Πληθωρισμός: Θα ταρακουνήσει τις αμερικανικές τράπεζες;

Πληθωρισμός: Θα ταρακουνήσει τις αμερικανικές τράπεζες;

Όπως γίνεται συνεχώς τους τελευταίους μήνες, τα μάτια των αγορών και των επενδυτών είναι στραμμένα προς τις ΗΠΑ και την επικείμενη ανακοίνωση των στοιχείων σχετικά με την πορεία του πληθωρισμού τον Δεκέμβριο που μας πέρασε. Σήμερα στις 15:30 θα μάθουμε πόσο ανέβηκαν οι τιμές τόσο σε σχέση με αυτές του Δεκεμβρίου του 2021 όσο και σε σχέση με τον Νοέμβριο του 2022. Θα μάθουμε επίσης και την μεταβολή του δείκτη του δομικού πληθωρισμού, ο οποίος υπολογίζεται, όπως ξέρουμε, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη μας την μεταβολή των τιμών των τροφίμων και των καυσίμων.

Οι αγορές περιμένουν με μεγάλο ενδιαφέρον τα νέα, ελπίζοντας πως δεν θα είναι χειρότερα από το αναμενόμενο και δεν θα χαλάσουν το καλό κλίμα που επικρατεί τις τελευταίες μέρες στις διεθνείς αγορές. Από τον διεθνή οικονομικό Τύπο μαθαίνουμε πως οι οικονομικοί αναλυτές περιμένουν τον ετήσιο πληθωρισμό κοντά στο 6,5% για τον Δεκέμβριο, αρκετά χαμηλότερα από το 7,1% του Νοεμβρίου.

Περιμένουν επίσης πως η μεταβολή του από τον Νοέμβριο θα είναι της τάξης του 0,3%, ψηλότερα από την μεταβολή των τιμών κατά 0,2% από τον Οκτώβριο μέχρι τον Νοέμβριο αλλά σαφώς πιο χαμηλά από το 0,5% που είναι η μέση μηνιαία μεταβολή του τιμαρίθμου τους τελευταίους δώδεκα μήνες. Όσον αφορά στον δομικό πληθωρισμό, η ετήσια μεταβολή του από τον Δεκέμβριο του 2021 αναμένεται να είναι 5,7%, από 6% τον Νοέμβριο. Αν αυτές οι εκτιμήσεις επιβεβαιωθούν, θα ενισχύσουν την εικόνα που έχει αρχίσει να διαμορφώνεται τους τελευταίους μήνες σχετικά με την τάση εξασθένησης του πληθωρισμού. 

Κατά σύμπτωση, σχεδόν αμέσως μετά τις ανακοινώσεις για τον πληθωρισμό θα μάθουμε τα οικονομικά αποτελέσματα και τις εκτιμήσεις των διοικήσεων για το μέλλον από τις μεγαλύτερες αμερικανικές εμπορικές και επενδυτικές τράπεζες. Αύριο Παρασκευή, λίγο πριν την έναρξη της χρηματιστηριακής συνεδρίασης στις ΗΠΑ, θα ανακοινώσουν τα αποτελέσματά τους η JPMorgan Chase (JPM NYSE), η Bank of America (BAC NYSE), η Citigroup (C NYSE) και η Wells Fargo (WFC NYSE) ενώ την επόμενη Τρίτη θα κάνουν το ίδιο η Morgan Stanley (MS NYSE) και η Goldman Sachs (GS NYSE).

Κρίνοντας από τις πληροφορίες του διεθνούς Τύπου και τις εκτιμήσεις των αναλυτών, οι ανακοινώσεις αυτών των τραπεζών αναμένεται να έχουν συντηρητικό χαρακτήρα και τα αποτελέσματά τους σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή χρονική περίοδο, δηλαδή το τέταρτο τρίμηνο του 2021, αναμένεται να είναι σημαντικά μειωμένα. Σε ρεπορτάζ του Reuters που βασίζεται στις εκτιμήσεις των αναλυτών της Refinitiv βλέπουμε πως τα καθαρά κέρδη των έξι μεγάλων τραπεζών που θα ανακοινώσουν σύντομα τα αποτελέσματά τους εκτιμάται πως θα είναι κατά 17% χαμηλότερα.

Παρά τα αυξημένα έσοδα από την αύξηση των επιτοκίων, οι τράπεζες βρίσκονται αντιμέτωπες και με αρνητικές εξελίξεις, όπως είναι η σημαντική μείωση των εσόδων από τις δραστηριότητες της επενδυτικής τραπεζικής. Η εταιρεία αναλύσεων Dialogic, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Reuters, εκτιμά πως τα έσοδα αυτού του τύπου θα είναι μειωμένα κατά 50% σε σχέση με το τέταρτο τρίμηνο του 2021. Οι αναλυτές της Refinitiv εκτιμούν επίσης πως οι έξι μεγάλες τράπεζες θα «βάλουν στην άκρη» περίπου 5,7 δισεκατομμύρια δολάρια ενόψει της αναμενόμενης αύξησης του ποσοστού των δανείων που γίνονται «κόκκινα». Το ποσό αυτό είναι διπλάσιο της αντίστοιχης πρόβλεψης πριν έναν χρόνο. 

Αυτά περιμένει σε γενικές γραμμές να ακούσει η Wall Street από τις μεγάλες τράπεζες σχετικά με τα οικονομικά τους αποτελέσματα. Γνωρίζουμε όμως πως οι επενδυτές δίνουν μεγάλη σημασία και στις εκτιμήσεις των διοικήσεων για την συνέχεια, μερικές φορές ακόμα μεγαλύτερη σημασία απ’ ότι στα ίδια τα αποτελέσματα.

Σε αυτόν τον τομέα είναι σχεδόν βέβαιο πως οι επικεφαλής αυτών των τραπεζών θα εμφανιστούν πολύ επιφυλακτικοί, κρίνοντας και από τις προχθεσινές δηλώσεις του Τζέιμι Ντάιμον, διευθύνοντος συμβούλου της JPMorgan Chase, ο οποίος θεωρείται κατά κάποιον τρόπο ο πιο σημαντικός εκπρόσωπος του τραπεζικού, ίσως και του επιχειρηματικού, κόσμου. Μιλώντας σε επιχειρηματικό συνέδριο που οργάνωσε η τράπεζά του, ο Ντάιμον επανέλαβε πως θεωρεί πως οι επιχειρήσεις πρέπει να είναι προετοιμασμένες για αβέβαιους καιρούς στο άμεσο μέλλον, αν και κατά κάποιον τρόπο πήρε πίσω μία πολυσυζητημένη δήλωσή του από τον προηγούμενο Ιούνιο, όταν είχε αναφερθεί σε έναν επικείμενο οικονομικό τυφώνα, ομολογώντας πως δεν έπρεπε να έχει χρησιμοποιήσει την συγκεκριμένη λέξη.

Δεν είναι όμως ανάγκη να ακούσουμε τις δηλώσεις του Ντάιμον και των συναδέλφων του για να αντιληφθούμε την επιφυλακτικότητά τους. Οι πρόσφατες ανακοινώσεις της Goldman Sachs για επικείμενες απολύσεις πολλών χιλιάδων εργαζομένων μας δίνουν ένα σαφές στίγμα του πόσο προβληματισμένες είναι οι διοικήσεις των τραπεζών για το μέλλον. 

Όμως, τους επενδυτές απασχολεί πάνω απ’ όλα η πορεία που θα ακολουθήσουν οι τραπεζικές μετοχές και αυτό δεν θα εξαρτηθεί μόνο από τα αποτελέσματά τους και τις εκτιμήσεις που θα κάνουν τα ανώτατα στελέχη τους. Πολύ σημαντικό ρόλο θα παίξουν οι σημερινές ανακοινώσεις για τον πληθωρισμό, οι οποίες δεν αποκλείεται να επισκιάσουν τα νέα από τις τράπεζες.

Αν ο πληθωρισμός για τον Δεκέμβριο ξεπεράσει το αναμενόμενο 6,5% και ακόμα χειρότερα, αν ο δομικός πληθωρισμός είναι μεγαλύτερος του 5,7%, οι μετοχές των αμερικανικών τραπεζών θα ταρακουνηθούν έντονα, μαζί βέβαια με όλη την χρηματιστηριακή αγορά, καθώς κάτι τέτοιο θα κάνει πιο πιθανό το σενάριο της επιθετικής αύξησης επιτοκίων από την Fed, με πολύ αρνητικές συνέπειες για την οικονομία και κατ’ επέκταση για το μέλλον των τραπεζών.

Από την άλλη μεριά, αν ο πληθωρισμός που θα ανακοινωθεί είναι αυτός που περιμένουν οι αγορές ή πιο χαμηλός  τότε οι επενδυτές πιθανότατα θα ξεχάσουν τις επιφυλακτικές δηλώσεις του Ντάιμον και τις «απειλητικές δηλώσεις» των στελεχών της Fed και θα πιστέψουν περισσότερο παράγοντες της αγοράς σαν τον Ed Yardeni και τον Jeff Gundlach.

Ο μεν Yardeni, παλαιός γνώριμος μας στο Liberal Markets, μιλώντας χθες στο Bloomberg υποστήριξε πως οι αγορές βρίσκονται και πάλι σε bull market, έχοντας καταγράψει ήδη άνοδο από τα χαμηλά των αρχών του Οκτωβρίου τα οποία θα αποτελέσουν και τα χαμηλά του περσινού bear market. Ο πολύπειρος αναλυτής αποδίδει την κίνηση των αγορών στο γεγονός πως η οικονομία πηγαίνει τελικά πιο καλά απ’ ότι φοβόντουσαν οι επενδυτές και οι φόβοι για σοβαρή ύφεση σταδιακά διαψεύδονται. Βέβαια προσθέτει πως τα χρηματιστήρια θα είναι νευρικά για αρκετό καιρό ακόμα χωρίς αυτό να αναιρεί την γενικότερη πορεία της αγοράς.

Από την δική του μεριά, ο «βασιλιάς των ομολόγων» Jeff Gundlach επισήμανε σε τηλεοπτικές του εμφανίσεις πως η αγορά έχει δίκιο προεξοφλώντας πως η μείωση των επιτοκίων θα αρχίσει μέσα στο 2023 και υποστήριξε πως οι απειλές της Fed για συνέχιση των αυξήσεων των επιτοκίων θα αποδειχθούν κενές.

Έτσι όπως έχει ξεκινήσει η χρηματιστηριακή χρονιά ίσως να μην αργήσουμε να μάθουμε ποιος έχει δίκιο και αν η επιφυλακτική στάση των τραπεζικών διοικήσεων στηρίζεται σε μία σωστή ανάγνωση της κατάστασης και εκτίμηση των πιθανών κινδύνων ή είναι περισσότερο μία συνειδητή προσπάθεια να κερδίσουν χρόνο χωρίς να αναλάβουν μεγάλα ρίσκα. Η δημόσια απολογία του Ντάιμον σχετικά με τις καλοκαιρινές του δηλώσεις περί οικονομικού τυφώνα θα μπορούσε να αποτελεί μία ένδειξη πως η δεύτερη εκδοχή δεν είναι και τόσο απίθανη.