Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση θέλει τόλμη

Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση θέλει τόλμη

Του Ιωακείμ Γρυσπολάκη

Το σχέδιο νόμου, που κατέθεσε για διαβούλευση η υπουργός παιδείας Νίκη Κεραμέως, βρίσκεται σαφώς στη σωστή κατεύθυνση. Η εξάρτηση της χρηματοδότησης – πέραν ενός ποσού απαραίτητου για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών – των πανεπιστημίων από τις επιδόσεις στην εκπαίδευση, στην έρευνα και στην οργάνωση αποτελεί μία εκ των ων ουκ άνευ διατάξεων. Εξ άλλου και ο νόμος 4009/2011 προέβλεπε ότι η χρηματοδότηση κάθε ΑΕΙ (Πανεπιστήμια και ΤΕΙ) θα εξαρτάται και από τα αποτελέσματα της εξωτερικής αξιολόγησης. 

eΕπιπλέον, η πρόβλεψη για την απαλλαγή των ΕΛΚΕ από την γραφειοκρατία του Δημοσίου Λογιστικού αποτελεί ένα θετικό βήμα. Το ίδιο και για το φλέγον θέμα της πρόβλεψης ενδεχόμενου νέου χωροταξικού χάρτη της Ανωτάτης Εκπαίδευσης.

Όλα αυτά είχαν σαφώς μελετηθεί, καταγραφεί και είχαν δοθεί λύσεις στις διατάξεις του νόμου 4009/2011, τον οποίο, ως γνωστόν, κατάργησε συλλήβδην η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, αφού δήλωσαν δημοσίως ότι ο νόμος Διαμαντοπούλου είναι αντιδημοκρατικός, η Αριστεία είναι ρετσινιά και η αξιολόγηση είναι μέθοδος τιμωρίας προς τους αξιολογούμενους.

Πρέπει, όμως, η υπουργός παιδείας και ο αρμόδιος υφυπουργός να προβούν και σε άλλες ενέργειες και διευκρινήσεις, όσον αφορά στα ακόλουθα:

1. Να διασαφηνισθεί ο τρόπος με τον οποίο οι ΕΛΚΕ των Πανεπιστημίων θα απαλλαγούν από τον γραφειοκρατικό τρόπο λειτουργίας, που επιβάλλει το Δημόσιο Λογιστικό. Η επαναφορά του άρθρου 58 του ν. 4009/2011 θα ήταν μία λύση, με τη δημιουργία του νπιδ, που διαχειρίζεται την έρευνα που διεξάγεται, την καινοτομία που παράγεται και την  περιουσία του Ιδρύματος, και τη διοίκηση του οποίου διορίζει και παύει το Συμβούλιο Ιδρύματος.

2. Να επανέλθει άμεσα ο θεσμός του Συμβουλίου Ιδρύματος, όπως ήταν καθιερωμένος από τον νόμο 4009/2011, προκειμένου να υπάρξει αποκέντρωση των αρμοδιοτήτων του υπουργού παιδείας στα Συμβούλια.

3. Να δοθεί προτεραιότητα στην "Νέα ΑΔΙΠ" να μελετήσει και να προτείνει τον Νέο Χωροταξικό Χάρτη Ανώτατης Εκπαίδευσης. Και στη συνέχεια η κυβέρνηση να μην υπολογίσει το πολιτικό κόστος, αλλά να προτάξει αυτού το δημόσιο συμφέρον.

Θα θυμίσω ότι από το 2009 είχα εισηγηθεί το 3ο θέμα, διαπιστώνοντας ότι:

"Από το 1985 μέχρι το 2009 ιδρύθηκαν, χωρίς κάποιο σχεδιασμό και επιστημονική τεκμηρίωση, Πανεπιστήμια διάσπαρτα στην περιφέρεια. Είναι σαφές ότι ορισμένα εξ αυτών δεν είναι βιώσιμα, αφού η διασπορά σε πολλές πόλεις και κωμοπόλεις δεν επιτρέπει την επιστημονική (διδακτική και ερευνητική) όσμωση, δηλαδή την υλοποίηση της αρχής της διεπιστημονικότητας, απαραίτητη προϋπόθεση για την λειτουργία ενός πανεπιστημίου. Ιδιαίτερα όταν ακόμη και τα τμήματα της ίδιας σχολής είναι διάσπαρτα σε περισσότερα του ενός νησιά.

Τα προβλήματα που ανακύπτουν από μία τέτοια διασπορά είναι

(α) διοικητικά: πολλαπλασιασμός των διοικητικών υπηρεσιών, άρα σπατάλη οικονομικών και ανθρώπινων πόρων.

(β) υλικοτεχνικά: πολλαπλασιασμός υποδομών, όπως είναι η Βιβλιοθήκη, το Μηχανογραφικό Κέντρο, τα εκπαιδευτικά και ερευνητικά εργαστήρια, τα Κυλικεία, οι Φοιτητικές Λέσχες κ.λπ. Ιδιαιτέρως δε όταν Τμήματα θετικής κατεύθυνσης λειτουργούν σε διαφορετικές πόλεις ή σε διαφορετικά νησιά, τότε τα προβλήματα είναι ανυπέρβλητα στις ανωτέρω αναφερθείσες εγκαταστάσεις (π.χ. εργαστήρια Φυσικής, Χημείας, Πληροφορικής και Μαθηματικών).

(γ) εκπαιδευτικά: δεν υπάρχει η δυνατότητα οργάνωσης κοινών μαθημάτων στα πρώτα έτη σπουδών σε περισσότερα του ενός Τμήματα. Κατά συνέπεια, πολλαπλασιάζονται οι προσλαμβανόμενοι διδάσκοντες ή το Ίδρυμα δαπανά τεράστια ποσά σε μετακινήσεις.

(δ) επιστημονικής επάρκειας: Δεν είναι δυνατόν μία χώρα των 9,8 εκατομμυρίων κατοίκων να στελεχώσει 11.900 μόνιμες θέσεις καθηγητών όλων των βαθμίδων σε 533 τμήματα στα 24 Πανεπιστήμια και στα 16 ΤΕΙ. Κατά συνέπεια, πολλές θέσεις, ιδιαίτερα σε μικρά πανεπιστημιακά τμήματα και σε τμήματα των ΤΕΙ της περιφέρειας, έχουν στελεχωθεί με άτομα που δεν έχουν την απαιτούμενη επιστημονική επάρκεια.

(ε) φοιτητικός πληθυσμός: σε όλες τις χώρες του Ο.Ο.Σ.Α. πλην της Ελλάδας, στην Ανωτάτη Εκπαίδευση (Higher Education) εισάγεται κατά μέσον όρο το 33% των νέων ηλικίας 18 ετών (δηλαδή των απολυομένων από τα Λύκεια), ενώ στην Ελλάδα εισήγετο το 95% έως το 2009 και σήμερα το 75%. Είναι σαφές ότι η καταστροφή είναι διπλή. Αφ' ενός μεν αφαιρούνται χιλιάδες νέων από τα παραγωγικά επαγγέλματα, αφ' ετέρου δε συρρέουν και παραμένουν στα ΑΕΙ νέοι, που δεν έχουν τις ικανότητες και πολλές φορές τη βούληση να πάρουν πτυχίο, το οποίο να ανταποκρίνεται στις γνώσεις που θα έπρεπε να έχουν λάβει. Λόγω δε μη ύπαρξης μηχανισμού σταδιακής αποβολής εκείνων που αποτυγχάνουν να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις των σπουδών τους, τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ έχουν μετατραπεί σε μηχανισμούς χορήγησης πτυχίων χωρίς αντίκρισμα με μικρό ποσοστό εξαιρέσεων".

Όλα αυτά έχουν επισημανθεί κατ' επανάληψη από το 2009 έως σήμερα. Γνωρίζω δε πολύ καλά ότι το πολιτικό κόστος είναι αυτό, που αποτρέπει τις κυβερνήσεις από το να σκεφτούν με γνώμονα το δημόσιο και εθνικό συμφέρον. Πρώτη φορά το τόλμησε η υπουργός παιδείας Άννα Διαμαντοπούλου και ο τότε πρωθυπουργός Γ. Α. Παπανδρέου με την πρόβλεψη του νόμου 4009/2011. Στη συνέχεια, οι κυβερνήσεις από τον Ιούνιο 2012 έως τον Ιανουάριο 2015 δεν τόλμησαν να προχωρήσουν στην υλοποίηση αυτής της διάταξης του νόμου, ενώ οι κυβερνήσεις του Α. Τσίπρα κατήργησαν τις προοδευτικές και μεταρρυθμιστικές διατάξεις συλλήβδην.

Σήμερα, όμως, έχουμε έναν πρωθυπουργό φιλελεύθερο, μεταρρυθμιστή και αρκούντως τολμηρό. Ας επιχειρήσει τις αναγκαίες τομές. Και ας το πράξει άμεσα. Τώρα, που το πολιτικό του κεφάλαιο είναι στο ζενίθ.

 

*Ο κ. Ιωακείμ Γρυσπολάκης είναι ομότιμος καθηγητής και π. πρύτανης Πολυτεχνείου Κρήτης.