Υπάρχει φως στο τούνελ;

Υπάρχει φως στο τούνελ;

«Δεν δέχομαι τα 12 μίλια, δεν δέχεσαι τα 6. Στεκόμαστε λοιπόν σε ορισμένα σημεία, έχουν γίνει διερευνητικές συνομιλίες στο παρελθόν, έχουν καλυφθεί ορισμένες αποστάσεις. Το ζήτημα του Αιγαίου δεν είναι ένα άλυτο πρόβλημα. Όσο υπάρχει η βούληση αυτό το πρόβλημα μπορεί να λυθεί…».

Αυτά δήλωσε πρόσφατα ο Τούρκος ΥΠΕΞ Χακάν Φιντάν, πρώην αρχηγός της ΜΙΤ, έμπιστος του προέδρου Ερντογάν και απ’ ότι λένε οι φήμες και το παρασκήνιο στο Λευκό Παλάτι, κι ένας από τους επίδοξους διαδόχους του. 

Και αν οι δηλώσεις είναι ειλικρινείς, τότε αφήνουν μια χαραμάδα ανοιχτή για έναν έντιμο συμβιβασμό, στο εγγύς μέλλον. 

Τα προβλήματα στο Αιγαίο, δεν είναι ασφαλώς τωρινά αλλά έχουν τις ρίζες τους στο μακρινό 1973, όταν και ανακαλύφθηκαν τα πρώτα πετρέλαια στη Θάσο.

Έκτοτε οι γείτονες άρχισαν να θέτουν ζητήματα, και εκτός από την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, φρόντισαν να φορτώσουν την ατζέντα και μ ’αυτά που οι ίδιοι θεωρούν «διμερείς διαφορές» όπως τις λεγόμενες γκρίζες ζώνες, την απαίτηση για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου, τη μουσουλμανική μειονότητα Θράκης και Δωδεκανήσων και το τελευταίο εφεύρημα, τη λεγόμενη γαλάζια πατρίδα.

Οι Τούρκοι φαίνεται πως θεωρούν εαυτούς περιφερειακή υπερδύναμη, ασφυκτιούν στα σημερινά τους σύνορα, επιδιώκουν ζωτικό χώρο που όμως δεν τους ανήκει, δεν έχουν συμβιβαστεί με τις διεθνείς συνθήκες ενώ δεν έχουν καν υπογράψει τη Διεθνή Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας που μεταξύ άλλων δίνει το δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων ενός παράκτιου κράτους στα 12 μίλια. Στο μεταξύ οι ίδιοι έχουν ήδη 12 μίλια χωρικά ύδατα και στη Μαύρη Θάλασσα αλλά και στην ανατολική Μεσόγειο, μετά τον κόλπο της Αττάλειας. Δικαίωμα όμως που δεν αναγνωρίζουν στην Ελλάδα προκειμένου για το Αιγαίο.

Διατηρούν αντιθέτως σε ισχύ, απόφαση της Μεγάλης Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, σύμφωνα με την οποία κάθε επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδος πέρα από τα 6 μίλια, συνιστά αιτία πολέμου, το γνωστό και ως casus belli. 

Ουσιαστική πρόοδος δεν έχει σημειωθεί εδώ και 52 ολόκληρα χρόνια, αν και μόνο στην τελευταία 25ετια έχουν διεξαχθεί σχεδόν 70 γύροι διερευνητικών συνομιλιών. Το 1975 ο Καραμανλής συμφώνησε με τον Ντεμιρέλ για την από κοινού προσφυγή στη Χάγη. Οι Τούρκοι όμως υπαναχώρησαν και έτσι η Ελλάδα προσέφυγε μονομερώς το 1976 αλλά το Δικαστήριο δήλωσε αναρμόδιο καθώς συνυποσχετικό των δυο χωρών ουδέποτε υπήρξε. Η κυβέρνηση Σημίτη, με μοχλό το Ελσίνκι, έφτασε επίσης κοντά σε έναν συμβιβασμό, η αλλαγή όμως κυβέρνησης στην Ελλάδα το 2004, πάγωσε τις εξελίξεις.

Η γεωγραφία με τα διάσπαρτα ελληνικά νησιά, ευνοεί αφάνταστα την Ελλάδα, το ίδιο και όλες οι σχετικές διατάξεις του Διεθνούς Δικαίου. Η δε Διεθνής Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας, δεσμεύει εθιμικώ δικαίω ακόμα και τα κράτη που δεν την έχουν υπογράψει. 

Είναι όλα λοιπόν ιδανικά για την Ελλάδα ; Όχι. Κατ’ αρχήν γιατί η Τουρκία εκτός από ένας δύστροπος γείτονας, είναι και μια τεράστια χώρα με στρατηγικό βάθος και τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό στο ΝΑΤΟ.

Αλλά και γιατί, πλην της Τουρκίας, ούτε οι ΗΠΑ, ούτε η Ρωσία αλλά ούτε και καμία από τις υπόλοιπες παρευξείνιες χώρες, δεν επιθυμούν επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 μίλια. Και ο λόγος είναι ότι με πιθανή επέκταση, το Αιγαίο γίνεται σχεδόν περίκλειστη θάλασσα, παρά τις πρόνοιες του Διεθνούς Δικαίου για αβλαβείς διελεύσεις πλοίων. Πέραν τούτου, υπάρχουν και χώρες -επιτήδειοι ουδέτεροι, όπως η Ιταλία, που δεν θέλουν να δυσαρεστήσουν την Τουρκία σε καμία περίπτωση. Η ιστορία των Ιμίων είναι ενδεικτική.

Η Ελλάδα είχε όλο το δίκιο με το μέρος της καθώς με τη συνθήκη των Παρισίων του 1947-στην οποία η Τουρκία δεν ήταν καν συμβαλλόμενο μέρος- όλα τα Δωδεκάνησα παραχωρήθηκαν απροϋπόθετα στην Ελλάδα. 

Παρ ’όλα αυτά στην κρίση των Ιμίων, οι Ιταλοί σιώπησαν. Το ίδιο και ο γίγαντας με τα πήλινα πόδια, η Ευρωπαϊκή Ένωση, που συνέστησε τότε στα μέρη, “αυτοσυγκράτηση”. 

Άλλο πρόβλημα είναι ο ελληνικός εναέριος χώρος των 10 μιλίων που δεν συμπίπτει με το εύρος των χωρικών υδάτων, όπως προβλέπει το Διεθνές Δίκαιο. Αλλά αυτό μπορεί να λυθεί με την επέκταση των χωρικών υδάτων αν φυσικά υπάρξει κάποια συμφωνία -πακέτο στο μέλλον.

Ας ελπίσουμε λοιπόν ότι οι δηλώσεις Φιντάν, σηματοδοτούν μια αλλαγή -μικρή έστω-της τουρκικής στάσης. Και ας ελπίσουμε ότι το πολιτικό κεφάλαιο των δυο ηγετών -Μητσοτάκη και Ερντογαν -επαρκεί για την επίτευξη μιας τέτοιας ιστορικής συμφωνίας. 

Η θητεία Μητσοτάκη λήγει ως γνωστόν το 2027 και αυτή του Ερντογαν το 2028.

Ο χρόνος λοιπόν δεν είναι άπλετος και αυτός που απομένει θα δείξει αν υπάρχει φως στο βάθος του τούνελ η αν τα προβλήματα αυτά περάσουν στις επόμενες γενιές. Αλλά το ερώτημα είναι αν αυτή η διαιώνιση θα ευνοεί την Ελλάδα η όχι. Γιατί το 2050 η Τουρκία θα έχει πληθυσμό 100 εκατομμυρίων και η Ελλάδα 7,5. Και τα δεδομένα τότε, θ’ αλλάξουν δραματικά.