Δεν ήθελαν, όχι δεν πρόλαβαν

Δεν ήθελαν, όχι δεν πρόλαβαν

Του Σάκη Μουμτζή

Η νέα γραμμή άμυνας του ΣΥΡΙΖΑ, απέναντι στα μέτρα ελάφρυνσης όλων των Ελλήνων από τους φόρους που έλαβε η κυβέρνηση Μητσοτάκη, είναι: «Τα είχαμε προγραμματίσει, αλλά δεν προλάβαμε να τα εφαρμόσουμε.»

Μάλιστα, δηλώνουν πως η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας «τρώει από τα έτοιμα», αναφερόμενοι προφανώς στο υπερπλεόνασμα της δικής τους κυβέρνησης.

Το πράγμα είναι απλό.

Ο Μητσοτάκης δεν τρώει από τα «έτοιμα», γιατί «έτοιμα» δεν υπάρχουν. Το μόνο που υπάρχει είναι το υπερπλεόνασμα, αποτέλεσμα της υπερφορολόγησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, μέρος του οποίου επιστρέφει—όπως υποσχέθηκε ο πρωθυπουργός—στους πολίτες.

Περί αυτού πρόκειται.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε καμιά πρόθεση να μειώσει τους φόρους, γιατί η δημιουργία του υπερπλεονάσματος ήταν δική της στρατηγική επιλογή. Δεν την επέβαλαν οι δανειστές.

Οπως δήλωναν με υπερηφάνεια οι κ.κ. Χουλιαράκης, Τζανακόπουλος, Τσακαλώτος, αυτή ήταν μια ταξική πολιτική. Αφαιρούσαν, μέσω της υψηλής φορολογίας, χρήματα από την μεσαία τάξη και τα μοίραζαν, υπό μορφή επιδομάτων, τόσο σε ασθενείς κοινωνικά ομάδες, όσο και σε πρόσφυγες και μετανάστες.

Μάλιστα, όπως θα θυμάται ο αναγνώστης, ανακαλύφθηκε ο όρος της «ολιγαρκούς αφθονίας».

Συνεπώς, όταν μια πολιτική, οι ίδιοι που την χαράσσουν την θεωρούν στρατηγική, δεν έχουν κανένα λόγο να την αναθεωρήσουν. Πολύ δε περισσότερο, ένα κόμμα που έχει ως οδηγό του την μαρξιστική θεωρία, δεν έχει κανένα λόγο να αλλάξει μια πολιτική στην οποία έχει προσδώσει ταξικό πρόσημο.

Εκεί που ο ΣΥΡΙΖΑ μοιράζει επιδόματα στους οικονομικά ασθενείς, η κυβέρνηση Μητσοτάκη στοχεύει—χωρίς να καταργήσει τα επιδόματα—να βελτιώσει, μέσω της ανάπτυξης, την οικονομική θέση αυτών των ανθρώπων.

Όλα αυτά συμπυκνώνονται στο σύνθημα «ανάπτυξη για όλους».

Τα πρώτα δείγματα γραφής της νέας κυβέρνησης συνοψίζονται στο φιλοεπενδυτικό κλίμα που δημιουργείται με το ξεμπλοκάρισμα βαλτωμένων επί χρόνια επενδύσεων και με την επιστροφή στους πολίτες περίπου 1-1,2 δισεκατομμύρια ευρώ, από το «ματωμένο» αριστερό υπερπλεόνασμα.

Γιατί αυτά τα δύο είναι αλληλένδετα. Δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη με υπερφορολόγηση. Ουδείς επιχειρηματίας, ανεξαρτήτως μεγέθους, επενδύει για να πάνε τα κεφάλαια του στο κράτος.

Ουδείς ελεύθερος επαγγελματίας είναι διατεθειμένος να αποδίδει ως και το 80% των εισοδημάτων του στο κράτος.

Αυτά η Αριστερά, τα γνωρίζει και τα καταλαβαίνει, αλλά δεν την ενδιαφέρουν. Θα πρέπει να αντιληφθεί ο αναγνώστης πως αυτοί οι άνθρωποι έχουν στο μυαλό τους ένα άλλο μοντέλο της κοινωνίας. Θέλουν αυτοί να είναι οι διαχειριστές της μιζέριας και, μέσω των επιδομάτων, να εδραιώσουν την πολιτική εξουσία τους.

Είναι ολοφάνερο πως στις εκλογές της 7ης Ιουλίου αντιπαρατέθηκαν δύο διαφορετικές φιλοσοφίες που χαρακτηρίζουν μια φιλελεύθερη παράταξη και μια μαρξίζουσα—κρατικιστική.

Και οι πολίτες αποφάσισαν.

Η θεωρία του «δεν προλάβαμε», που προβάλλει τελευταία ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι υποκριτική, καθώς η υπερφορολόγηση ήταν, όπως προανέφερα, μια στρατηγική του επιλογή, με ταξικό πρόσημο.

Και τέτοιου είδους επιλογές, δεν αναθεωρούνται, δεν μεταβάλλονται, δεν ακυρώνονται.