Μέσα από ένα νεοοθωμανικό παραλήρημα, ο Τ. Ερντογάν χρησιμοποίησε την επίσκεψή του στα Κατεχόμενα το Σάββατο για να στείλει το μήνυμα ότι οι συνομιλίες για το Κυπριακό μπορούν να επαναληφθούν μόνο υπό τους όρους της Τουρκίας και για να απειλήσει όλους όσοι διαδήλωσαν αντιδρώντας στην τουρκική ασφυκτική πολιτική ισλαμοποίησης της Τουρκοκυπριακής κοινότητας, θυμίζοντας ότι το «αφεντικό» στην κατεχόμενη Βόρεια Κύπρο είναι η Τουρκία.
Η φιέστα που διοργανώθηκε στην κατεχόμενη Λευκωσία με αφορμή τα εγκαίνια του συγκροτήματος του «Προεδρικού Μεγάρου» και της «Βουλής», που κατασκευάστηκε από την Τουρκία, αλλά και της έκθεσης Teknofest στο παλιό αεροδρόμιο της Λευκωσίας, στήθηκε με μοναδικό σκοπό να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις που έχει προκαλέσει η αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας και τα ψηφίσματα του ΟΗΕ, τα οποία αποκηρύσσουν το ψευδοκράτος, από τις χώρες της Κεντρικής Ασίας που συμμετέχουν στον Οργανισμό Τουρκικών Κρατών.
Επίσης, επιδιώχθηκε να επιβεβαιωθεί για ακόμη μία φορά, μετά τον διορισμό απεσταλμένου του ΟΗΕ για το Κυπριακό, η αμετακίνητη τουρκική θέση υπέρ της λύσης δύο κρατών.
Ο κ. Ερντογάν, με τις δηλώσεις και εξαγγελίες του, οι οποίες ουσιαστικά οδηγούν σε μεγαλύτερη «ενσωμάτωση» του ψευδοκράτους στην Τουρκία, προσπάθησε να αναδείξει την «οντότητα» της «ΤΔΒΚ», θεωρώντας ότι με τετελεσμένα φέρνει πιο κοντά τη λύση των δύο κρατών.
Σε ό,τι αφορά τη σταθερή θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας για επιδιωκόμενη ομοσπονδιακή λύση, ο κ. Ερντογάν κατηγόρησε τη Λευκωσία ότι επιδιώκει αυτήν τη λύση μόνο και μόνο για να «φυλακίσει την τουρκική πλευρά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να σφετεριστεί τα κυριαρχικά δικαιώματα του τουρκοκυπριακού λαού».
Και προειδοποίησε ότι, εάν πρόκειται να υπάρξει μία διαδικασία διαπραγμάτευσης, αυτή «δεν θα διεξαχθεί πλέον μεταξύ δύο κοινοτήτων, αλλά μεταξύ δύο κρατών με κυρίαρχη ισότητα», καθώς «η λύση των δύο κρατών είναι το κοινό όραμα της “Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου” και της Τουρκίας».
Ο Τούρκος ηγέτης απέρριψε τα σενάρια περί αντιμετώπισης της Κυπριακής Δημοκρατίας ως συνομιλητή της Τουρκίας και τα δημοσιεύματα που έκαναν λόγο περί συμφωνίας για άνοιγμα τουρκικού λιμανιού σε κυπριακά πλοία, καθώς είναι γνωστό ότι μία από τις βασικές κυπρογενείς υποχρεώσεις και δεσμεύσεις της Τουρκίας προς την Ε.Ε. είναι το άνοιγμα των τουρκικών λιμανιών και αεροδρομίων σε κυπριακά πλοία και αεροπλάνα. Μια δέσμευση η οποία, όσο δεν υλοποιείται, αποτελεί και ανυπέρβλητο εμπόδιο για τη συνέχιση των ευρωτουρκικών σχέσεων και, βεβαίως, για την αναθεώρηση της Τελωνειακής Ένωσης Τουρκίας – Ε.Ε., την οποία διακαώς επιδιώκει η Άγκυρα.
Με τα δεδομένα αυτά, υπονομεύεται πλήρως η προσπάθεια για επανέναρξη των συνομιλιών για το Κυπριακό, ενόψει και της προγραμματισμένης νέας Πενταμερούς για τον Ιούλιο, οι οποίες οφείλουν, βάσει των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, να έχουν ως βάση την ομοσπονδία. Επίσης, καθίσταται εξαιρετικά δύσκολη η σημερινή συνάντηση Χριστοδουλίδη – Τατάρ για την προώθηση των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης που αποφασίστηκαν στην άτυπη Πενταμερή Διάσκεψη για το Κυπριακό τον Μάρτιο στη Γενεύη.
Το υπουργείο Εξωτερικών της Κύπρου καταδίκασε την παράνομη επίσκεψη του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στα Κατεχόμενα, τονίζοντας ότι «τέτοιες ενέργειες και τοποθετήσεις υποσκάπτουν την όλη προσπάθεια για πρόοδο προς ουσιαστικές διαπραγματεύσεις και αποτελούν περιφρόνηση του Διεθνούς Δικαίου και του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, αναδεικνύουν την αποσχιστική οντότητα και αποκαλύπτουν τις τουρκικές προθέσεις για πλήρη έλεγχο επί των κατεχομένων περιοχών της Κύπρου».
Από το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών δεν εκδόθηκε επίσημη ανακοίνωση, αλλά υπήρξε δήλωση διπλωματικών πηγών την επόμενη ημέρα, η οποία τόνιζε, χωρίς ρητή αναφορά στην παράνομη επίσκεψη Ερντογάν, ότι «κάθε ενέργεια για τη διαμόρφωση τετελεσμένων στα κατεχόμενα συνιστά εξαιρετικά αρνητική εξέλιξη. Σταθερή επιδίωξη παραμένει η επανένωση της Κύπρου στο συμφωνημένο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών, προς όφελος όλων των Κυπρίων, καθώς και της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας».
Την Παρασκευή, οι υπουργοί Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκίας, Γ. Γεραπετρίτης και Χ. Φιντάν, είχαν ιδιωτικό δείπνο στην Κωνσταντινούπολη, όπου εξετάστηκαν και οι διμερείς σχέσεις, υπό το βάρος και της επίσκεψης Ερντογάν στα Κατεχόμενα, γεγονός στο οποίο αποδίδεται πιθανότατα η χαμηλών τόνων αντίδραση από την Αθήνα.
Ο Τούρκος πρόεδρος, στις τρεις παρεμβάσεις του στην κατεχόμενη Λευκωσία, έσπευσε να προβάλει τη νεοοθωμανική προσέγγισή του για την Κύπρο, προβάλλοντας ως στοιχείο αυτής της «κληρονομιάς» ακόμη και τον ιστορικό χώρο της Σαλαμίνας, ο οποίος αποτελεί αδιάψευστο μάρτυρα της ελληνικότητας του νησιού από τους ιστορικούς χρόνους.
«Ως Τουρκικό Έθνος και Τουρκοκύπριοι, είμαστε οι ιδιοκτήτες αυτής της γης. Σήμερα βρισκόμαστε στο μαργαριτάρι της Μεσογείου, το φρούριο της αντίστασης, την αιώνια εστία της αγάπης για την πατρίδα, στη γη όπου οι Τούρκοι και Τουρκοκύπριοι στρατιώτες έγραψαν έπος. Αυτή η γη αποτελεί μεγάλο σύμβολο του ένδοξου παρελθόντος μας, του πνεύματος του αγώνα μας και της βαθιά ριζωμένης κληρονομιάς μας. Η Βόρεια Κύπρος φέρει το πνεύμα της οθωμανικής κατάκτησης στα αιώνια τείχη του κάστρου της Κερύνειας και την πίστη των προγόνων μας στους μιναρέδες του Τεμένους Σελιμιγιέ. Οι πέτρες της Σαλαμίνας ψιθυρίζουν τα ίχνη του πολιτισμού μας.»
Ο Τούρκος πρόεδρος υποσχέθηκε πως, μετά το έργο μεταφοράς νερού από την Ανατολία προς τα Κατεχόμενα, ακολουθεί ένα ακόμη έργο, η ηλεκτρική διασύνδεση, η οποία θα οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη ενσωμάτωση των κατεχομένων. Υποστήριξε επίσης ότι μέσω της Teknofest δίνεται το μήνυμα πως και το ψευδοκράτος θα επωφεληθεί από τα τεχνολογικά επιτεύγματα της Τουρκίας, αποκτώντας, με τη στήριξη της Άγκυρας, τη «ορατότητα που δικαιούται στη διεθνή κοινότητα».
Επιτέθηκε, όμως, και σε όσους, όπως είπε, «ζηλεύουν την πρόοδο του ψευδοκράτους» και «κάνουν τα πάντα, από το να εκφοβίζουν επενδυτές που δραστηριοποιούνται στην “Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου”, μέχρι και να σπείρουν διχόνοια ανάμεσα στους Τουρκοκύπριους αδελφούς και αδελφές μας».
Η αναφορά αυτή σχετίζεται με τις αντιδράσεις που υπάρχουν στα Κατεχόμενα για το ζήτημα της μαντίλας, η οποία πλέον επιτρέπεται στα σχολεία με σχετικό διάταγμα. Πολλοί Τουρκοκύπριοι θεωρούν ότι πρόκειται για ένα ακόμη βήμα αύξησης της επιρροής του ΑΚΡ και βίαιη ισλαμοποίηση της κατεξοχήν κοσμικής Τουρκοκυπριακής Κοινότητας. Επίσης, η αναφορά σχετίζεται και με την πρόσφατη αποκάλυψη σκανδάλου που εμπλέκει ανώτατα κυβερνητικά στελέχη της Άγκυρας με την παρουσία νονών του οργανωμένου εγκλήματος στα Κατεχόμενα ως «επενδυτών».
Η προειδοποίηση του Ερντογάν ήταν σαφής: «Οι Τουρκοκύπριοι αδελφοί γνωρίζουν πολύ καλά αυτό το βρώμικο παιχνίδι που επιχειρείται να παιχτεί. Κανείς μας δεν θα πέσει σε αυτή την παγίδα και δεν θα υποκύψουμε σε προκλήσεις. Δεν θα επιτρέψουμε να αποδυναμωθεί η ενότητα και η αλληλεγγύη του τουρκοκυπριακού λαού. Και με την αλληλεγγύη της Τουρκίας, οι υποκινητές, οι διασπαστές και όσοι λειτουργούν πρόθυμα ως εργαλεία των εχθρών του τουρκοκυπριακού λαού θα ηττηθούν».
Στέλνοντας και μήνυμα ενόψει των «εκλογών» του φθινοπώρου στα Κατεχόμενα, ο κ. Ερντογάν κάλεσε τις Τουρκοκυπριακές πολιτικές δυνάμεις «να διατηρήσουν τη σταθερότητα, να μην υποκύπτουν σε τεχνητές κρίσεις και να μην πέφτουν σε παγίδες που στοχεύουν να βλάψουν τον δεσμό μεταξύ της Τουρκίας και των Τουρκοκυπρίων».