Η κριτική των «μετά θα λογαριαστούμε», είναι για τα σκουπίδια

Και αφού τα ηγετικά στελέχη του Σύριζα τέλειωσαν με τα σχόλια και τα αστεία γυμνασιακού επιπέδου για τον covid και τα μέτρα που λαμβάνονται και με τις εξυπνάδες ότι το lockdown αποτελεί πρόσχημα για να βληθούν συγκεκριμένοι κλάδοι της οικονομίας, έβγαλαν και μια απόφαση – σχέδιο για τη επόμενη ημέρα.

Μέσα από αυτή τη απόφαση-σχέδιο-καταγγελία-μανιφέστο, προσπάθησε η ηγετική ομάδα του Σύριζα να επανασυσπειρωθεί για μια ακόμα φορά, πίσω από το λάβαρο του αγώνα κατά του «νεοφιλελευθερισμού». Είναι απίστευτο! Οι άνθρωποι αυτοί, ή δεν έχουν καταλάβει ακόμα τι γίνεται ή προσπαθούν να εξαπατήσουν πολιτικά τους πολίτες, ρίχνοντας στα τυφλά τα δίχτυα τους και ό, τι πιάσουν.

Διαβάζουμε λοιπόν ότι «η νεοφιλελεύθερη και επικίνδυνη εμμονή της κυβέρνησης δεν αφορά μόνο στα πεδία διαχείρισης και αντιμετώπισης της πανδημίας καθώς με το νόμο για τον πτωχευτικό κώδικα δημιουργεί ένα ασφυκτικό πλαίσιο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά και επιχειρήσεις και στοχεύει σε μία άνευ προηγουμένου αναδιανομή πλούτου υπέρ των τραπεζών».

Χαρακτηρίζει ως νεοφιλελεύθερη, την πολιτική των κρατικών παρεμβάσεων και ενισχύσεων, που ξετυλίγονται ήδη τόσο σε εγχώριο, όσο και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Όποιος περίμενε κάτι καλύτερο από τους επιτελείς του τομέα Οικονομίας του Σύριζα, πέφτει από τα σύννεφα.

Χαρακτηρίζει ως ασφυκτικό, το νέο πτωχευτικό κώδικα, που σε αντίθεση με τον προηγούμενο, δίνει τη δυνατότητα μιας νέας ευκαιρίας και ενός νέου ξεκινήματος, σε πολίτες που σε κάποια φάση της ζωής τους, στάθηκαν ασυνεπείς ως προς τις υποχρεώσεις τους.

Τέλος αναφέρεται σε μια «άνευ προηγουμένου αναδιανομή πλούτου υπέρ των τραπεζών». Εδώ ισχύει ο τίτλος της ταινίας «Δες ποιος μιλάει!». Διατυπώνουν άποψη για τις τράπεζες, αυτοί που επέβαλαν τα capital controls, αυτοί που σχεδίασαν και εκτέλεσαν την καταστροφική τραπεζική ανακεφαλαιοποίηση του 2015 και αυτοί που κατέστησαν τις τράπεζες κεφαλαιακά ανίσχυρες μπροστά στο τσουνάμι την κόκκινων δανείων.

Στο θέμα της υγειονομικής κρίσης, η απόφαση-σχέδιο καταγγέλλει τη κυβέρνηση για το άνοιγμα του τουρισμού χωρίς εγγυήσεις ασφάλειας, για το άνοιγμα των σχολείων, με ασυγχώρητη αδιαφορία για την ενίσχυση των ΜΜΜ στα οποία παρατηρούνται ακόμη και σήμερα απαράδεκτες καταστάσεις συνωστισμού, χωρίς μέτρα για τους χώρους εργασίας όπου εξαιτίας της κυβερνητικής αδιαφορίας και της εργοδοτικής πλεονεξίας δημιουργούνται εστίες υπερμετάδοσης.

Όμως έρχεται η ίδια πραγματικότητα να τους διαψεύσει στο θέμα του τουρισμού. Αφού εκ του αποτελέσματος έχει αποδειχθεί ότι ο τουρισμός ουδόλως συνέβαλε στην έξαρση των κρουσμάτων.

Όσον αφορά για το άνοιγμα το σχολείων, η παραφιλολογία για τις μάσκες και για τα παιδιά που θα αναπνέουν διοξείδιο του άνθρακα και θα λιποθυμούν, η υπόθαλψη των παράνομων καταλήψεων των σχολικών μονάδων, μαζί με την αντιδραστική άρνηση των συνδικάτων των καθηγητών να κάνουν τη δουλειά τους σε διαδικτυακή, βάση όπως γίνεται σε όλον τον πλανήτη, απέδειξαν ότι ο επαναστατική υπερδιέγερση γελοιοποιήθηκε στα μάτια όλων των πολιτών.

Τέλος η ιστορία με τα ανταλλακτικά και τα λεωφορεία, γύρισε μπούμεραγκ στον Σύριζα, μέσω του άκυρου διαγωνισμού προμήθειας οχημάτων που είχε στήσει και μέσω της ανεπαρκούς διαχείρισης των μέσων μαζικής μεταφοράς από την κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου με κλασσικότερο παράδειγμα τον ΟΑΣΘ τον οποίο διηύθυνε ο εμπνευστής της δρακογενιάς. Αστεία πράγματα.

Στην απόφαση συμπεριλαμβάνονται και καταγγελίες και πάλι για το θέμα των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας. Οι πολιτικοί καιροσκόποι δεν μπαίνουν καν στον κόπο να διαχωρίσουν τις ΜΕΘ σε δυο κατηγορίες. Σε αυτές που είναι για τον covid και σε αυτές που είναι για τα λοιπά περιστατικά. Τις αθροίζουν στις 1200 και διερωτώνται με την αθωότητα νηπίου, πως είναι δυνατόν με 150 νοσηλευόμενους, να βρίσκεται το ΕΣΥ στα όρια του.

Ανατρέχοντας δε πίσω στη μήτρα του σταλινισμού και της μαρξιστικής ταξικής πάλης, χρησιμοποιούν επιχειρήματα για «βαθιές σκληρές ταξικές αναδιαρθρώσεις», για «αντιδραστικό και αντικοινωνικό νομοσχέδιο συνολικής εκκαθάρισης κάθε εργασιακού κεκτημένου», για «επίθεση στις δυνάμεις της εργασίας» και για την «εμπέδωση ενός νέου αστυνομικού κράτους».

Δυστυχώς, η αντιπολίτευση αδυνατεί να αποτινάξει από πάνω της, τον ιδεολογικό μεσαίωνα που την βασανίζει. Μέσα σε αυτήν την πρωτοφανή υγειονομική και οικονομική κρίση, προσπαθεί μέσω ενός κυνηγητού μαγισσών, να υπονομεύσει κάθε προσπάθεια ανάταξης της χώρας.

Και είναι εντελώς ανήθικο, οι τύποι που σχεδίασαν και στήριξαν το κίνημα «μετά θα λογαριαστούμε», το κίνημα της «αντίστασης στις πλατείες» και το κίνημα «κατά της κατάργησης των συνταγματικών δικαιωμάτων», να ασκούν αυτήν την χαμηλότατου επιπέδου κριτική, απέναντι σε μια κυβέρνηση που διαχειρίζεται επιτυχώς -με τα θετικά της και τα αρνητικά της- την υγειονομική βόμβα που έσκασε από το πουθενά και που της ανατρέπει όλον τον αναπτυξιακό σχεδιασμό.