανατολή. Μόσχα και Τεχεράνη συνεργάζονται για τρεις λόγους: πρώτον, οι δύο χώρες αντιμετωπίζουν τις «εχθρικές» ΗΠΑ. Δεύτερον, οι δυτικές κυρώσεις έφεραν τις δύο χώρες πιο κοντά στον τομέα της οικονομικής συνεργασίας. Τρίτον, υπάρχουν κοινά συμφέροντα στην Συρία – η επιβίωση του καθεστώτος Assad και, δευτερευόντως, η εξουδετέρωση του ISIS. Στην Συρία, η εξάρτηση των Ρώσων στο Ιράν είναι μεγάλη: η εμπλοκή της Ρωσίας στον πόλεμο έγινε, κυρίως, μέσω αεροπορικών και πυραυλικών επιθέσεων. Στο πεδίο της μάχης τον σημαντικότερο ρόλο έπαιξαν η Hezbollah και οι Δυνάμεις Λαϊκής Κινητοποίησης (δηλ. η σιιτική πολιτοφυλακή του Ιράκ). Με δυο λόγια, η συμβολή του Ιράν και των συμμάχων του στον πόλεμο είναι μεγάλη και επέτρεψε στους Ρώσους να μην έχουν απώλειες στρατιωτών. Η Ρωσία ωστόσο δεν θέλει την μόνιμη παρουσία του Ιράν στην Συρία διότι αυτό θα μειώσει την ρωσική επιρροή στην χώρα αυτή. Η μεγάλη (παρα)στρατιωτική παρουσία του Ιράν την Συρία μετά το πέρας του πολέμου θα είναι προβληματική για τη Μόσχα η οποία θέλει να έχει υπό τον έλεγχό της το καθεστώς της Δαμασκού. Αυτός είναι και ο λόγος που η Ρωσία δεν αντιδρά στις επιθέσεις που πραγματοποιεί το Ισραήλ κατά ιρανικών και φιλοϊρανικών στόχων εντός της Συρίας και δεν ενεργοποιεί τους S-300 τους οποίους παρέδωσε στο καθεστώς Assad. Δεν είναι τυχαία άλλωστε η αδιάκοπη συνεννόηση μεταξύ Τελ Αβίβ και Μόσχας. Άξιο αναφοράς στο σημείο αυτό είναι ότι ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Benjamin Netanyahu έχει επισκεφθεί δέκα φορές την Ρωσία, από το 2015 έως σήμερα, με αφορμή τις εξελίξεις στο συριακό.

Ιράν και Κίνα

Η Κίνα από την άλλη πλευρά, έχει κάθε λόγο να συσφίγξει τις σχέσεις της με το Ιράν. Καταρχάς, το Ιράν αποτελεί μέρος του νέου δρόμου του μεταξιού (Belt and Road Initiative) και τα λιμάνια που η Κίνα κατασκευάζει στο ιρανικό Μπαλουχιστάν ενισχύουν σημαντικά την κινεζική παρουσία στον Περσικό Κόλπο. Η Κίνα προσβλέπει, επίσης, σε μια μελλοντική ενεργειακή συνεργασία με το πλούσιο σε φυσικό αέριο Ιράν. Σε γεωπολιτικό επίπεδο, είναι βέβαιο ότι το Ιράν θα υποστηρίξει την προσπάθεια της Κίνας να δημιουργήσει έναν νέο πόλο ισχύος στην Ασία, έναν αντιδυτικό άξονα αυταρχικών καθεστώτων ο οποίος θα αμφισβητήσει ανοιχτά, κάποια στιγμή, το διεθνές φιλελεύθερο σύστημα και την αμερικανική ηγεμονία. Επιπλέον, το Ιράν αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους της παραμονής των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή. Αυτό συμφέρει την Κίνα η οποία προσπαθεί να καθυστερήσει την εφαρμογή της στρατηγικής των Αμερικανών περί συγκέντρωσης όλων των δυνάμεών τους στην Ανατολική Ασία και τη Νότια Σινική Θάλασσα, με σκοπό την ανάσχεση της Κίνας (Pivot to Asia). Τέλος, το Ιράν ίσως αποτελέσει έναν ενδιάμεσο σταθμό προς στη Μέση Ανατολή. Οι Κινέζοι θέλουν να διεισδύσουν στην περιοχή με την κατασκευή ή τον έλεγχο υποδομών. Δεν θα εκπλαγούμε αν δούμε στο μέλλον την παρουσία της Κίνας στο λιμάνι της Βηρυτού ή στην ανοικοδόμηση της Συρίας. Το Ιράν, θα μπορούσε να συμβάλλει στη διείσδυση της Κίνας στο Λεβάντε, κάτι το οποίο θα οδηγήσει στην επέκταση της κινεζικής παρουσίας στις ανατολικές ακτές της Μεσογείου – σήμερα, οι Κινέζοι δραστηριοποιούνται τόσο στις βόρειες (Πειραιάς) όσο και στις νότιες (Αίγυπτος) ακτές της Μεσογείου.

Κλείνοντας, είναι κατανοητό ότι το Ιράν διαδραματίζει έναν σημαντικό ρόλο στα τεκταινόμενα της Μέσης Ανατολής. Την τελευταία δεκαπενταετία έχει καταφέρει να αυξήσει την παρουσία του στην περιοχή, ενώ αποτελεί κύριο δρώντα στους πολέμους που ταλανίζουν την περιοχή. Η φιλόδοξη πολιτική του Ιράν το έφερε αντιμέτωπο με τις ΗΠΑ, το Ισραήλ, αλλά και με την Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Η πολιτική αυτή ενδέχεται να το φέρει αντιμέτωπο και με την Τουρκία η οποία ασκεί επίσης μια φιλόδοξη εξωτερική πολιτική στην περιοχή. Η θέση του Ιράν στη Μέση Ανατολή φαίνεται να επηρεάζει, επίσης, και τις πολιτικές που ακολουθούν δύο εξωτερικοί παίκτες, η Ρωσία και η Κίνα. Τα γεγονότα δείχνουν ότι οι σχέσεις με την Ρωσία είναι περισσότερο συγκυριακές, ενώ με την Κίνα τείνουν να αποκτήσουν στρατηγικό χαρακτήρα. Σε κάθε περίπτωση, το Ιράν θα συνεχίζει να επηρεάζει τα τεκταινόμενα της περιοχής για πολλά ακόμη χρόνια.