Το μετέωρο βήμα της Δημοκρατίας στην Τουρκία μετά τη διάλυση του PKK

Το μετέωρο βήμα της Δημοκρατίας στην Τουρκία μετά τη διάλυση του PKK

Η απόφαση για την κατάθεση των όπλων και την αυτοδιάλυση του PKK αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για την Τουρκία, καθώς δίνεται τέλος σε έναν ένοπλο αγώνα που διήρκεσε τέσσερις δεκαετίες, με τεράστιο κόστος και απειλώντας πολλές φορές την ίδια την ακεραιότητα και τη συνοχή της χώρας. Παράλληλα, ανέδειξε, αν δεν αποτέλεσε συχνά και άλλοθι, τη διαμόρφωση ενός αυταρχικού κράτους με σοβαρά κενά στη δημοκρατική λειτουργία του.

Το τέλος του ένοπλου αγώνα από το PΚΚ, εφόσον η διαδικασία προχωρήσει ομαλά, προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα στην Τουρκία, απελευθερώνει σημαντικό πολιτικό και διπλωματικό κεφάλαιο και θα συμβάλει σημαντικά στην αποκατάσταση της εθνικής ενότητας, με την προϋπόθεση ότι θα συνδυαστεί και με ένα δημοκρατικό άνοιγμα του καθεστώτος Ερντογάν.

Το παράδοξο είναι ότι η εξέλιξη αυτή ήρθε με πρωτοβουλία δύο εκπροσώπων των άκρων: του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, εθνικιστή ακροδεξιού ηγέτη του MHP και κυβερνητικού εταίρου του Ερντογάν, και του Αμπντουλάχ Οτσαλάν, ιστορικού ηγέτη του PKK, ο οποίος βρίσκεται έγκλειστος από το 1999 στις φυλακές του Ιμραλί.

Ήταν ο Μπαχτσελί, σφοδρός πολέμιος του PKK, που απηύθυνε έκκληση στον Οτσαλάν για εγκατάλειψη του ένοπλου αγώνα, στην οποία ανταποκρίθηκε ο φυλακισμένος ηγέτης του PKK, και μετά από μακρές συνεννοήσεις με τους «μεσολαβητές» του φιλοκουρδικού κόμματος DEM, προχώρησε στην ιστορική επιστολή του, με την οποία ζητούσε από τους συντρόφους του να καταθέσουν τα όπλα.

Μια κίνηση η οποία, συγχρόνως, αποτελεί και το θάψιμο όχι μόνο των όπλων, αλλά και της ιστορικής επιδίωξης των Κούρδων για εθνική ολοκλήρωση και δημιουργία κουρδικής κρατικής οντότητας.

Οι λεπτομέρειες της συμφωνίας δεν έχουν γίνει γνωστές και υπάρχουν ακόμη σοβαρά ερωτηματικά. Ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν θεωρεί,όπως δήλωσε, ότι η απόφαση για διάλυση του PKK αφορά και όλες τις «θυγατρικές» οργανώσεις του στις γειτονικές χώρες και στην Ευρώπη, και κυρίως την οργάνωση YPG στη Συρία, η οποία αποτελεί τον πυρήνα των SDF που ελέγχει τη βορειοανατολική Συρία.

Παρά το γεγονός ότι η συμφωνία, σύμφωνα με πληροφορίες, προβλέπει ευρύτατη αμνηστία και εθελούσια εξορία ηγετικών στελεχών, που εκφράζουν φόβους για την τύχη τους στα χέρια της τουρκικής Δικαιοσύνης, είναι ερωτηματικό αν στελέχη που έχουν αφιερώσει όλη τους τη ζωή στον ένοπλο αγώνα και δρουν κυρίως στο βόρειο Ιράκ και στη Συρία θα είναι πρόθυμα να ακολουθήσουν την απόφαση του Συνεδρίου του PKK.

Η ύπαρξη πυρήνων ένοπλης δράσης θα αποτελεί πρόβλημα, όμως αναμένεται να αντιμετωπιστεί πιο εύκολα από τις τουρκικές δυνάμεις, τόσο σε στρατιωτικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο.

Άγνωστο παραμένει, επίσης, τι θα γίνει με όλους τους δημάρχους και τα στελέχη τοπικών θεσμών στη νοτιοανατολική Τουρκία που ήταν φιλικά προσκείμενοι στο PKK και έχουν απομακρυνθεί από τη θέση τους με αποφάσεις της κυβέρνησης. Κανείς, επίσης, δεν γνωρίζει ποια θα είναι η τύχη του Αμπντουλάχ Οτζαλάν και εάν τελικά θα αποφυλακιστεί υπό τον όρο του κατ’ οίκον περιορισμού η απλώς θα παραμείνει στις φυλακές υπό καλύτερες συνθήκες

Για τον Τ. Ερντογάν, η επίλυση του ζητήματος του PKK αποτελεί μια σημαντική νίκη και σημαντικό εργαλείο για τις δικές του πολιτικές βλέψεις και επιδιώξεις.

Η κοινοβουλευτική ομάδα του DEM είναι απολύτως αναγκαία για κάθε προσπάθειά του να αλλάξει το Σύνταγμα, προκειμένου να του επιτραπεί να διεκδικήσει ακόμη μία θητεία στην Προεδρία, καθιστώντας τον ουσιαστικά ισόβιο πρόεδρο.

Η αλλαγή του Συντάγματος όμως θα αποτελέσει επίσης πρόκληση, καθώς το κουρδικό κίνημα έχει θέσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για τη διάλυση του PKK και το ζήτημα της αναγνώρισης της κουρδικής οντότητας στο Σύνταγμα και της συνταγματικής κατοχύρωσης δικαιωμάτων, όπως η χρήση της κουρδικής γλώσσας.

Για την τουρκική κυβέρνηση θα είναι δύσκολο να προχωρήσει σε τέτοιου είδους συναινέσεις. Επίσης, η αμνηστία στους μαχητές του PKK δεν μπορεί να περιοριστεί και να αφήσει εκτός ηγετικά στελέχη της αντιπολίτευσης αλλά και της κοινωνίας των πολιτών, που βρίσκονται στη φυλακή κατηγορούμενοι για υποστήριξη του PKK ή για δράσεις που χαρακτηρίστηκαν αντεθνικές, επειδή αμφισβήτησαν την παντοκρατορία του Ερντογάν και του AKP.

Η διάλυση του PKK φέρνει την Τουρκία αντιμέτωπη με σημαντικές προκλήσεις που αφορούν την ανάγκη εκδημοκρατισμού της, προκλήσεις στις οποίες δύσκολα ο κυβερνητικός συνασπισμός, που βλέπει την κυριαρχία του να απειλείται από ηγέτες της αντιπολίτευσης όπως ο Εκρέμ Ιμάμογλου, θα μπορέσει να ανταποκριθεί.

Η κατάθεση των όπλων από το PKK απαλλάσσει την Τουρκία και από ένα άλλο μεγάλο βάρος: την σκληρή κριτική που κατά καιρούς έχει οδηγήσει ακόμη και σε κυρώσεις από τους Δυτικούς Συμμάχους, κυρίως από ευρωπαϊκές χώρες.
Ταυτόχρονα, απελευθερώνει την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας απέναντι σε δύο γειτονικές χώρες: τη Συρία και το Ιράκ.

Η Τουρκία τα τελευταία χρόνια διεξήγαγε συνεχείς στρατιωτικές επιχειρήσεις στο έδαφος των δύο χωρών, προκειμένου να εξοντώσει τις βάσεις των Κούρδων μαχητών. Στο Ιράκ, παρά το γεγονός ότι η Τουρκία έχει βρει τρόπους συνεννόησης με την αυτόνομη Κουρδική οντότητα, πολύ συχνά ερχόταν σε αντιπαράθεση με την κεντρική κυβέρνηση της Βαγδάτης για τις παραβιάσεις της κυριαρχίας της χώρας.

Η εξάλειψη του εμποδίου του PKK διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών και, μάλιστα, δεν είναι τυχαίο ότι τον προηγούμενο μήνα υπήρξε συνάντηση των ηγετών τους, όπου πρώτο στην ατζέντα ήταν το μεγαλεπήβολο σχέδιο του Ερντογάν για τον «Διάδρομο» που θα συνδέει τον Περσικό Κόλπο (μέσω ιρακινού λιμανιού) με ένα πυκνό δίκτυο σιδηροδρόμων και αυτοκινητοδρόμων προς την Τουρκία και από εκεί στην Ευρώπη. Ένα σχέδιο που ο Ερντογάν προσπαθεί να προβάλει ως εναλλακτικό του IMEC, ο οποίος παρακάμπτει την Τουρκία.

Στη Συρία απομένει να φανεί αν η διάλυση του PKK θα ασκήσει την αναγκαία πίεση στο YPG ώστε να εφαρμοστεί το σχέδιο απορρόφησής του από την προσωρινή κυβέρνηση Άλ Άσαντ στη Δαμασκό, αποκαθιστώντας τον έλεγχό της και στα εδάφη της βορειοανατολικής Συρίας, τα οποία ελέγχει σήμερα το SDF. Το SDF, πάντως, εξακολουθεί να απολαμβάνει τη στήριξη των ΗΠΑ στον αγώνα κατά του ISIS.

Ωστόσο, το SDF δεν είναι απλώς μια οργάνωση (την οποία η Τουρκία θεωρεί τρομοκρατική), αλλά ελέγχει σημαντικά εδάφη με κρίσιμους παραγωγικούς πόρους της χώρας, διαθέτει δομές διακυβέρνησης και, συνεπώς, δεν αρκεί μια απλή απόφαση του PKK για να «παραδοθεί».

Κλειδί θα είναι βεβαίως και η στάση των ΗΠΑ, καθώς ο πρόεδρος Τραμπ έχει στείλει ένα αρχικό μήνυμα πρόθεσης για μείωση των αμερικανικών δυνάμεων στη Συρία, ενώ λίγο πριν την αναχώρησή του για τη Σαουδική Αραβία δήλωσε ότι θα εξετάσει την άρση των κυρώσεων στη Συρία μετά τη συνομιλία του με τον Τ. Ερντογάν. Οι εξελίξεις ίσως επιταχυνθούν έπειτα από την φημολογούμενη συνάντησή του με τον Άσαντ, με πρωτοβουλία της Σαουδικής Αραβίας αλλά και του Κατάρ.

Η επιτυχία της συμφωνίας για τη διάλυση του ΠΚΚ θα κριθεί από την εφαρμογή της και το κρίσιμο κριτήριο θα είναι εάν η σημερινή Τουρκία μπορεί να τολμήσει μια δημοκρατική μεταρρύθμιση, η οποία θα αγκαλιάσει τους Κούρδους και θα τους προσφέρει, όχι βεβαίως την εθνική ολοκλήρωση, αλλά τουλάχιστον την ισότιμη ενσωμάτωσή τους σε μια διεθνοτική Τουρκία.