Εκπαίδευση: Θετικά βήματα αλλά και μεγάλες προκλήσεις

Εκπαίδευση: Θετικά βήματα αλλά και μεγάλες προκλήσεις

Δεκαέξι μήνες από την εκλογική νίκη της Νέας Δημοκρατίας είναι αρκετός χρόνος για μια πρώτη αποτίμηση του έργου της παρούσας κυβέρνησης στον τομέα της εκπαίδευσης υπό το πρίσμα, κυρίως, των ιδεών της ελευθερίας και συγκριτικά με τα διεθνώς επιτυχημένα εκπαιδευτικά μοντέλα που προωθούν την αποκέντρωση, την αυτονομία και την ελεύθερη επιλογή εις βάρος του κρατικού συγκεντρωτισμού και της αντιεκπαιδευτικής γραφειοκρατίας.

Στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση η κυβέρνηση έχει να επιδείξει τις εξής επιτυχίες:

Την επαναφορά της Τράπεζας Θεμάτων. Ενός απαραίτητου θεσμού που με την ορθή διαβάθμιση των θεμάτων της διδακτέας ύλης επιτρέπει και διευκολύνει το έργο των παραγόντων της εκπαίδευσης αλλά και την αξιολόγηση σχολικών μονάδων.

Την ουσιαστική ενίσχυση και αναβάθμιση των πρότυπων και πειραματικών σχολείων. Το δίκτυο των πρότυπων και πειραματικών σχολείων μεγάλωσε σημαντικά, η εισαγωγή στα πρότυπα γίνεται ξανά με εξετάσεις, ώστε να ενισχυθεί η αριστεία, ενώ σημαντική καινοτομία της νέας νομοθεσίας της κυβέρνησης είναι η παροχή σε κάθε σχολείο της δυνατότητας να αναβαθμιστεί σε πρότυπο ή πειραματικό.

Η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας στις έκτακτες και απρόβλεπτες συνθήκες της πανδημίας δικαίως μπορεί να υπερηφανεύεται για την επιτυχία του μέτρου της από απόσταση εκπαίδευσης σε κάθε γωνιά της χώρας παρά τις αντιδράσεις σημαντικής μερίδας συνδικαλιστών της εκπαίδευσης. Η συντριπτική πλειονότητα των μαθητών συμμετείχε ακώλυτα εξ αποστάσεως στην εκπαιδευτική διαδικασία.

Αναμφίβολα η πιο μεγάλη επιτυχία της κυβέρνησης υπήρξε η αλλαγή του νόμου για την ιδιωτική εκπαίδευση. Για τα ελληνικά δεδομένα η κατάργηση των μονολιθικών ρυθμίσεων που κρατούσαν όμηρο του κράτους τα ιδιωτικά σχολεία, τους γονείς και τους μαθητές συνιστά μια μεγάλη μεταρρύθμιση, της οποίας τα θετικά αποτελέσματα ήδη είναι εμφανή σε όλους.

Τρεις είναι για το άμεσο μέλλον οι μεγαλύτερες προκλήσεις για την κυβέρνηση και την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας στο χώρο της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης:

α) η ουσιαστική ενίσχυση της αυτονομίας της σχολικής μονάδας,

β) η καθιέρωση της γονεϊκής επιλογής σε όλα τα επίπεδα και

γ) ο ψηφιακός μετασχηματισμός του εκπαιδευτικού μας συστήματος.

Τονίζω, ότι η Ελλάδα είναι η χώρα με το χαμηλότερο δείκτη σχολικής αυτονομίας ανάμεσα σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ. Η ενίσχυση της αυτονομίας των σχολικών μονάδων θα αναδείξει τη δημιουργική πρωτοβουλία πολλών άξιων και φιλότιμων εκπαιδευτικών μας που σήμερα δεν αναγνωρίζεται ούτε αναδεικνύεται από το ισοπεδωτικό, απρόσωπο και συγκεντρωτικό ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Θα επιτρέψει τη σύνδεση των σχολικών μονάδων με τις ιδιαίτερες συνθήκες του περιβάλλοντος στο οποίο λειτουργούν και την ανάπτυξη τοπικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Η εφαρμογή των τοπικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων επιτρέπει τη διασύνδεση των τοπικών αναγκών με το σχολικό πρόγραμμα, το οποίο έρχεται πιο κοντά στα ενδιαφέροντα και τις προτιμήσεις των μαθητών. Η σχολική αυτονομία θα διευκολύνει τόσο την αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων όσο και τον ανταγωνισμό μεταξύ τους.

Ο ανταγωνισμός θα ενισχυθεί ακόμη περισσότερο με την υιοθέτηση ενός συστήματος ελεύθερης επιλογής σχολικής μονάδας. Σχεδόν σε όλα τα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα ελευθερία επιλογής και αυτονομία σχολικής μονάδας συνδυάζονται. Η ελεύθερη επιλογή σχολικής μονάδας άλλωστε, όπου εφαρμόζεται λειτουργεί ως ο καλύτερος δείκτης αξιολόγησης των σχολικών μονάδων και ταυτοχρόνως ως ο ισχυρότερος μηχανισμός λογοδοσίας σχετικά με την ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου.

Οι ιδιαίτερες συνθήκες της πανδημίας παρέχουν μια μοναδική ευκαιρία στην ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας εκμεταλλευόμενο τις δυνατότητες που μας παρέχει η νέα τεχνολογία αλλά και την σημαντική υποδομή του «Ψηφιακού σχολείου» που δημιουργήθηκε επί υπουργίας Άννας Διαμαντοπούλου, να προχωρήσει ταχύτατα σε ένα ψηφιακό άλμα στο χώρο της εκπαίδευσης υπερνικώντας τόσο τις αφόρητες αντιδράσεις και τα εμπόδια μιας γερασμένης και ξένης με τις προκλήσεις της νέας εποχής γραφειοκρατίας του υπουργείου Παιδείας όσο και των διαφόρων αντιδραστικών συντεχνιών της εκπαίδευσης που διαισθάνονται στην εξέλιξη της τεχνολογίας το αναπόφευκτο τέλος τους. Η επιτυχία της από απόσταση εκπαίδευσης αποδείχθηκε ότι αποτελεί μιας πρώτης τάξεως εναλλακτική μορφή εκπαίδευσης και όχι λύση ανάγκης.

Ακόμη, στα πλαίσια του νέου ψηφιακού σχολείου αξιοποιώντας και την Τράπεζα Θεμάτων θα μπορούσε να λειτουργεί κάλλιστα 24 ώρες ημερησίως ένα ψηφιακό φροντιστήριο, ιδιαίτερα χρήσιμο για τους μαθητές που προέρχονται από οικογένειες με χαμηλό εισόδημα, μεγάλο μέρος του οποίου πληρώνει τα δίδακτρα των ιδιωτικών φροντιστηρίων.

Στην τριτοβάθμια εκπαίδευση επιτυχίες της κυβέρνησης είναι:

- η αναγνώριση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των πτυχιούχων ξένων πανεπιστημίων και κολεγίων σε συμμόρφωση με το Ενωσιακό Δίκαιο κατόπιν των πολύ αυστηρών παρατηρήσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

- η κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου σε συνδυασμό με την προωθούμενη θέσπιση ειδικού σώματος προστασίας των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων προκειμένου να εξασφαλιστεί η ακώλυτη άσκηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας εντός των πανεπιστημίων,

- η σύνδεση μέρους της χρηματοδότησης των Α.Ε.Ι. (20%) με την αξιολόγηση του έργου τους,

- η παροχή της δυνατότητας στα ελληνικά Α.Ε.Ι. ίδρυσης ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων καθώς και

- η θεσμοθέτηση της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης.

Εξίσου μεγάλες είναι οι προκλήσεις για την κυβέρνηση και την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης:

- Η ανάθεση της διοίκησης των ελληνικών Α.Ε.Ι. σε Συμβούλια Διοίκησης με τη συμμετοχή σ΄αυτά διακεκριμένων ελλήνων και ξένων ακαδημαϊκών, πνευματικών ανθρώπων καθώς και επιφανών εκπροσώπων του επιχειρηματικού κόσμου πρέπει να αποτελέσει πρώτη προτεραιότητα της κυβέρνησης για τον εξορθολογισμό της λειτουργίας των πανεπιστημίων μας και την απαλλαγή τους από τον κρατικό γραφειοκρατικό έλεγχο.

- Η απελευθέρωση των Α.Ε.Ι. από τον ασφυκτικό διοικητικό έλεγχο του κράτους θα πρέπει να αποτελέσει πρώτη προτεραιότητα της κυβέρνησης. Θα πρέπει να δοθεί η κανονική δυνατότητα στα ελληνικά Α.Ε.Ι. να προσφέρουν από απόσταση προπτυχιακά και μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών, όπως κάνουν σήμερα εκτάκτως λόγω της πανδημίας με πολύ μεγάλη επιτυχία.

- Απολύτως αναγκαία είναι η απελευθέρωση των Ειδικών Λογαριασμών Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ) από τον έλεγχο του δημόσιου λογιστικού για πόρους που δεν προέρχονται από οποιουδήποτε είδους κρατική χρηματοδότηση ή ΕΣΠΑ προκειμένου να δοθούν κίνητρα στο εκπαιδευτικό προσωπικό των πανεπιστημίων να επιδιώξει το άνοιγμα τους στην αγορά και τη δυναμική συνεργασία τους με τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα.

Η συνεργασία των ελληνικών Α.Ε.Ι. με επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα θα επέτρεπε την αξιοποίηση της ερευνητικής παραγωγής των πανεπιστημίων μας για επιχειρηματικούς σκοπούς και τη μεταφορά εξειδικευμένης γνώσης και τεχνολογίας στην οικονομία. Η συνεργασία αυτή θα είχε και μια ακόμη πιο σημαντική επίπτωση, την συνολική αλλαγή νοοτροπίας του σημερινού αρτηριοσκληρωτικού και γραφειοκρατικού πανεπιστημιακού μοντέλου σε ένα αυτόνομο και δυναμικό οργανισμό έρευνας και παραγωγής γνώσης συνδεδεμένο με την την εποχή του, τις εξελίξεις και την αληθινή ζωή.

- Τέλος, η κυβέρνηση πρέπει να αναζητήσει χωρίς καθυστέρηση θεσμικές λύσεις για την παράκαμψη του κρατικού μονοπωλίου στην ανώτατη εκπαίδευση που θα επιτρέψει την άμεση λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων και παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων στην Ελλάδα. Διαθέτει τα κατάλληλα θεσμικά εργαλεία να το επιδιώξει (ΣΔΙΤ, Συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών του δημοσίου στον ιδιωτικό τομέα, διακρατικές συμβάσεις) ενώ μια νέα προοπτική ανοίγεται στο θέμα αυτό μετά την πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της Ουγγαρίας.

Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι η κυβέρνηση τον τελευταίο χρόνο διαχειρίζεται τις τύχες της χώρας υπό καθεστώς ανωτέρας βίας. Υπό τις συνθήκες αυτές το ισοζύγιο της μέχρι σήμερα εκπαιδευτικής πολιτικής της είναι θετικό. Όμως για να καταστεί η εκπαίδευση από «χαίνουσα πληγή» της χώρας σε βασικό πυλώνα της μελλοντικής μας ανάπτυξης και ευημερίας πρέπει να κινηθούμε με μεγαλύτερη ταχύτητα και περισσότερη τόλμη.