Παρά τη στήριξη Αμερικανών και Ευρωπαίων, δεν φαίνεται να έχει ωριμάσει η υπέρβαση των εμποδίων για το σημαντικό έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου - Κρήτης GSI, γεγονός που επιτείνει την αβεβαιότητα και αμφισβητεί ευθέως πλέον τη βιωσιμότητα του έργου.
Στη Διακυβερνητική Διάσκεψη Ελλάδας - Κύπρου που πραγματοποιείται σήμερα στην Αθήνα, υπό την προεδρία του Κυρ. Μητσοτάκη, και του Ν. Χριστοδουλίδη, δεν αναμένεται να υπάρξει εκτενής συζήτηση για το θέμα του καλωδίου, καθώς την ίδια ημέρα στις Βρυξέλλες συναντώνται οι υπουργοί Ενέργειας των δύο χωρών, Σ. Παπασταυρου και Γ. Παπαναστασίου, με τον αρμόδιο Επίτροπο, προκειμένου να αναζητήσουν λύση στα προβλήματα που υπάρχουν.
Σύμφωνα με πληροφορίες, πάντως, η κυπριακή πλευρά επιμένει ότι δεν έχουν εκπληρωθεί ούτε έχει υπάρξει πρόοδος στις γνωστές προϋποθέσεις που θα επέτρεπαν την απόφαση για εκταμίευση της πρώτης δόσης των 25 εκατ. ευρώ, αλλά και για συμφωνία στο ύψος των μέχρι τώρα δαπανών, όπου υπάρχει διαφορά 250 εκατομμυρίων ευρώ.
Πίσω από αυτή τη δυστοκία βρίσκεται βεβαίως και η εσωτερική κατάσταση στην Κύπρο, όπου ασκούνται μεγάλες πιέσεις από επιχειρηματίες που έχουν «μονοπωλιακή» θέση στην ηλεκτροπαραγωγή. Όμως αυτό που ρίχνει βαριά τη σκιά του είναι το λεγόμενο γεωπολιτικό ρίσκο και το «βέτο» που θέτει ουσιαστικά η Τουρκία στην υλοποίηση του έργου, απαιτώντας να είναι αυτή που θα δώσει την άδεια και την έγκρισή της για τη συνέχιση των ερευνών, παρά το γεγονός ότι, σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας, δεν απαιτείται άδεια ούτε έγκριση από παράκτιο κράτος και φυσικά αυτή η περιοχή αποτελεί οροθετημένη Ελληνική ΑΟΖ και δυνητική υφαλοκρηπίδα.
Η Τουρκία, ωστόσο, χρησιμοποιεί αυτή την υπόθεση προκειμένου να αποκρούσει αυτό που θεωρεί ως «περικύκλωσή» της στην Ανατολική Μεσόγειο και προσπάθεια αποκλεισμού της από τα ενεργειακά έργα, ενώ ταυτόχρονα επιδιώκει να προβάλλει εμμέσως τις διεκδικήσεις της εις βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου, επιβάλλοντας ως τετελεσμένο το τουρκολιβυκό Μνημόνιο και τη «Γαλάζια Πατρίδα».
Παρά την ιδέα που κατέθεσε ο Ισραηλινός ΥΠΕΞ, Ε. Κόεν, ως εναλλακτική επιλογή, δηλαδή την έναρξη κατασκευής του έργου από το τμήμα σύνδεσης Ισραήλ - Κύπρου, κάτι τέτοιο δεν θα έλυνε το πρόβλημα που υπάρχει στο υπόλοιπο τμήμα του έργου. Θα κατέγραφε βέβαια το σημαντικό και ζωτικό ενδιαφέρον του Ισραήλ για τη συγκεκριμένη διασύνδεση, αλλά είναι προφανές ότι αυτό δεν θα άλλαζε την στάση της Τουρκίας επί του πεδίου.
Όπως και η αμερικανική στήριξη δύσκολα θα μπορούσε επί του πεδίου να διευκολύνει τους χειρισμούς, καθώς η Τουρκία παραμένει ανυποχώρητη στην προσπάθεια εμπέδωσης της «Γαλάζιας Πατρίδας». Μόνο εφόσον βρεθεί φόρμουλα που να κατοχυρώνει τις αμφισβητήσεις και διεκδικήσεις της στην Ανατολική Μεσόγειο θα συναινέσει στη συνέχιση των ερευνών.
Ένα σημαντικό ερώτημα, πάντως, είναι εάν η Αθήνα μπορεί να εξασφαλίσει τέτοιο επίπεδο συνεννόησης με την Ουάσιγκτον και το Τελ Αβίβ, ειδικά σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία, όπου δεν είναι επιθυμητή μια αντιπαράθεση Ισραήλ - Τουρκίας και ο πρόεδρος Τραμπ θέλει να έχει μαζί του τον Τ. Ερντογάν στο ζήτημα της Γάζας, ώστε να υπάρξει παρέμβαση επί του πεδίου και να μην βρεθούν τουρκικά πολεμικά που θα εμποδίσουν ξανά το ερευνητικό πλοίο να προχωρήσει ανατολικά της Κάσου.
Σε ό,τι αφορά πάντως το θέμα της ενεργειακής ασφάλειας της Κύπρου, προκαλεί εντύπωση ότι τις προηγούμενες εβδομάδες ήρθε στην επικαιρότητα μια πρώτη συμφωνία συνεννόησης μεταξύ της Energean και της κυπριακής Cyfield για την κατασκευή αγωγού και μεταφοράς έως και 1 bcm φυσικού αερίου από το Ισραήλ στην Κύπρο, προς τον τερματικό της κυπριακής εταιρείας στο Βασιλικό.
Η εταιρεία αυτή είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός ενέργειας στην Κύπρο και, σύμφωνα με δημοσιεύματα, είναι και ο κατεξοχήν πολέμιος της ηλεκτρικής διασύνδεσης. Μέσω δε της συμφωνίας με την Energean, ασκεί πίεση στην κυπριακή κυβέρνηση και επιχειρεί να προκαταλάβει τις εξελίξεις, δημιουργώντας τετελεσμένα, ώστε ακόμη κι αν αρθούν τα γεωπολιτικά εμπόδια για την ηλεκτρική διασύνδεση, να είναι πλέον οικονομικά ασύμφορη η υλοποίησή της.
Πάντως, η κυπριακή κυβέρνηση δεν έχει δώσει ακόμη την έγκρισή της για ένα τέτοιο σχέδιο και θεωρεί ότι είναι πρόωρο.
Η Λευκωσία παραμένει επιφυλακτική σχετικά με την ελληνική πρόταση για το φόρουμ 5x5 στην Ανατολική Μεσόγειο, θεωρώντας ότι δεν έχει υπάρξει επαρκής προετοιμασία, ώστε να εξεταστούν όλες οι πτυχές της πρότασης και να αποφευχθούν πιθανές «κακοτοπιές».
Η Κύπρος, η οποία έχει προχωρήσει σε συμφωνίες οριοθέτησης ΑΟΖ με την Αίγυπτο, το Ισραήλ και πρόσφατα με το Λίβανο, δεν θα ήθελε να εμπλακεί σε μια διαδικασία όπου η Τουρκία θα επιχειρούσε να φέρει στο τραπέζι το ψευδοκράτος, έστω και ως «τουρκοκυπριακή κοινότητα», ζητώντας να συναποφασίζει για τα ενεργειακά έργα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Από την άλλη πλευρά, η Λευκωσία δηλώνει και αυτό έχει καταγραφεί και σε επιστολές προς τον ΟΗΕ, ότι επιδιώκει να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με την Τουρκία για την οριοθέτηση της μεταξύ τους ΑΟΖ, πρόταση η οποία φυσικά δεν έχει προχωρήσει, καθώς η Άγκυρα δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία και υποστηρίζει ότι έχει ήδη «συμφωνία» οριοθέτησης με το ψευδοκράτος, η οποία αποτελεί μάλιστα βασικό στοιχείο της «Γαλάζιας Πατρίδας».
Η Κύπρος, μάλιστα, έχει συνάψει συμφωνία με την Αίγυπτο (2025), με τη συμμετοχή των TotalEnergies και ENI, για την εξαγωγή φυσικού αερίου προς την ομάδα LNG της Νταμιέτα, από το κοίτασμα Κρόνος στο Οικόπεδο 6. Παράλληλα, έχει υπογραφεί και Μνημόνιο Συνεργασίας (MoU) για το κοίτασμα Αφροδίτη της κυπριακής ΑΟΖ, με τη συμμετοχή των εταιρειών Chevron, NewMed Energy και Shell, που θα συνδέσει το κοίτασμα με αγωγό προς την Αίγυπτο.
Στη Διακυβερνητική Διάσκεψη της Αθήνας, πάντως, θα δοθεί η ευκαιρία, τόσο στις συνομιλίες του Κυρ. Μητσοτάκη και του Ν. Χριστοδουλίδη, όσο και στις διμερείς συναντήσεις των υπουργών που συμμετέχουν, να διαμορφωθεί ένα συγκροτημένο πλαίσιο συνεργασίας σε όλους τους τομείς.
Θα σχεδιαστεί επίσης η κοινή δράση ενόψει της κυπριακής προεδρίας της ΕΕ το πρώτο εξάμηνο του 2026, ενώ φυσικά θα τεθεί και το πλαίσιο για τα επόμενα βήματα στα σχήματα πολυμερούς συνεργασίας, τόσο με την Αίγυπτο όσο και στη σύνθεση «3+1».
