Τι κρύβει η επίθεση φιλίας της Άγκυρας
Ελληνοτουρκικά

Τι κρύβει η επίθεση φιλίας της Άγκυρας

Η επίθεση φιλίας της Άγκυρας γίνεται για πολύ συγκεκριμένους λόγους και σε ένα πολύ διαφορετικό περιβάλλον μετά τους καταστροφικούς σεισμούς στην Τουρκία. Οι ανάγκες της γείτονος για την ανοικοδόμηση των περιοχών που έχουν πληγεί, υπερβαίνουν τα 100 δισ. δολάρια και φαίνεται κατά κάποιο τρόπο αυτή η ανυπολόγιστη ζημιά, να αποτέλεσε το τέλειο άλλοθι για τη στροφή του Ερντογάν και την προσέγγισή του με τη Δύση, που φαίνεται να σχεδίαζε πριν τους σεισμούς.

Η σθεναρή στάση του Κογκρέσου και ο χλιαρός τρόπος που αντιμετωπίζει ο Μπάιντεν τον Ερντογάν, εδώ και δυόμιση χρόνια, συρρίκνωναν σταδιακά τα περιθώρια ελιγμών για τον Τούρκο πρόεδρο, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να υποχρεωθεί σε αναδίπλωση. Αυτή η αναδίπλωση για την ώρα αποτελεί τακτικό ελιγμό, που αναγκαστικά περιλαμβάνει και την Ελλάδα και θα πρέπει να περιμένουμε την ολοκλήρωση των εκλογών στην Τουρκία για να διαπιστώσουμε τις πραγματικές προθέσεις Ερντογάν, εφόσον επανεκλεγεί.

Αυτή η στροφή έχει επηρεάσει θετικά και το κλίμα με την Ελλάδα, ωστόσο η Τουρκία πρέπει να δείξει εμπράκτως πώς την εννοεί. Τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) έχουν πολλές διαστάσεις και οπωσδήποτε στην παρούσα φάση η υλοποίηση έστω και μέρους αυτών είναι προτιμότερη από τις διερευνητικές συνομιλίες.

Οι τελευταίες στερούνταν περιεχομένου στους πρόσφατους γύρους που έλαβαν χώρα το 2021 και 2022, οπότε τυχόν αναβίωσή τους θα μας οδηγούσε είτε σε παταγώδη αποτυχία που θα επιβάρυνε το κλίμα, είτε στην έναρξη μιας συζήτησης, έστω και διερευνητικής, η οποία υπό τις παρούσες συνθήκες δεν είναι ανεκτή από ελληνικής πλευράς.

Το «Μορατόριουμ» όπως το έθεσε ο Ακάρ, εφόσον υπάρχει πολιτική βούληση, μπορεί να τηρηθεί και οι δύο πλευρές έχουν καλούς λόγους για να μείνουν πιστές στα συμφωνηθέντα. Ακόμα και αν αυτό συμβεί, κάτι που σημαίνει καλά νέα για τον τουρισμό και αποσυμπίεση της έντασης για τις Ένοπλες Δυνάμεις (σ.σ. οι τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις επιχειρούν, μεταξύ άλλων, και στο μέτωπο των σεισμών), αν δεν βρεθεί κοινός τόπος για την επανέναρξη των διερευνητικών, άρα δεν ξεκινήσει κάποιου είδους ουσιαστική συζήτηση ανάμεσα στα δύο μέρη, τότε είναι πιθανό να επιστρέψουμε στην προ σεισμού κατάσταση.

Η ελληνική πλευρά ορθά αντέδρασε ακαριαία και έστειλε ανθρωπιστική βοήθεια μετά το σεισμό, σωστά καλοδέχεται την αλλαγή κλίματος που επιδιώκει η Τουρκία (άλλωστε αυτή ήταν υπεύθυνη για την κλιμάκωση, αυτή αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για την αποκλιμάκωση), όμως πρέπει να είναι καθαρό προς πάσα κατεύθυνση ότι δεν αρκεί η εμπέδωση ενός κλίματος σχετικής εμπιστοσύνης, απαιτείται να αλλάξουν οι όροι της μελλοντικής διαβούλευσης, όπως έχει προσπαθήσει όλα αυτά τα χρόνια να τους επιβάλει η Τουρκία.