Ο συμβιβασμός που άνοιξε τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις Β. Μακεδονίας - Αλβανίας

Ο συμβιβασμός που άνοιξε τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις Β. Μακεδονίας - Αλβανίας

Με αμφιλεγόμενο συμβιβασμό βαθιά μπολιασμένο από παλιές ιστορικές και πολιτιστικές αντιθέσεις, η Βόρεια Μακεδονία πήρε το πράσινο φως από τη Βουλγαρία ώστε να ξεμπλοκάρει η διαδικασία και να αρχίσει σήμερα και τυπικά η αναμενόμενη εδώ και χρόνια Διακυβερνητική Διάσκεψη για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ.

Μια διαδικασία που κάθε άλλο παρά είναι εύκολη και χωρίς σοβαρά εμπόδια, αλλά τουλάχιστον δίνει ένα θετικό μήνυμα της Ευρώπης προς τα Δυτικά Βαλκάνια, τα οποία όπως και οι Βρυξέλλες διαπιστώνουν κινδυνεύουν όχι μόνο από την οικονομική και κοινωνική κρίση αλλά και από αναζωπύρωση παλαιών εθνικισμών και αντιπαραθέσεων.

Τα Δυτικά Βαλκάνια μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας ακόμη αγωνίζονται να βρουν τον δρόμο τους και την προσέγγισή τους με τους ευρωατλαντικούς θεσμούς, αλλά τόσο η δική τους πενιχρή απόδοση σε τομείς όπως η διαφάνεια, το κράτος δικαίου, η αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος η εθνική συμφιλίωση, όσο και η αμφιθυμία της ΕΕ να δεχθεί στους κόλπους της τις χώρες της περιοχής, απειλούν να μετατρέψουν την περιοχή σε πραγματική «μαύρη τρύπα» της Ευρώπης.

Και αυτό σε μια περίοδο που ο ανταγωνισμός της Δύσης κυρίως με τη Ρωσία αλλά και με την Κίνα, επεκτείνεται και στη διεκδίκηση επιρροής στις αδύναμες και ευάλωτες χώρες των Δυτικών Βαλκανίων.

Η επιλογή της ΕΕ να ξεκινήσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία, δύο χώρες που είναι ήδη μέλη του ΝΑΤΟ, έχει σημαντικό συμβολισμό, προσφέρει προοπτική και ένα ισχυρό όπλο στις φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις στο εσωτερικό των χωρών, αλλά φυσικά δεν λύνει άμεσα τουλάχιστον τα προβλήματα των πολιτών και δεν αίρει τα εμπόδια που για πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είναι απαγορευτικά για την ισότιμη ένταξη τους στην ευρωπαϊκή οικογένεια.

Η ενταξιακή διαδικασία βεβαίως είναι μακρά και είναι ανοικτού τέλους. Μετά τη σημερινή πρώτη Διακυβερνητική Διάσκεψη, παρουσία των πρωθυπουργών των δύο χωρών Ε. Ράμα και Ντ. Κοβάσεφσκι θα ξεκινήσει η μακρά διαδικασία του screening, ο έλεγχος της συμβατότητας και των αποκλίσεων από το κοινοτικό κεκτημένο και κατόπιν θα διαμορφωθεί το περιεχόμενο των σχεδόν 34 Ενταξιακών Κεφαλαίων.

Για να φτάσουμε στη σημερινή εξέλιξη χρειάστηκε εντατική διπλωματία από την προηγούμενη Γαλλική Προεδρία η οποία προώθησε συμβιβαστική λύση ώστε να πεισθεί η Βουλγαρία να άρει το βέτο της που αφορούσε τη Βόρεια Μακεδονία αλλά συμπαρέσυρε και την Αλβανία, καθώς οι δύο υποψηφιότητες προχωρούσαν μαζί.

Η Βουλγαρία βρήκε την ευκαιρία να απαιτήσει μια σειρά σκληρούς όρους που ουσιαστικά παρέπεμπαν στη γνωστή εθνικιστική αντίληψη που επικρατεί στη Σόφια, ότι οι σλαβομακεδόνες αποτελούν Βουλγαρικό φύλο, η «μακεδονική» γλώσσα είναι διάλεκτος της Βουλγαρικής και είναι γνωστή η αντιπαράθεση ετών για την εθνική καταγωγή ηρώων όπως ο τσάρος Σαμουήλ και ο Γκ. Ντέλτστφ. 

Επίσης, στα Σκόπια θεωρούν ότι η βουλγαρική κατοχή στα σημερινά εδάφη της χώρας από τους Βούλγαρους ήταν ναζιστική κατοχή και βεβαίως υπάρχει βαθιά εχθρότητα με τη Βουλγαρία, καθώς θεωρούν ότι προσπαθεί να αμφισβητήσει την ίδια την οντότητά τους ως λαό (σ.σ. Η Ελλάδα αμφισβήτησε όχι την οντότητά τους αλλά την προσπάθειά τους να σφετεριστούν την ονομασία και την ιστορία της Μακεδονίας για αποκλειστική δική τους χρήση).

Η Βουλγαρία δεν πέτυχε βεβαίως να αμφισβητήσει την αναγνώριση εντός της ΕΕ της «μακεδονικής γλώσσας» την οποία όμως η ίδια δηλώνει ότι θα συνεχίσει να μην αναγνωρίζει (η «μακεδονική γλώσσα» έχει πλέον κατοχυρωθεί και στον ΟΗΕ και στην ΕΕ με τη σύμφωνη γνώμη και της Ελλάδας με τη Συμφωνία των Πρεσπών), όμως πέτυχε στο Πρόσθετο Πρωτόκολλο το οποίο υπέγραψαν οι δυο υπουργοί εξωτερικών να επιβάλει ως όρο την τροποποίηση του Συντάγματος της Βόρειας Μακεδονίας ώστε να συμπεριλάβει στο προοίμιο του ότι και οι Βούλγαροι είναι συστατικό στοιχείο του κράτους.

Αυτή θα είναι και η προϋπόθεση ουσιαστικά για να αρχίσει όταν έρθει η ώρα το πρώτο κεφάλαιο ενταξιακών διαπραγματεύσεων σε δεύτερη Διακυβερνητική Διάσκεψη, η οποία πάντως μπορεί να έρθει μετά από ένα ή και δύο χρόνια.

Όμως προς το παρόν και με δεδομένους τους συσχετισμούς στα Σκόπια και την έντονη αντίδραση του VMRO αλλά και μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης, οι προοπτικές νέας αλλαγής του Συντάγματος είναι μηδαμινές.

Στο πρωτόκολλο περιλαμβάνονται ακόμη η επιτάχυνση του έργου της Ιστορικής Επιτροπής, η αντιμετώπιση της ρητορικής μίσους, η απόδοση τιμής σε κοινά ιστορικά γεγονότα και προσωπικότητες, η αλλαγή του περιεχομένου στα εγχειρίδια ιστορίας και γεωγραφίας και στη συνέχεια η λήψη αποτελεσματικών μέτρων για την πρόληψη της κακοπροαίρετης προπαγάνδας και την αποτροπή των δραστηριοτήτων ιδιωτικών φορέων που στοχεύουν στην υποκίνηση βίας, μίσους ή άλλων δραστηριοτήτων που θα έβλαπταν τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών…

Αν και το Πρωτόκολλο τυπικά δεν προσαρτάται στα ενταξιακά κεφάλαια, είναι προφανές ότι η ενταξιακή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας έχει τεθεί υπό την ομηρία της Βουλγαρίας καθώς τα ιστορικά ζητήματα δημιουργούν εύκολα δυσεπίλυτες παρεξηγήσεις και εθνικιστικοί κύκλοι στη Βουλγαρία θα επιδιώξουν να μεγιστοποιήσουν την πίεση προς τα Σκόπια πριν τη δεύτερη Διακυβερνητική Διάσκεψη.

Η έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Αλβανίας και της Βόρειας Μακεδονίας, θέτει προκλήσεις και στην Ελλάδα. Η Ελλάδα οφείλει να συνδέσει την πορεία των ενταξιακών διαπραγματεύσεων και το άνοιγμα των σχετικών Κεφαλαίων, με την κατάσταση της Ελληνικής Εθνικής μειονότητας στην Αλβανία, το θέμα των περιουσιών, της ελληνικής μειονοτικής εκπαίδευσης και της ισότιμης συμμετοχής των μειονοτικών στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή.

Και σε ό,τι αφορά τη Βόρεια Μακεδονία, η πιστή εφαρμογή των υποχρεώσεων που έχει αναλάβει με τη Συμφωνία των Πρεσπών, ως βασικό στοιχείο για τις σχέσεις καλής γειτονίας, δεν μπορεί παρά να αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ομαλή ενταξιακή πορεία της.