Η κωμωδία της Ιστορίας

Η κωμωδία της Ιστορίας

Του Θανάση Διαμαντόπουλου*

Τη σκέψη την κατέγραψε, στη «Φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας», ο Κορνήλιος Καστοριάδης. Αναφερόμενος σε ό,τι ο Χέγκελ απεκάλεσε «πανουργία της Ιστορίας»: Όταν ένα κοινωνικοοικονομικό καθεστώς –μαζί με αυτό δε, ευλόγως, και η πολιτική του έκφραση- πνέει το λοίσθια, τότε αυτό παράγει ηγέτες ασήμαντους, ανίκανους, ανήμπορους να αντισταθούν, ακατάλληλους να προσαρμοσθούν, ενδεχομένως δε και διακωμωδήσιμους, οι οποίοι επιταχύνουν την αφεύκτως επερχόμενη κατάρρευση.

Ίσως, μάλιστα, ο κανόνας να είναι γενικότερος (ενώ, ταυτόχρονα, έχει και μια ειδική διάσταση): Θεσμοί, ηγέτες, καθεστώτα και κόμματα –κόμματα καθεστωτικής φύσης ή όχι- καταρρέουν και εξαφανίζονται από το προσκήνιο, όταν διασχίσουν το όριο της διακωμώδησης, όταν η διάθεση διακωμώδησης υπερβεί τη διάθεση κριτικής. Τα παραδείγματα είναι αναρίθμητα:

Θυμάμαι πως στα νιάτα μου είχα αποκομίσει τη βεβαιότητα πως η πτώση της Χούντας, πιο συγκεκριμένα του καθεστώτος Παπαδόπουλου, ήταν επικείμενη όταν τα ανέκδοτα που άκουγες για τους τότε κρατούντες ήταν περισσότερα από τις καλημέρες που καθημερινά εισέπραττες.

Η δε πτώση της 2ης γαλλικής αυτοκρατορίας –του καθεστώτος του Ναπολέοντα του 3ου, που εκτίναξε την οικονομία, που, χάρη στα έργα του βαρόνου Οσμάν, έκανε το Παρίσι την πιο λαμπερή και περίβλεπτη πόλη της υφηλίου, που αποδυνάμωσε την ανταγωνίστρια Αυστρία δημιουργώντας της Ιταλία, ενώ κυρίως με διπλωματικά μέσα διηύρυνε τα σύνορα της Γαλλίας, επιτυγχάνοντας την προσάρτηση της Σαβοΐας και της Νίκαιας – η πτώση αυτή ήταν βέβαιη όταν εκτινάχτηκε η κυκλοφορία του σατιρικού εντύπου Λαντέρν που δημιούργησε ο δημοσιογράφος Ροσφόρ. Θα μπορούσε, δε, κανείς να πολλαπλασιάσει τα σχετικά παραδείγματα ad infinitum.

Παρ' ημίν τώρα…

Το ΠΑΣΟΚ, με όλες τις αντιφάσεις του, υπήρξε ένα κόμμα που σφράγισε την ελληνική ιστορία και ιδιαίτερα τη λεγόμενη περίοδο της –εν ευρεία έννοια- Μεταπολίτευσης. Εισκόμισε ό,τι πιο προοδευτικό και ότι πιο αντιδραστικό, ό,τι πιο εκσυγχρονιστικό και ό,τι πιο αναχρονιστικό έφερε αυτή η περίοδος της νεότερης ιστορίας μας, ενώ σε επίπεδο στελεχικού δυναμικού είχε το καλύτερο και το χειρότερο που έδωσε η μεταπολιτευτική ζωή του τόπου. Σε κάθε περίπτωση, με όλα τα κακά του, κινητοποιώντας μάζες τεράστιες, είχε στοιχεία πολιτικού μεγαλείου. Τώρα πια επιβιώνουν στους κόλπους του μόνο στοιχεία γελοίου. Και του γελοίου ουδείς χώρος επιβίωσε ποτέ.

Τι θα γίνει, όμως, με τον χώρο που ακόμη καλύπτει, με δεδομένο πως η φύση απεχθάνεται το κενό; Ίσως η ιστορία να δίνει την απάντηση.

Δεν είναι μόνο που ο δάσκαλός μου ο Μωρίς Ντυβερζέ έλεγε πως ιστορικά οι διπολικές αντιπαραθέσεις ήταν παντού και πάντα ο κανόνας, η μορφή των πολιτικών συγκρούσεων που ανταποκρίνεται στη φύση της Πολιτικής. Και η ελληνική πολιτική ιστορία επίσης, τουλάχιστον από το 1915 και μετά (αλλά περιστασιακά και στα τέλη του 19ου αιώνα) δείχνει πως ο διπολισμός/δικομματισμός υπήρξε ο κανόνας και ο κατά κυριολεξία πολυκομματισμός η εξαίρεση.

Η διεύρυνση/μετακίνηση προς το κέντρο τόσο της ΝΔ όσο και του Σύριζα στην ουσία δείχνουν και προδιαγράφουν το μέλλον του ελληνικού κομματικού συστήματος. Και στη θάλασσα αυτού του μέλλοντος το ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ ήδη βυθίζεται, έχοντας ως σημαιοφόρο τη γελοιότητα. (Και με αντικείμενο της μάχης οπισθοφυλακής που δίνει να είναι το να ονομάζεται Κίνημα Αλλαγής και όχι Κινάλ! Πόσο πιο γελοίο θα μπορούσε να είναι άραγε;)…

*Ο κ. Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι Ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης.