Η Ευρωπαϊκή Ένωση σε κατάσταση σύγχυσης

Η Ευρωπαϊκή Ένωση σε κατάσταση σύγχυσης

Του Κώστα Χρυσόγονου

Τα 60 χρόνια από την ίδρυση της τότε Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας βρίσκουν σήμερα την επίγονό της Ευρωπαϊκή Ένωση σε κατάσταση σύγχυσης, καθώς για πρώτη φορά στην ιστορία της επίκειται η αποχώρηση ενός κράτους-μέλους και μάλιστα του δεύτερου σε πληθυσμό και οικονομικό μέγεθος (Ηνωμένο Βασίλειο). Τα υπόλοιπα 27 μέλη της «λέσχης» δεν έχουν σαφή προσανατολισμό για την εφεξής πορεία τους, όπως άλλωστε διαφαίνεται και από τη σχετική έκθεση της Ευρωπαϊκή Επιτροπής, όπου απλά σκιαγραφούνται πέντε διαφορετικά σενάρια περαιτέρω εξελίξεων.

Στην πραγματικότητα βέβαια το Brexit απλώς υπογραμμίζει την αμηχανία στην οποία έχει περιέλθει η πρώην ΕΟΚ και τώρα Ένωση. Η τελευταία λειτουργούσε επί πενήντα χρόνια, από το 1957 έως την υπογραφή της Συνθήκης της Λισαβόνας το 2007, με τη λογική του ποδηλάτη, δηλ. με μια συνεχή κίνηση προς τα εμπρός, με τη μορφή αλλεπάλληλων διευρύνσεων (από τα αρχικά 6 κράτη-μέλη στα 27) και με διαρκή εμβάθυνση της ενοποίησης, μέσω πολυάριθμων αναθεωρήσεων των ιδρυτικών συνθηκών. Από το 2007 όμως και μετά η μοναδική προσχώρηση ήταν η Κροατία, ενώ το θεσμικό πλαίσιο έμεινε στάσιμο. Φαίνεται πως ο ποδηλάτης έχει βρει μπροστά του τοίχο, όπως άλλωστε αποτυπώνεται στη διαχρονικά πτωτική τάση των ευνοϊκών για την Ευρωπαϊκή Ένωση γνωμών στις έρευνες του Ευρωβαρόμετρου, με κατάληξη αυτές να βρίσκονται το 2016 κάτω του 40% στα πέντε μεγαλύτερα κράτη-μέλη (The Economist, 25.3.2017, Special report, σελ. 4).

Η Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων, στην οποία φαίνεται να προσανατολίζονται οι σημερινές ηγεσίες των μεγαλύτερων κρατών-μελών, κρύβει διάφορους κινδύνους για τη συνοχή της Ένωσης. Το σημαντικότερο πρόβλημα μιας τέτοιας λογικής ίσως να αποδειχθεί πως θα είναι η de facto εξασθένηση των ενωσιακών θεσμών που λειτουργούν με υπερεθνική λογική (Κομισιόν, Ευρωκοινοβούλιο, Δικαστήριο) και η αντίστοιχη ενίσχυση του διακυβερνητικού στοιχείου.

Αυτό το βλέπουμε άλλωστε ήδη στην πράξη στη λειτουργία της ευρωζώνης, όπου καθοριστικό ρόλο παίζει η σύνοδος των υπουργών οικονομικών των κρατών-μελών (Eurogroup). Η αιτία του φαινομένου είναι ότι οι ενωσιακοί θεσμοί προέρχονται από το σύνολο των κρατών της Ένωσης και όχι μόνο από τα ενταγμένα στη συγκεκριμένη «ταχύτητα», ενώ είναι ανέφικτος ο πολλαπλασιασμός τους για καθεμιά από αυτές (κάποια στιγμή π.χ. είχε ακουσθεί μια ιδέα για «Κοινοβούλιο της Ευρωζώνης», αλλά σύντομα εγκαταλείφθηκε).

Το βέβαιο πάντως είναι ότι στο σύνολό τους τα ευρωπαϊκά κράτη αντιμετωπίζουν σήμερα προβλήματα πολύ σοβαρά και κοινά για όλους, έστω και όχι στον ίδιο βαθμό. Τέτοια είναι ιδίως η γήρανση του πληθυσμού, οι επιδεινούμενες κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, η σχετική οικονομική στασιμότητα ή πάντως οι ασθενικοί σε σύγκριση με άλλες ηπείρους ρυθμοί ανάπτυξης, οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι, οι πόλεμοι και η οικονομική εξαθλίωση σε περιοχές όπως η Βόρεια Αφρική και η Μέση Ανατολή (με αποτέλεσμα μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών) κ.ά.

Κανένα ευρωπαϊκό κράτος δεν βρίσκεται σε επαρκή τάξη μεγέθους ώστε να μπορέσει να διαχειρισθεί μόνο του τα προβλήματα αυτά, χωρίς πάντως τούτο να σημαίνει ότι και ενωμένα θα ήταν σε θέση να βρουν μαγικές λύσεις σε χρόνο μηδέν. Και ακριβώς η ένταση των προβλημάτων, σε συνδυασμό με τις υπαρκτές ούτως ή άλλως αδυναμίες και στρεβλώσεις της υφιστάμενης ευρωπαϊκής «αρχιτεκτονικής», τροφοδοτεί τον ευρωσκεπτικισμό.

Ο χρόνος θα δείξει κατά πόσο οι ευρωπαϊκές κοινωνίες θα μπορέσουν να τον υπερνικήσουν και να βρουν από κοινού στοιχειωδώς ικανοποιητικές απαντήσεις στις μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας.